Είναι αλήθεια ότι στην ιδιοσυγκρασία του Έλληνα υπάρχουν η γκρίνια και η διαρκής αµφισβήτηση. Στα χρόνια, δε, της Μεταπολίτευσης, µια µεγάλη µερίδα πολιτών εκπαιδεύτηκε στο να µισεί τους πολιτικούς και την πολιτική.

Όταν το 2010 ξέσπασε η καταιγίδα της οικονοµικής κρίσης, µε τη χώρα να εισέρχεται σε καθεστώς επιτροπείας, λαϊκίστικες δυνάµεις και καιροσκόποι της πολιτικής, εκµεταλλευόµενοι τη συγκυρία, δεν δίστασαν να παίξουν τη χώρα κορώνα-γράµµατα, αδιαφορώντας για το αν θα υπάρχει επόµενη µέρα και, κυρίως, ποια θα είναι αυτή.

*Διαβάστε εδώ: Κυριάκος Μητσοτάκης: Φτιάχνει… βαλίτσα ο πρωθυπουργός - Μπαράζ περιοδειών στην επικράτεια - Πρωτοβουλίες για το θέμα της ακρίβειας

Κυρίαρχο ρόλο σε αυτό το τρισάθλιο σκηνικό διαδραµάτισε ο Αλέξης Τσίπρας και κάτι µαθητευόµενοι µάγοι της πολιτικής, που ονειρεύονταν να αλλάξουν ακόµα και την ίδια τη δοµή του πολιτεύµατος. Οι δηλώσεις για τους αρµούς της εξουσίας, τα θαψίµατα των δηµοσιογράφων τρία µέτρα κάτω από τη γη και, φυσικά, η προσπάθεια του Παπαγγελόπουλου και της παρέας του να λεκιαστούν πολιτικοί αντίπαλοι, προκειµένου να επιτευχθεί η πολιτική κυριαρχία της Αριστεράς, έχουν καταγραφεί στις πιο σκοτεινές σελίδες της µεταπολιτευτικής Ιστορίας.

Εκεί, λοιπόν, που άρχισαν να αλλάζουν τα δεδοµένα ήταν η στιγµή που αποφάσισε να βγει µπροστά ο Κυριάκος Μητσοτάκης, διεκδικώντας την ηγεσία της ελληνικής Κεντροδεξιάς.

Στον ΣΥΡΙΖΑ έδειχναν να µην ενδιαφέρονται για τις εσωκοµµατικές εξελίξεις στη Ν.∆. Όταν εξελέγη ο Μητσοτάκης, όχι µόνο τον υποτίµησαν, αλλά θεώρησαν και σκόπιµο να χτυπήσουν µε σειρά δηµοσιευµάτων τη σύζυγό του και να θυµηθούν τη Siemens.

Σε αντίθεση µε τον ΣΥΡΙΖΑ, ο νέος ηγέτης της ελληνικής Κεντροδεξιάς, αντιλαµβανόµενος προφανώς το κυρίαρχο αίτηµα της κοινωνίας, επέλεξε να απευθυνθεί στον λαό µιλώντας τη γλώσσα της αλήθειας. Από τις πρώτες δηµοσκοπήσεις φάνηκε ότι άρχισαν να αλλάζουν τα πολιτικά δεδοµένα.

Σε ελάχιστο χρόνο ο Μητσοτάκης είχε καταφέρει να δηµιουργήσει τις συνθήκες για την απόλυτη πολιτική ανατροπή. Στις ευρωεκλογές του ’19, η κυριαρχία ήρθε να επιβεβαιωθεί και στις κάλπες, µε τον Τσίπρα και την παρέα του να παίρνουν την άγουσα προς τα αποδυτήρια της Ιστορίας.

Παρά το εύρος της ήττας και πάλι, υποτίµησαν και το αποτέλεσµα, µα κυρίως τον αντίπαλο. Αυτός, άλλωστε, ήταν και ο λόγος που, αν και υπέστη συντριβή, ο πρώην πρωθυπουργός αποφάσισε να µην εγκαταλείψει την αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ.

Τα τεσσεράµισι χρόνια που έχουν περάσει έχουν αναδείξει πρωτίστως τις δυνατότητες του Μητσοτάκη και δευτερευόντως την απευθείας σχέση που έχει οικοδοµήσει µε την ίδια την κοινωνία.

Το λάθος που κάνουν οι αντίπαλοι του σηµερινού πρωθυπουργού εστιάζεται στο γεγονός ότι περιγράφουν µια άλλη πραγµατικότητα από αυτήν που πραγµατικά ισχύει. Και εκεί έρχεται ο απλός πολίτης και δίνει τη λύση, επιλέγοντας τα πρόσωπα που διαθέτουν και το σχέδιο, αλλά και τη δοκιµασµένη συνταγή για να απογειώσουν τη χώρα.

Η Ελλάδα του ’23 δεν έχει καµία σχέση µε την Ελλάδα του ’19. Είναι µια χώρα σύγχρονη, µε µια οικονοµία που αναπτύσσεται και, το σηµαντικότερο, επί των ηµερών Μητσοτάκη κατέστη επενδυτικός προορισµός. Το brand name της χώρας είναι το καλύτερο σε επίπεδο Ευρώπης και αυτό συνδέεται και µε την ηγεσία της. Στην παρούσα φάση, ο Ελληνας πρωθυπουργός είναι το καλύτερο πολιτικό προϊόν που διαθέτει η ευρωζώνη. Είναι ο ηγέτης που κατάφερε µέσα σε ελάχιστο χρόνο να κάνει έναν λαό από επαίτη υπερήφανο.

Ας µην έχουµε αυταπάτες και ας µη µασάµε τα λόγια µας. Αν κάτι έχει αλλάξει τα τελευταία χρόνια στη χώρα µας, είναι ότι έχει κυβερνήτη τον Μητσοτάκη. Ολα τα υπόλοιπα είναι για να συνεχίζεται απλώς η συζήτηση.

*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο Secret της εφημερίδας «Παραπολιτικά» στις 23/12/2023