Πολύς λόγος έχει γίνει τις τελευταίες ηµέρες µε αφορµή το αποτέλεσµα των κυπριακών εκλογών και την αδυναµία των δηµοσκοπικών εταιρειών να «πιάσουν» τη δυναµική που είχε αναπτύξει ο Ανδρέας Μαυρογιάννης, τον οποίο εµφάνιζαν τρίτο και τελικώς πλασαρίστηκε στη δεύτερη θέση.

Η εξέλιξη αυτή ήρθε να δώσει επιχειρήµατα στον Αλέξη Τσίπρα, που εδώ και καιρό προσπαθεί να δώσει µια εξήγηση ακόµα και στο σκληρό εκλογικό του ακροατήριο για το γεγονός ότι δυσκολεύεται να αναχαιτίσει τη δυναµική του κυβερνώντος κόµµατος, αλλά κυρίως να κοντράρει στα ίσα τον Κυριάκο Μητσοτάκη.

«Αποκλείεται»

Το ερώτηµα που θέτουν (και ευλόγως) οι απλοί ψηφοφόροι, που δεν είναι ούτε δηµοσκόποι ούτε πολιτικοί αναλυτές, είναι απολύτως απλοϊκό. «Μπορεί να δούµε µια διαφορετική σειρά κατάταξης από αυτή που καταγράφουν οι δηµοσκοπήσεις;». Η απάντηση χωρίς δεύτερη σκέψη είναι µονολεκτική: «Αποκλείεται». Απεναντίας, και µε βάση τα ευρήµατα σχεδόν όλων των δηµοσκοπικών εταιρειών, το πιθανότερο σενάριο είναι να δούµε τη Ν.∆. να κινείται σε πολύ υψηλότερα επίπεδα από αυτά που καταγράφουν (σήµερα) οι έρευνες.

Συγκεκριµένα, τα εκτιµώµενα ποσοστά κινούνται στην περιοχή του 36%- 37% για το κυβερνών κόµµα, στο 26%-28% για τον ΣΥΡΙΖΑ και σταθερά κάτω από το 10% για το ΠΑΣΟΚ. Αν δεχθούµε αυτή την εκτίµηση, που είναι και η πιο πιθανή, τότε το άθροισµα του τρικοµµατισµού θα κινηθεί πέριξ του 75%, το οποίο είναι το ποσοστό που παραδοσιακά (πλην των εκλογών του 2012) συγκεντρώνουν τα µεγάλα κόµµατα από το ’81 µέχρι και σήµερα.

Προβάδισμα

Στις δεύτερες, δε, εκλογές και επειδή οι πολίτες θα προσέλθουν στις κάλπες αποκλειστικά για να επιλέξουν κυβέρνηση, εκ των πραγµάτων το προβάδισµα θα το έχει το κόµµα που θα έχει αναδειχθεί πρώτο, και δη µε µεγάλη διαφορά. Σε κάθε περίπτωση, αξίζει να δούµε και τους δύο βασικούς λόγους που «έπεσαν έξω» οι δηµοσκοπήσεις στην Κύπρο. Ο πρώτος (λόγος) είναι αµιγώς πολιτικός και ο δεύτερος έχει να κάνει µε τη λανθασµένη επιστηµονική προσέγγιση των ερευνητών. Σε σχέση µε τον πολιτικό, δεν απαιτείται βαθιά γνώση επί των Κυπριακών, για να δώσει κανείς εξήγηση στο αποτέλεσµα της πρόσφατης κάλπης.

Αν ο ∆Η.ΣΥ. δεν είχε διασπαστεί, είναι σαφές ότι η διαφορά του πρώτου από τον δεύτερο θα ήταν γιγαντιαία! Εν προκειµένω, στην Ελλάδα όχι µόνο δεν παρατηρείται διάσπαση του κεντροδεξιού χώρου, αλλά απεναντίας καταγράφεται και µια δυναµική διείσδυσης του κ. Μητσοτάκη στη δεξαµενή των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ.

Τέλος, σε ό,τι αφορά το επιστηµονικό σφάλµα των δηµοσκόπων στην Κύπρο, αυτό εστιάζεται στο γεγονός ότι επέλεξαν να σταθµίσουν µε τα αποτελέσµατα των βουλευτικών εκλογών, όπου οι ψηφοφόροι του ΑΚΕΛ απείχαν σε µεγάλο ποσοστό. Απεναντίας, το ίδιο εκλογικό σώµα προσήλθε µαζικά στις προεδρικές (αφού ήταν εντελώς διαφορετικό το διακύβευµα), µε αποτέλεσµα να καταγραφεί δηµοσκοπικό σφάλµα.

Διαφορετικά πρόσωπα

Ωστόσο, δεν θα µπορούσαν να πράξουν και διαφορετικά, αφού οι υποψήφιοι των προηγούµενων προεδρικών εκλογών ήταν εντελώς διαφορετικά πρόσωπα από αυτούς που συµµετείχαν στις εκλογές της Κυριακής. Κατά συνέπεια, η στάθµιση µε τις βουλευτικές ήταν µονόδροµος. Σε αντίθεση µε την Κύπρο, στη χώρα µας οι δύο διεκδικητές της πρώτης θέσης είναι τα ίδια ακριβώς πρόσωπα που ηγήθηκαν των Ν.∆. και ΣΥΡΙΖΑ και στις εκλογές του ’19.

*Δημοσιεύτηκε στο Secret στις 11 Φεβρουαρίου 2023.