Η μετανάστευση είναι συνυφασμένη με τον ανθρώπινο πολιτισμό. Ο τελευταίος είναι, σε μεγάλο βαθμό, προϊόν της ανθρώπινης κινητικότητας.

Όσο αρχέγονη είναι η μετανάστευση, άλλο τόσο είναι και παγκόσμια. Αφορά το παρελθόν και το μέλλον, εμάς αλλά και όλο τον πλανήτη. Η Ελλάδα έχει μεγάλη και σφαιρική εμπειρία με το μεταναστευτικό φαινόμενο. Είναι μια χώρα που ιστορικά, και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1970, εξήγαγε μετανάστες που τροφοδότησαν την ισχυρή ελληνική διασπορά στο εξωτερικό. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 η Ελλάδα εισήγαγε εργατικό δυναμικό από τις όμορες χώρες και κυρίως την Αλβανία, ενώ κατά τη δεκαετία του 2010 από τη χώρα μας φύγανε πολλοί Έλληνες αλλά και μετανάστες λόγω οικονομικής κρίσης, ενώ αυτή κατέστη τόσο ενδιάμεση χώρα πρώτης υποδοχής όσο και τελικός προορισμός για εκατοντάδες χιλιάδες αιτούντων άσυλο.

Η Ευρώπη άργησε να συνειδητοποιήσει τους κινδύνους που ενέχει η παράτυπη και ανεξέλεγκτη μετανάστευση και επέτρεψε στα εγκληματικά δίκτυα των διακινητών να γιγαντωθούν. Το πολιτικό αποτέλεσμα ήταν να αφεθεί το ζήτημα της μετανάστευσης στα χέρια των ακραίων των δύο πλευρών, αυτών που θεωρούν, πέραν πάσης λογικής, ότι τα εξωτερικά σύνορα της Ευρώπης παραβιάζουν τις διεθνείς υποχρεώσεις της και μάχονται μετά μανίας ενάντια σε κάθε προσπάθεια φύλαξης και προστασίας τους και αυτών που πιστεύουν ότι κάθε μορφής μετανάστευση και κάθε μετανάστης αποτελεί υπαρξιακή απειλή για την Ευρώπη και τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής. Το τελικό αποτέλεσμα του ευρωπαϊκού εφησυχασμού ήταν η ενίσχυση της Ακροδεξιάς και η αποδυνάμωση του πολιτικού Κέντρου.

Πρόσφατα η Ευρώπη προχώρησε σε μια στροφή και μια προσαρμογή στη νέα δύσκολη πραγματικότητα. Προ δεκαετίας η Δανία, πρώτη από τις σκανδιναβικές χώρες, εγκατέλειψε την πολιτική των ανοιχτών θυρών και σήμερα την ακολουθεί και η Σουηδία, όπως μου εξήγησε η αρμόδια υπουργός Μετανάστευσης της Σουηδίας στην πρόσφατη συνάντησή μας, στο περιθώριο του άτυπου Συμβουλίου Υπουργών Μετανάστευσης στην Ισπανία. Στην Ιταλία η Τζόρτζια Μελόνι κέρδισε άνετα την πρωθυπουργία εξαιτίας και του Μεταναστευτικού, ενώ στην Ισπανία το αντιμεταναστευτικό Vox μπορεί να μπει στην κυβέρνηση μετά τις σημερινές εκλογές. Στη Γαλλία ο Εμανουέλ Μακρόν απώλεσε την πλειοψηφία στην Εθνοσυνέλευση, ενώ η Βρετανία αποχώρησε από την ΕΕ εξαιτίας και της έντασης που συνεχίζει να προκαλεί το Μεταναστευτικό.

Τέλος, η τρικομματική κυβέρνηση της Γερμανίας δυσκολεύεται να εκφράσει μια ενιαία γραμμή στο ζήτημα και ο μακροβιότερος πρωθυπουργός της Ολλανδίας, Μαρκ Ρούτε, παραιτήθηκε εξαιτίας του Μεταναστευτικού. Όλα αυτά αποδεικνύουν, πέραν πάσης αμφιβολίας, τη σοβαρότητα της πολιτικής πρόκλησης που ενέχει η διαχείριση του Μεταναστευτικού. Απέναντι σε αυτή την πρόκληση η Ελλάδα έχει μια διπλή υποχρέωση. Ως χώρα στην πρώτη γραμμή της μεταναστευτικής πίεσης οφείλει να χαράξει μια πολιτική που έχει αποτέλεσμα και συμβάλλει σε μια κοινή ευρωπαϊκή πορεία προς όφελος της ελληνικής κοινωνίας και οικονομίας.

Ταυτόχρονα, η ελληνική κυβέρνηση, με ανανεωμένη και ενισχυμένη τη λαϊκή εντολή μετά τις πρόσφατες εκλογές, οφείλει να προασπιστεί το ευρωπαϊκό πολιτικό Κέντρο απέναντι στις δυνάμεις που επιθυμούν ανοικτά ή επιδιώκουν έμμεσα τη διάλυση ή έστω την αποδυνάμωση της Ευρώπης.

Η ΝΔ ως το μεγαλύτερο κόμμα της ευρωπαϊκής Κεντροδεξιάς αποδεικνύει στην πράξη ότι υπάρχουν λύσεις και πως η μάχη απέναντι στον λαϊκισμό των άκρων μπορεί να κερδηθεί. Με αξιόπιστες πολιτικές, που δίνουν λύσεις και προτάσσουν την ουσία και το αποτέλεσμα, απέναντι στις κραυγές της εχθροπαθούς Ακροδεξιάς και στα κροκοδείλια δάκρυα των υποκρινόμενων «ανθρωπιστών» της άλλης πλευράς.

Δημοσιεύτηκε στην Απογευματινή