Η αξιωματική αντιπολίτευση έχει ένα ρόλο στην πολιτική ζωή κάθε τόπου. Ένα ρόλο που ξεπερνάει βεβαίως τον αγώνα της, με την θεμιτή -και δημοκρατική – φιλοδοξία να επανέλθει στην εξουσία. Έχει ως αποστολή να ελέγχει τους εκάστοτε κυβερνώντες με θεμελιωμένα επιχειρήματα για τον συγκεκριμένο έλεγχο. Και συγχρόνως να βοηθάει την χώρα με εποικοδομητικές και επεξεργασμένες προτάσεις προς την κυβέρνηση όταν θεωρεί ότι η κυβερνητική πολιτική τείνει να είναι ατελέσφορη. Δηλαδή χωρίς αποτέλεσμα.

Σε μία από τις πιο δύσκολες περιόδους της Μεταπολίτευσης που διέρχεται η Ελλάδα, έχοντας να αντιμετωπίσει -όπως και ο υπόλοιπος κόσμος – έναν αόρατο και θανατηφόρο εχθρό, στην θέση της αντιπολίτευσης βρίσκεται ένα κόμμα το οποίο ακολουθεί την τακτική της άγονης κριτικής και, κυρίως, του τυφλού πολιτικού φανατισμού.

Τελευταίο παράδειγμα αυτού του εξτρεμιστικού σε λαϊκισμό φανατισμού είναι η υπόγεια απόπειρα εξίσωση των νεκρών του κορωνοϊού στην χώρα μας με τους νεκρούς της πυρκαϊας στο Μάτι, για τους οποίους οι δικαστικές έρευνες απέδειξαν τις τεράστιες ευθυνες των τότε κυβερνητικών αξιωματούχων.

Συναρμόδιων υπουργών και ανώτερων στελεχών της κρατικής μηχανής της επιλογής του ΣΥΡΙΖΑ. Οι δε γνωστοί πολιτικοί τραμπούκοι της αξιωματικής αντιπολίτευσης έσπευσαν να συνηγορήσουν υπέρ της προκλητικής, για τα θύματα της πυρκαιάς, εξίσωσης αυτής.

Δεν προκαλούν πλέον έκπληξη οι συνήθως κατάπτυστες αντιπολιτευτικές υπερβολές. Προκαλούν όμως θλίψη διότι αναδεικνύουν μία διχαστική εμμονή σε μία περίοδο που χρειαζεται εθνική συνοχή.

Εκτός και αν ο ΣΥΡΙΖΑ θεωρεί τους νεκρούς της πανδημίας πολλαπλασιαστή εκλογικών ψήφων υπέρ του.