«Πότε φεύγουν;», είναι το πιο δημοφιλές και συνάμα συνοπτικό ερώτημα που διατυπώνει η πλειοψηφία των ενεργών (και όχι μόνο) πολιτών. Και το ερώτημα εκ των πραγμάτων συνδέεται με το ολοένα και αυξανόμενο αίτημα για πρόωρη προσφυγή στις κάλπες. Ο απερχόμενος κ. Τσίπρας, συνομιλώντας με δημοσιογράφους, «αποκάλυψε» ότι αναζητά ημερομηνία για τις εκλογές τον Οκτώβριο του τρέχοντος έτους. Προφανώς και μπλοφάρει, εκτιμώντας ότι με αυτόν τον τρόπο θα αποφύγει την ακατάσχετη εκλογολογία. Ομως, κανείς δεν ενδιαφέρεται πότε και αν θα αιφνιδιάσει ο συγκυβερνήτης του κ. Καμμένου. Οι τάσεις στο εκλογικό σώμα έχουν διαμορφωθεί και, όπως φαίνεται, δύσκολα ο κ. Τσίπρας θα αποφύγει τον εκλογικό διασυρμό. Ο ίδιος φυσικά έχει κάθε δικαίωμα να πιστεύει ότι θα το «γυρίσει», υποτιμώντας παράλληλα τον εκλογικό του αντίπαλο, Κυριάκο Μητσοτάκη.

Ολοι οι πρωθυπουργοί, άλλωστε, κατέγραψαν αντίστοιχες συμπεριφορές. Ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν πίστεψε ποτέ ότι θα ηττηθεί από τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη, ο Κώστας Σημίτης θεωρούσε ότι δύσκολα θα έχανε από τον Κώστα Καραμανλή, ο Κώστας Καραμανλής αδυνατούσε να πιστέψει στην επικράτηση του Γιώργου Παπανδρέου, ενώ εσχάτως ο Αντώνης Σαμαράς δήλωνε με ένταση ότι «εγώ δεν χάνω από τον Τσίπρα». Σε όλες τις περιπτώσεις, ο κυρίαρχος λαός ήρθε να επιβάλει την άποψή του, πάντα με την ψήφο του, στη μεγαλύτερη γιορτή της Δημοκρατίας, που δεν είναι άλλη από τις εκλογές.

Με βάση τα δημοσκοπικά δεδομένα, που έχει κάθε λόγο να μην πιστεύει ο απερχόμενος πρωθυπουργός, αυτή τη στιγμή η Ν.Δ. προηγείται από 6% έως 14%, ενώ ένα ποσοστό, που ξεπερνά το 70% αθροιστικά, διατυπώνει το ερώτημα «πότε φεύγουν;». Η τάση δεν ανατρέπεται, όσα επιδόματα κι αν δώσουν, όσες διώξεις κι αν στήσουν. Η κοινωνία των πολιτών δεν πείθεται από το (νέο) αφήγημα Τσίπρα, και αυτό γιατί τον έχει κατατάξει πλέον στο ίδιο ράφι με ό,τι πιο παλιό διέθετε σε επίπεδο πολιτικού προσωπικού η χώρα.

Ο σημερινός πρωθυπουργός προσέρχεται στις κάλπες και με ένα ακόμη τεράστιο (πολιτικό και εκλογικό) ντεσαβαντάζ. Από το σύνολο των σφυγμομετρήσεων προκύπτει ότι ένα ποσοστό, που ξεπερνά πλέον το 15%, μετακινείται απευθείας από τον ΣΥΡΙΖΑ στη Ν.Δ. Με απλά λόγια, το 5% με 6% όσων στις προηγούμενες εκλογές παραμυθιάστηκαν με τα όσα επαναστατικά έλεγε ο κ. Τσίπρας φεύγει από το κυβερνών κόμμα, επιλέγοντας την εναλλακτική κυβερνητική πρόταση του Κυριάκου Μητσοτάκη. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με τους αναποφάσιστους, που στη μεγάλη τους πλειοψηφία δηλώνουν απογοητευμένοι από τη διακυβέρνηση των Τσιπροκαμμένων.

Οσο κι αν καθυστερήσει ο νεκροθάφτης της Αριστεράς τον χρόνο των εκλογών, δεν πρόκειται να κερδίσει απολύτως τίποτα. Απλώς, το 15% θα γίνει 20% και το 5% θα γίνει 8%. Η παραμονή στην καρέκλα της εξουσίας, πέραν της εξαέρωσης του Πάνου Καμμένου, πολλαπλασιάζει και τις πιθανότητες της εσωκομματικής αμφισβήτησης του κ. Τσίπρα, την επομένη της εκλογικής συντριβής.