Τα Τέµπη αξίζει να τα κρατήσουµε στο µυαλό µας και τελικά, είτε το θέλουµε είτε όχι, µένουν στην πρώτη σειρά της επικαιρότητας. Αν παρακολουθήσουµε την πρόταση δυσπιστίας από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ και της αντιπολίτευσης, πρόκειται για ένα «έγκληµα» -όχι τραγωδία ούτε δυστύχηµα- για το οποίο θα έπρεπε να λογοδοτήσει η κυβέρνηση και αν είναι δυνατόν να παραιτηθεί. Ουσιαστικά µιλάµε για µια προσέγγιση σύµφωνα µε την οποία θα πρέπει να εκλέγουµε κυβέρνηση περίπου µία φορά τον µήνα, γιατί τελικά κάτι αρνητικό θα συµβαίνει. Όχι Τέµπη φυσικά, αλλά µια αρνητική είδηση, µια υστέρηση, ένα κακό στατιστικό.

Η πρόταση δυσπιστίας κατέπεσε χθες το βράδυ στο Κοινοβούλιο ύστερα από µια επίµονη τριήµερη συζήτηση απόλυτης πόλωσης. Τα Τέµπη όµως ως γεγονός µένουν εδώ. Όχι µόνον εξαιτίας των 57 νεκρών. Αλλά γιατί επιδεικνύει τη στρατηγική αποτυχία του συστήµατος διοίκησης της χώρας. Και πού συνίσταται αυτή η στρατηγική εµπλοκή; Ότι σε όλες τις περιπτώσεις και τα δράµατα αυτής της χώρας, µε νεκρούς ή όχι, έχουµε πάντα µια κυβέρνηση που απολογείται και προσπαθεί να υπερασπιστεί τον εαυτό της και µια αντιπολίτευση, ειδικά την αξιωµατική, που τυγχάνει συνήθως η προηγούµενη ή η επόµενη κυβέρνηση αυτής, που προΐσταται στο πετροβόληµα.

Η πραγµατικότητα όµως της Ελλάδας µοιάζει -όχι σήµερα, αλλά µε πολύ χειρότερους όρους την προηγούµενη δεκαετία των µνηµονίων ή τις ακόµη πιο προηγούµενες δεκαετίες της ευφάνταστης αισιοδοξίας- µε την περιώνυµη για την κατάσταση των ελληνικών σιδηροδρόµων Σύµβαση 717. Αυτή συµφωνήθηκε και υπεγράφη το 2008. Είχε διαδοχικές αναβολές ως προς την εξέλιξη και κατάληξη των έργων και εκσυγχρονισµών που προβλέπονταν για το 2016. Κατέληξε -µετά την τραγωδία των Τεµπών µάλιστα- να έχει ολοκληρωθεί τον προηγούµενο Σεπτέµβριο, του 2023. Στα χρόνια αυτά τεχνολογίες αλµατωδώς εξελίχθηκαν, υλικά αναβαθµίστηκαν, εταιρείες κατέρρευσαν ή ισχυροποιήθηκαν, ο κόσµος έκανε πολλούς γύρους πέριξ του άξονά του. Ο ΟΣΕ, ακόµη και ιδιωτικοποιηµένος, τουλάχιστον ως προς τη λειτουργία του, παρέµεινε στη γνωστή τραγική κατάστασή του. Όργιο η κοµµατοκρατία, η αναξιοκρατία, η υποβάθµιση, το ρουσφέτι, η παρανοµία, ο ωχαδελφισµός, η διαπλοκή, και ευρωπαϊκού τύπου µάλιστα, η διαφθορά.

Φθάνουµε στο χθες. Συγκρούστηκαν οι πολιτικοί εκπρόσωποι τριών κοµµάτων µε ευθύνη διακυβέρνησης στις δεκαετίες σωρευτικά. Της Νέας ∆ηµοκρατίας, που βρίσκεται στην εν ενεργεία διακυβέρνηση και τώρα αλλά και στη µοιραία συγκυρία που συνέβη το δυστύχηµα. Του ΠΑΣΟΚ, που κυβέρνησε το πλέον µακρύ διάστηµα τα τελευταία 50 χρόνια και θεσµοποίησε το ρουσφέτι, τον ωχαδερφισµό και τη διαφθορά ως πολιτική πρακτική. Του ΣΥΡΙΖΑ, που ήταν κυβέρνηση µεταξύ 2015-2019. Η κατάσταση των ελληνικών σιδηροδρόµων αφορά και τους τρεις. Αφορά µάλιστα και τα άλλα κόµµατα της ήσσονος αντιπολίτευσης, τα επονοµαζόµενα παρέµβασης, τα πλέον παλιά τουλάχιστον, µε το ΚΚΕ να δεσπόζει µε τον συνδικαλιστικό «πατερναλισµό» που διέλυσε και οδήγησε σε φτωχοποίηση τους πλέον σηµαντικούς οργανισµούς-εταιρείες του δηµοσίου τοµέα. Από τα «κάτω» αυτό. Και εδόθη η µάχη των πρώην κυβερνητών µε τους νυν. Ναι, αλλά η σύµβαση για παράδειγµα 717 τους αφορά όλους. Όχι στον ίδιο βαθµό. Αλλά όλους. Η κατάσταση των σιδηροδρόµων της Ελλάδας τούς αφορά όλους. Είναι στρατηγική αποτυχία του συστήµατος διοίκησης της χώρας. Θέλει λίγη προσοχή το εξής: Οι Έλληνες έχουν κουραστεί µε τα χρόνια. Ειδικά µετά τα µνηµόνια και την καταστροφή που έφεραν. Επιζητούν επιµόνως, για να πάµε σε άλλο «έγκληµα», να λειτουργεί το 112 πριν από την εκατόµβη νεκρών στο Μάτι και όχι εξαιτίας αυτής…