Τα ελληνικά debates έγραψαν τη δική τους ιστορία.

Ο θεσμός που ξεκίνησε στις ΗΠΑ το 1960 με αντίπαλους τους Νίξον - Κένεντι, με το αποτέλεσμα να καθορίζεται εν πολλοίς σύμφωνα με τα τότε δεδομένα στην τηλεοπτική εικόνα που είχαν οι υποψήφιοι «πλανητάρχες», ήρθε στην Ελλάδα το 1990, με την ιδέα να παίρνει «σάρκα και οστά» στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.

Εν όψει των εκλογών και του ερωτήματος για την πιθανή διεξαγωγή του, πραγματοποιούμε την αναδρομή του θεσμού.


Το debate της Παντείου

Η ελληνική αυλαία για το θεσμό δεν διοργανώνεται σε τηλεοπτικό στούντιο κατά τα αμερικανικά πρότυπα, αλλά από το Πάντειο στις 12/3/1990. Το γεγονός μεταδόθηκε από την ΕΡΤ, μεταξύ των Ανδρέα Παπανδρέου, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και Χαρίλαου Φλωράκη, με τον δημοσιογράφο Γιάννη Καψή να διευθύνει τη συζήτηση και τον καθηγητή του Πανεπιστημίου, Δημήτρη Κώνστα να υποβάλλει τις ερωτήσεις.



Ο Τύπος της εποχής κατέγραψε ότι η συνάντηση έμοιαζε πιο πολύ με ακαδημαϊκή διάλεξη παρά με debate υπό τα στενά όρια διεξαγωγής τους, όπως είθισται να υπάρχουν. Οι όροι ήταν απλοί. Υπήρχαν 2 σειρές ερωτημάτων που υποβάλλονταν από τον κ. Κώνστα και τον συντονιστή, στις οποίες θα απαντούσαν κατά σειρά οι πρόεδροι των κομμάτων. Στο τέλος των ερωτήσεων, διατυπώθηκε το «επικίνδυνο πεντάλεπτο» του Καψή, όπου οι πολιτικοί αρχηγοί σχολίασαν τις θέσεις του άλλου.


1996

Οι Κώστας Σημίτης και Μιλτιάδης Έβερτ διασταύρωσαν τα ξίφη τους στο Ραδιομέγαρο της ΕΡΤ στις 12 Σεπτεμβρίου 1996. Παρ’ότι στην αρχή ο αείμνηστος πρόεδρος της ΝΔ ζητούσε τρεις -θεματικές- τηλεοπτικές αναμετρήσεις, ο Σημίτης παρέμεινε στη μία, ενώ το debate λίγο έλειψε να «τιναχτεί στον αέρα» λόγω διαφωνιών στα επιτελεία των κομμάτων αναφορικά με την επιλογή των δημοσιογράφων.

Τα τηλεοπτικά κανάλια MEGA, ANT1, STAR και ΣΚΑΪ προέβαλλαν την τηλεμαχία, υπό το συντονισμό του Πέτρου Ευθυμίου, ενώ ερωτήσεις υπέβαλλαν οι Γιάννης Παπουτσάνης, Θεόδωρος Ρουσόπουλος και Παύλος Τσίμας. Στο επίκεντρο της συζήτησης βρέθηκε η εξωτερική πολιτική λόγω των γεγονότων στα Ίμια.

Ο κάθε πολιτικός αρχηγός είχε στη διάθεσή του 2 λεπτά χρόνο για να απαντήσει στα ερωτήματα των δημοσιογράφων. Επίσης, 10 δευτερόλεπτα πριν τη λήξη του χρόνου τοποθέτησης ηχούσε το προειδοποιητικό καμπανάκι λήξης, ενώ οι δημοσιογράφοι είχαν 30 δευτερόλεπτα στη διάθεσή τους για να διατυπώσουν τις συνολικά δώδεκα ερωτήσεις τους.



Χαρακτηριστικό στοιχείο της συζήτησης ήταν το κλίμα σοβαρότητος που διεξήχθη. Το γκρίζο φόντο πίσω από τους προέδρους του Σημίτη και Έβερτ αναδείκνυε το ουδέτερο και σοβαρό της διαδικασίας. Η κάμερα ήταν «παγωμένη» επάνω στον ομιλητή, ενώ απαγορευόταν η συνομιλία ή η διακοπή από τον έναν στον άλλον αρχηγό. Ο Σημίτης κρίθηκε ως νικητής «στο νήμα».


2000

Στις 30/3/2000 πραγματοποιήθηκε το debate μεταξύ Σημίτη και Κώστα Καραμανλή, υπό τον συντονισμό του Ν. Χατζηνικολάου, με ερωτήσεις να απευθύνουν οι Ε. Στάη, Θ. Ρουσόπουλος και Μ. Καψής. Το debate δεν ανέδειξε ούτε τώρα τον μεγάλο νικητή, ενώ ο Τύπος της εποχής έκρινε διαφορετικά τα συν και τα πλην του «οριακού» νικητή της μάχης.

Το debate διήρκησε 68 λεπτά, το παρακολούθησαν 2 εκατ. τηλεθεατές, ενώ αποτέλεσε μία επανάληψη της αντίστοιχης μονομαχίας του 1996 από την άποψη του «ισόπαλου» αποτελέσματος μεταξύ των πολιτικών αρχηγών.


Φωτογραφία: ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Οι όροι που συμφώνησαν τα κόμματα για τη διεξαγωγή, ήταν σχεδόν ίδιοι με του 1996 (συντονιστής, δημοσιογράφοι, ο ένας πολιτικός αρχηγός δεν απευθύνεται στον άλλον) , ενώ υπήρχε μεγαλύτερη σκηνοθετική γκάμα, καθώς αξιοποιήθηκαν 6 κάμερες στο στούντιο αντί για 1. Παράλληλα, υπήρχε η δυνατότητα στους αρχηγούς να βλέπουν το μόνιτορ την ώρα των τοποθετήσεών τους, που έδειχνε το διαθέσιμο χρόνο απάντησης.

Τo debate των 5

Στις 26/2/2004 διεξήχθη η τηλεμαχία μεταξύ πέντε πολιτικών αρχηγών. Το γεγονός αποτελεί ότι η συζήτηση μεταξύ πολλών και όχι των 2 άμεσων διεκδικητών της εξουσίας, αποτελεί την ελληνική ιδιαιτερότητα των τηλεμαχιών που διατηρήθηκε και στη συνέχεια.

Η ιδέα προχώρησε μετά την άρνηση του Γ. Παπανδρέου για debate μεταξύ αυτού και του Κ.Καραμανλή και την πρότασή του για συμμετοχή όλων των κομμάτων. Στη διαδικασία πήραν μέρος οι: Α. Παπαρήγα (ΚΚΕ), Ν. Κωνσταντόπουλος (ΣΥΝ), Δ. Τσοβόλας (ΔΗΚΚΙ), ενώ ερωτήσεις απηύθυναν οι δημοσιογράφοι Ν. Ευαγγελάτος, Σ. Θεοδωράκης, Α. Παπαχελάς και Π. Τσίμας, με συντονιστή κι αυτή τη φορά τον Ν. Χατζηνικολάου, με πέντε θεματικές ενότητες.



Συγκριτικά με τα δύο προηγούμενα debate, οι όροι ήταν πιο αυστηροί, καθώς είχαν μόλις ενάμιση λεπτό διαθέσιμο προς απάντηση, ενώ καινοτομία αποτέλεσε η έκτη - ελεύθερη ερώτηση- της αρεσκείας των δημοσιογράφων. Σημείωσε την μεγαλύτερη τηλεθέαση από συστάσεως του θεσμού πιάνοντας καθαρά το 40% του φιλοθεάμονος κοινού ενώ 265.000 νέοι το παρακολούθησαν, με τους διεκδικητές της εξουσίας να κρίνονται σχεδόν ισόπαλοι.

2007

Ο τηλεδιάλογος του 2007 βρήκε τα κομματικά επιτελεία να έχουν ισχυρές διαφωνίες στους όρους διεξαγωγής, μέχρι και μία ημέρα πριν βγει «στον αέρα» το debate. Eν τέλει, στις 6/9/2007, οι πέντε κοινοβουλευτικοί αρχηγοί (Κ. Καραμανλής , Γ. Παπανδρέου, Α. Παπαρήγα, Α. Αλαβάνος, Γ. Καρατζαφέρης -ΛΑ.Ο.Σ.) και ο Στέλιος Παπαθεμελής, κοντραρίστηκαν σε έξι θεματικές ενότητες με καινοτομία το δικαίωμα της παρέμβασης των αρχηγών για διευκρίνηση ή επεξήγηση ερωτημάτων.



Συντονίστρια της συζήτησης ήταν η Μ. Χούκλη και τις ερωτήσεις έκαναν οι Ε. Στάη, Ο. Τρέμη, Ν. Ευαγγελάτος, Α. Λιάτσος, Α. Παπαχελάς και Ν. Χατζηνικολάου. Χαρακτηριστικό ήταν πως πλην των Ν. Χατζηνικολάου και Ε.Στάη, οι υπόλοιποι δημοσιογράφοι εμφανίστηκαν για πρώτη φορά σε debate. Διήρκησε 3 ώρες και η τηλεθέασή του έφτασε το 32,4%, σαφώς μειωμένο ποσοστό από τις εκλογές του 2004, με τους Καραμανλή και Παπανδρέου σε ένα τεταμένο πολιτικό σκηνικό να «κλέβουν την παράσταση».

Το διπλό Debate του 2009

Αυτή τη φορά η διαδικασία χωρίστηκε σε δύο μέρη τηλεδιαλόγων, ένα μεταξύ όλων των πολιτικών αρχηγών και ένα μεταξύ των δύο διεκδικητών της εξουσίας, καθώς τα επιτελεία των κομμάτων συνμφώνησαν στην ανάγκη αυτή, με την πρόταση του ΠΑΣΟΚ για ένα συν ένα ντιμπέιτ να υλοποιείται.

Στους όρους προστέθηκε η δυνατότητα ερώτησης επαναφοράς 30’’ στο ίδιο θέμα, η απάντηση 120’’ του πολιτικού αρχηγού, ενώ στο τέλος κάθε τηλεοπτικού μέρους οι πολιτικοί αρχηγοί μπορούσαν να επιλέξουν σε ποιον αρχηγό θα έθεταν ερώτημα.


Φωτογραφία: ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ

Στο debate των αρχηγών συμμετείχαν οι Γ. Παπανδρέου, Κ. Καραμανλής, Α. Παπαρήγα, Α. Τσίπρας (ΣΥΡΙΖΑ) και Ν. Χρυσόγελος (Οικολόγοι Πράσινοι) με συντονίστρια την Μ.Χούκλη και τους δημοσιογράφους Α.Σρόιτερ, Ν.Ευαγγελάτο, Γ. Κωνσταντάτο, Α.Λιάτσο, Ο.Τρέμη, Σ.Κοσιώνη με έξι θεματικές ενότητες και συνολικά 72 ερωτήματα. Διήρκησε 3 ώρες και 24 λεπτά, ενώ σύμφωνα με την AGB η τηλεθέαση άγγιξε το 30% .



Την επόμενη ημέρα διεξήχθη το debate μεταξύ Παπανδρέου - Καραμανλή, φέρνοντας μνήμες από 1996 και 2000, απαντώντας σε πέντε θεματικές ενότητες, με την ένταση μεταξύ τους διάχυτη.



Ο Καραμανλής έκανε την έκπληξη ζητώντας στο τέλος του debate και τρίτη τηλεσυνάντηση. Το γεγονός κράτησε 80 λεπτά και η τηλεθέαση ήταν οριακά χαμηλότερη από το ραντεβού των έξι.

2015

Μεσολάβησαν 6 χρόνια ακριβώς και τέσσερις εκλογικές διαδικασίες προκειμένου να υπάρξει ξανά ντιμπέιτ σε ένα ανακατατεταγμένο πολιτικό σκηνικό, καθώς οι διπλές εκλογές του 2012 και αυτές του Ιανουαρίου του 2015 δεν ευνόησαν το κλίμα για να καρποφορήσει η διαδικασία.

Το Σεπτέμβριο του 2015 διεξήχθησαν δύο debate, το ένα με τη συμμετοχή 7 αρχηγών και το άλλο μεταξύ Α. Τσίπρα και Β. Μεϊμαράκη. Το παρών έδωσαν επίσης οι Φ. Γεννηματά (ΠΑΣΟΚ - ΔΗΜΑΡ), Σ.Θεοδωράκης (Ποτάμι), Π.Λαφαζάνης (Λαϊκή Ενότητα), ο Δ.Κουτσούμπας (ΚΚΕ) και Π.Καμμένος (ΑΝΕΛ). Τέθηκε μία επιπλέον ενότητα ερωτήσεων μεταξύ των πολιτικών αρχηγών, με τη συμμετοχή των δημοσιογράφων (Ο. Τρέμη, Α. Σρόιτερ, Μ. Χούκλη, Σ. Κοσιώνη, Μ. Γιομπαζολιάς), ενώ με τη σύμφωνη γνώμη όλων των κομμάτων αποκλείστηκε η Χρυσή Αυγή από τη συζήτηση.

Υπήρχαν έξι ενότητες συζήτησης, ενώ το κατηφορικό ενδιαφέρον για το debate (με τον όρο «σούπα» να έχει γίνει viral για την διαδικασία), σημειώνοντας τηλεθέαση 27,4%, προσελκύωντας 2.780.000 τηλεθεατές, στις 2 ώρες και 56 λεπτά, συνολικό χρόνο προβολής του.



Στο debate Τσίπρα - Μεϊμαράκη καιντομία αποτέλεσε η προσθήκη του κανόνα της «κόκκινης κάρτας» για τους πολιτικούς αρχηγούς με 3 δυνατότητες χρήσης. Όταν ένας εκ των δύο απαντούσε σε ερώτηση, εφόσον επιθυμούσε να τοποθετηθεί επί τούτου ζητούσε το λόγο και η τοποθέτησή του πραγματοποιούταν μετά την ολοκλήρωση της ερώτησης τπρος τον πολιτικό αρχηγό.



Επίσης, μία ακόμα προσθήκη ήταν η δυνατότητα της ερώτησης του ενός αρχηγού προς τον άλλον και η δυνατότητα τοποθέτησης του καθενός στα λεγόμενα του αντιπάλου του σε ένα περιθώριο 30 δευτερολέπτων. Οι θεματικές ενότητες ήταν δύο, με τη συνάντηση να χαρακτηρίζεται από ανταλλαγή πυρών μεταξύ των δύο αρχηγών.




Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 6/5