Όταν ο Εθνάρχης, Κωνσταντίνος Κα ραµανλής, απαντούσε στον Ανδρέα Παπανδρέου λέγοντάς του: «H Eλλάς ανήκει εις τον δυτικόν κόσµο», ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ του απαντούσε µε το άκρως λαϊκίστικο: «Προτιµούµε να ανήκουµε εις τους Ελληνας», αποσπώντας τα χειροκροτήµατα των βουλευτών του κόµµατός του. Η φράση του Κων. Καραµανλή αποδεικνύεται επίκαιρη ανά τακτά χρονικά διαστήµατα για τους πρωθυπουργούς που είχαν στα χέρια τους ισχυρή λαϊκή εντολή και προσπάθησαν να αλλάξουν τον σταθερό προσανατολισµό της χώρας προς τη ∆ύση. Πολιτικούς που προφανώς δεν διάβασαν την ελληνική Ιστορία για να διδαχθούν ότι η Ρωσία δεν στάθηκε ποτέ στο πλευρό της Ελλάδας ευθέως. Αλλά και τις ελάχιστες φορές που το έκανε εξυπηρετούσε τα δικά της συµφέροντα.

Το ίδιο έκανε πριν από περίπου 200 χρόνια, το ίδιο έκανε και στα µεταπολιτευτικά χρόνια. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο Κώστας Καραµανλής ο νεότερος και, εσχάτως, ο Αλέξης Τσίπρας στράφηκαν προς τη Ρωσία και τα ρούβλια, αναζητώντας εναλλακτικές λύσεις, που θα έβγαζαν τη χώρα από το πολυεπίπεδο αδιέξοδο. Το αποτέλεσµα σε όλες τις περιπτώσεις το ίδιο. Η Ελλάδα εκτέθηκε και βρέθηκε στο κενό. Οι Ρώσοι ποτέ δεν τη βοήθησαν, ούτε πολιτικά ούτε οικονοµικά, µε ουσιώδεις επενδύσεις. Ο Ανδρέας Παπανδρέου την εποχή του «σιδηρού παραπετάσµατος» προσπάθησε επισταµένως να καλλιεργήσει καλές επαφές µε τη Σοβιετική Ρωσία. Κινήθηκε στα όρια του δυτικού κόσµου για να έχει ανοιχτούς διαύλους επικοινωνίας µε τη Μόσχα τόσο απευθείας όσο και µέσω των σταθερών συµµαχιών του µε τη Λιβύη του Καντάφι και την Παλαιστίνη του Αραφάτ. Λίγα χρόνια αργότερα, στην αυγή της δεκαετίας του 1990, η Σοβιετική Ενωση κατέρρεε και οποιαδήποτε «συµµαχία» έπεφτε στο κενό.

Ο Κ. Καραµανλής µε την ίδια φόρα που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας το 2004 προσπάθησε να αλλάξει και τις ισορροπίες στην εξωτερική πολιτική.

Στράφηκε στη Ρωσία, υπογράφοντας συµφωνία για τον περίφηµο αγωγό ΜπουργκάςΑλεξανδρούπολη. Η Ελλάδα σταδιακά αποµονώθηκε στην εξωτερική πολιτική της και από τους Ευρωπαίους εταίρους της και από τις ΗΠΑ και, τελικά, ο αγωγός έµεινε µόνο στα χαρτιά. Η Ελλάδα έµεινε µε µοναδική σύµµαχο τη Ρωσία, χωρίς όµως ουσιαστική βοήθεια. Η φράση «Η Ιστορία επαναλαµβάνεται ως φάρσα» επιβεβαιώθηκε περίτρανα στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, τουλάχιστον δύο φορές, µε δύο διαφορετικά παραδείγµατα. Οπως ο Γ. Παπανδρέου, εξήγγειλε δηµοψήφισµα, µε τη διαφορά ότι αυτός το έκανε πράξη, χωρίς να αποτελεί σοβαρή απειλή για τους δανειστές, και, τελικά, έκανε το «όχι», «ναι». Στη δεύτερη περίπτωση µιµήθηκε τον Κ. Καραµανλή, επιχειρώντας εκ νέου προσέγγιση µε τη Ρωσία του Βλ. Πούτιν.

Επίσκεψη στη Μόσχα και υπογραφή συµφωνιών, µε την υπόσχεση ότι «ζεστά» ρούβλια θα έρρεαν στην ελληνική οικονοµία. Αποτέλεσµα; Οι συµφωνίες δεν έγιναν ποτέ πράξη και, εκτός από αυτό, ο Ρώσος πρόεδρος έπαιρνε τηλέφωνο τον πρώην πρόεδρο της Γαλλίας, Φρ. Ολάντ, για να του πει ότι ο Αλ. Τσίπρας τού είχε ζητήσει να τυπώσει δραχµές στη Ρωσία. Ρεζίλι, δηλαδή, σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Αλλά και, εκτός από τις κυβερνητικές περιπέτειες µε την ελληνορωσική φιλία, που όλα αυτά τα χρόνια είναι το αγαπηµένο θέµα των συνωµοσιολόγων, κανένας Ρώσος επιχειρηµατίας δεν έκανε σοβαρή επένδυση στην Ελλάδα. Ούτε τα χρόνια της ευµάρειας, ούτε τα χρόνια της κρίσης, στα οποία η Ελλάδα είχε ανάγκη τη ρευστότητα. Αλλά και το παράδειγµα της Κύπρου καταδεικνύει ότι µάλλον καλύτερα που τα πράγµατα εξελίχθηκαν έτσι. Το τραπεζικό σύστηµα της µαρτυρικής Μεγαλονήσου βρέθηκε στο µάτι του κυκλώνα πριν από τέσσερα χρόνια, γιατί εκεί διοχετεύθηκαν «µαύρα» ρωσικά κεφάλαια.

Πολιτικά και οικονοµικά, λοιπόν, η Ελλάδα ανήκει στη ∆ύση όχι µόνο γιατί αυτή πρέπει να είναι η επιλογή της, αλλά επειδή δεν υπάρχει άλλη. Ο προσανατολισµός στη Ρωσία έχει αποδειχθεί άσκοπος και οριακά επικίνδυνος, πριν καν ιδρυθεί ελληνικό κράτος. Οπότε, αντί να τρεφόµαστε µε ψευδαισθήσεις και ευσεβείς πόθους, θα ήταν προτιµότερο να δούµε την πραγµατικότητα και να αποφασίσουµε να σταθούµε στο ύψος των περιστάσεων. Το «H Eλλάς ανήκει εις τον δυτικόν κόσµο» είναι µε λίγα λόγια ιστορική επιταγή.