Το πρωινό ξύπνημα μετά από ένα ξενύχτι δεν είναι ποτέ διασκεδαστικό όταν συνοδεύεται από hangover. Για τους περισσότερους ανθρώπους το  hangover περιλαμβάνει πονοκέφαλο, κόπωση, δίψα ή ναυτία. Αλλά για κάποιους συμπεριλαμβάνει, επίσης, αυτό που ονομάζουμε “hangxiety”, δηλαδή το αίσθημα άγχους κατά τη διάρκεια του hangover.

Σύμφωνα με κάποιες εκτιμήσεις, το άγχος κατά τη διάρκεια ενός hangover το 12% των ανθρώπων, ενώ η σοβαρότητα του ποικίλει. Καθώς το σώμα ανακάμπτει από το ξενύχτι, μέσω του hangover δημιουργείται μια κατάσταση φυσιολογικού στρες. Σε γενικές γραμμές, το στρες συμβαίνει όταν το σώμα βρίσκεται υπό πίεση, όπως κατά τη διάρκεια μιας ασθένειας ή ενός τραυματισμού. Το hangover λειτουργεί περίπου με τον ίδιο τρόπο, αφού όχι μόνο προκαλεί αλλαγές στο ανοσοποιητικό μας σύστημα, αλλά αυξάνει επίσης τα επίπεδα κορτιζόλης( γνωστή και ως «ορμόνη του στρες»), την αρτηριακή πίεση και τον καρδιακό ρυθμό.

Το στρες και ο ύπνος συνδυαστικά μπορούν να μειώσουν τη νοητική λειτουργία

Ακόμα και ο εγκέφαλος βρίσκεται αντιμέτωπος με αλλαγές. Οι έρευνες έδειξαν ότι η δραστηριότητα του εγκεφάλου που σχετίζεται με την ντοπαμίνη, ένα είδος νευροδιαβιβαστή, είναι χαμηλότερη κατά τη διάρκεια ενός hangover. Αυτό είναι σημαντικό καθώς η ντοπαμπίνη παίζει καθοριστικό ρόλο στο άγχος.

Επιπλέον, ενδιαφέρον παρουσιάζει το γεγονός ότι το στρες και ο ύπνος συνδυαστικά μπορούν να μειώσουν τόσο τη διάθεση όσο και την νοητική λειτουργία (συμπεριλαμβανομένης της συγκέντρωσης και της μνήμης). Η κόπωση, το άγχος και η αντιμετώπιση άλλων δυσάρεστων συμπτωμάτων του hangover μπορούν, επίσης, να μειώσουν την αποδοτικότητα στην καθημερινή ζωή. Για παράδειγμα, κάποιος με hangover λόγω της ναυτίας, του πονοκεφάλου ή της κόπωσης μπορεί να μην είναι σε θέση να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά αγχωτικές σκέψεις.

hangover

Η διάθεση των ανθρώπων χειροτερεύει κατά τη διάρκεια ενός hangover

Έρευνα που δημοσιεύτηκε στο Conversation και διεξήγαγε ο λέκτορας του Πανεπιστημίου του Μπρίστολ, Craig Gunn, διαπίστωσε ότι η διάθεση των ανθρώπων χειροτερεύει κατά τη διάρκεια ενός hangover. Πολλοί ανέφεραν ότι αισθάνονται πως δυσκολεύονται περισσότερο να διαχειριστούν τα συναισθήματά τους σε σύγκριση με όταν δεν έχουν μεθύσει. Η δυσκολία αυτή μπορεί να εξηγήσει γιατί ορισμένοι άνθρωποι βιώνουν άγχος.

Σε μια άλλη μελέτη, η ομάδα του Craig Gunn εξέτασε πώς το μεθύσι επηρεάζει τις νοητικές δεξιότητες που είναι σημαντικές για πολλές πτυχές της καθημερινής μας ζωής, όπως η μνήμη, η ευέλικτη σκέψη και ο αυτοέλεγχος. Διαπιστώθηκε ότι οι άνθρωποι που είχαν μεθύσει είχαν χειρότερες επιδόσεις σε βασικές νοητικές δεξιότητες, οι οποίες βοηθούν τους ανθρώπους να αντιμετωπίσουν το άγχος. Εάν αυτές οι νοητικές δεξιότητες είναι περιορισμένες κατά τη διάρκεια ενός hangover, αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί ορισμένοι άνθρωποι παλεύουν με το άγχος.

hangover2

Γιατί κάποιοι αντιμετωπίζουν το hangxiety, ενώ άλλοι όχι;

Σχεδόν κάθε hangover συνοδεύεται από ένα είδος πόνου- είτε πρόκειται για πονοκέφαλο είτε για μυϊκούς πόνους. Η ίδια έρευνα, όμως συμπέρανε ότι οι άνθρωποι που έχουν μια τάση να υπερβάλλουν με τον πόνο είναι πιο πιθανό να βιώσουν άγχος. Σύμφωνα με την μελέτη, αυτή η ομάδα ατόμων είναι πιο πιθανό να εμφανίσει σοβαρό hangover. Με αυτόν τον τρόπο εξηγείται γιατί κάποιοι άνθρωποι βιώνουν άγχος, ενώ άλλοι όχι.

Οι άνθρωποι που αισθάνονται πιο συχνά άγχος μπορεί επίσης να είναι ιδιαίτερα επιρρεπείς στο hangxiety. Τα αρνητικά γεγονότα της ζωής, η κατάθλιψη ή ο θυμός, οι ενοχές αλλά ακόμη και ορισμένα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας (όπως ο νευρωτισμός) μπορούν να οδηγήσουν σε αλλαγή της διάθεσης κατά τη διάρκεια ενός hangover.

Συνδυαστικά όσα απορρέουν από τις έρευνες υπογραμμίζουν γιατί το hangxiety μπορεί να επηρεάσει τους ανθρώπους με διαφορετικό τρόπο και για αυτόν τον λόγο αποτελεί ένα μέρος του hangover που αξίζει να ληφθεί σοβαρά υπόψη.

Ο Craig Gunn επισημαίνει ότι όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με το hangxiety μπορούν να ακολουθήσουν τις τεχνικές που ακολουθούν και όταν βιώνουν έντονο άγχος. Αυτό, σύμφωνα με τον Gunn, μπορεί να περιλαμβάνει τον διαλογισμό ή διάφορες μορφές αυτοφροντίδας.

Η έρευνα δημοσιεύτηκε πρώτη φορά στο The Conversation