Αναλύοντας κανείς τα τελευταία εκλογικά αποτελέσµατα, αβίαστα καταλήγει σε ένα βασικό συµπέρασµα, που έχει υποτιµηθεί (πλην Μητσοτάκη) ακόµα και από τους πολιτικούς αρχηγούς των κοµµάτων της αντιπολίτευσης.

Ας πάρουµε τα πράγµατα από την αρχή, για να δούµε ποιο ακριβώς ήταν το µήνυµα της πρόσφατης κάλπης. Ολα αρχίζουν κάπου το 2010, όταν ο τότε αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, Γιώργος Παπανδρέου, αποφασίζει να προσφύγει στο ∆ΝΤ. Οι εξελίξεις που ακολούθησαν είναι λίγο ως πολύ γνωστές. Η χώρα µπήκε σε καθεστώς επιτήρησης και το ένα µνηµόνιο διαδεχόταν το άλλο.

Μια πρωτόγνωρη πραγµατικότητα και ένας δύσκολος δρόµος για την πλειονότητα των πολιτών αποτέλεσαν την ευκαιρία να αναδειχθούν στο πολιτικό σκηνικό κόµµατα και κοµµατίδια, που για χρόνια περιόριζαν τη δράση τους σε πολύ χαµηλά εκλογικά ποσοστά. Η συγκρότηση του αντιµνηµονιακού µετώπου επί της ουσίας εκτίναξε αυτές τις δυνάµεις, µε πρώτο και καλύτερο (σε επίπεδο ποσοστών) τον ΣΥΡΙΖΑ και τον Αλέξη Τσίπρα. Το αντιµνηµόνιο και γενικώς το «αντί» δεν είχαν ιδεολογικό πρόσηµο ούτε είχαν να κάνουν µε ηγετικές µορφές.

Τα ποσοστά

Κάπως έτσι είδαµε τους ΑΝ.ΕΛ. του Πάνου Καµµένου να συγκεντρώνουν ένα ποσοστό πάνω από 10% στις εκλογές του Μάη του ’12, τη Χρυσή Αυγή του Μιχαλολιάκου να εισέρχεται πανηγυρικά στη Βουλή, τον Σταύρο Θεοδωράκη να τον παίρνει το Ποτάµι και τον Βασίλη Λεβέντη της Ενωσης Κεντρώων να κάνει έπειτα από τρεις (και πλέον) δεκαετίες το όνειρό του πραγµατικότητα, ηγούµενος Κοινοβουλευτικής Οµάδας. Κατά κοινή παραδοχή, βρισκόµασταν αντιµέτωποι µε µια νέα (πολιτική) πραγµατικότητα, όπου κυριαρχούσαν οι δυνάµεις του κάθε λογής «αντί».

Ο κόσµος ήταν έτοιµος να ακούσει κάθε υπερβολή, να προσχωρήσει σε κάθε ουτοπία τύπου «προγράµµατος Θεσσαλονίκης», να σκίσει οµαδικά µνηµόνια, να καταργήσει µε έναν νόµο και ένα άρθρο ό,τι είχαν ψηφίσει οι Σαµαράς και Βενιζέλος και γενικώς να βάλει φωτιά στα… τόπια, ακόµα και µπροστά από τη Βουλή. Ο θυµός των πολιτών βρήκε συνοδοιπόρους και συµµάχους πολιτικούς τύπου Τσίπρα και Καµµένου. Και κάπου εκεί άρχισαν η τρέλα και η υπερβολή να γίνονται πολιτικό προϊόν. Ολοι αυτοί οι φορείς που τους δόθηκε η µοναδική ευκαιρία να συµµετάσχουν στα κέντρα λήψης των αποφάσεων απλώς µέθυσαν από το πρόσκαιρο.

Δεν κατάλαβαν

Για την ακρίβεια, δεν κατάλαβαν ότι πάντα τις κρίσεις τις διαδέχεται η οµαλότητα και στο τέλος οι κοινωνίες και οι οικονοµίες οδηγούνται νοµοτελειακά στην κανονικότητα. Κι όταν συµβεί αυτό, από τη µία στιγµή στην άλλη εκλείπει η ανάγκη που οδήγησε στην πρόσκαιρη εκτόξευση τους συγκεκριµένους σχηµατισµούς. Είναι αυτό που δεν κατάλαβε ο κ. Τσίπρας και γι’ αυτό προσγειώθηκε ανώµαλα στο 20%. ∆εν κατάλαβε ότι ένα κόµµα που έγινε κόµµα εξουσίας µέσα στο βάθος της κρίσης, αν δεν αλλάξει (που ο ΣΥΡΙΖΑ δεν άλλαξε), δεν έχει κανέναν απολύτως ρόλο όταν τα πράγµατα εξοµαλυνθούν και πλέον δεν υφίσταται η ανάγκη που το δηµιούργησε.

Κακά τα ψέµατα, «κόµµατα της κρίσης αποδείχθηκαν µίας χρήσης». Από τον ΣΥΡΙΖΑ και τους ΑΝ.ΕΛ. µέχρι τη Χρυσή Αυγή, το Ποτάµι, την Ενωση Κεντρώων και εσχάτως το ΜέΡΑ25 του Γιάνη Βαρουφάκη. Στην Ελλάδα της κανονικότητας όλοι αυτοί οι σχηµατισµοί δεν έχουν κανέναν απολύτως ρόλο, γιατί απλώς δεν κατάφεραν να προσαρµοστούν στην κανονικότητα. Επί της ουσίας, παρέµειναν κόµµατα διαµαρτυρίας, ζητώντας αλλαγή σε όλα, την ίδια ώρα που οι πολίτες επιζητούσαν σταθερότητα και σοβαρότητα.

Έκλεισε ο κύκλος

Ο κ. Τσίπρας και όλοι οι υπόλοιποι δεν κατανόησαν ότι από το ’19 έχει κλείσει οριστικά ο κύκλος του «αντί», γιατί πολύ απλά δεν υπάρχουν ούτε αγανακτισµένοι ούτε µνηµόνια για να δικαιολογήσουν την ύπαρξη των «αντιµνηµονιακών».

Εν κατακλείδι, αυτό που προέκυψε τόσο από το πρόσφατο εκλογικό αποτέλεσµα όσο και από τις δηµοσκοπήσεις που διενεργούνται µετά από αυτό είναι ότι όλα αυτά τα κόµµατα, συµπεριλαµβανοµένου του ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουν λόγο ύπαρξης. Και αυτό γιατί πολύ απλά χρησιµοποιήθηκαν όταν η ανάγκη το απαιτούσε. Σήµερα ούτε η ανάγκη υφίσταται, αλλά ούτε και κανείς (σοβαρός) το απαιτεί.

*Δημοσιεύτηκε στο Secret στις 10 Ιουνίου 2023.