‘’Βασική επιδίωξη είναι να εξασφαλίσουμε να παγιώσει το αίσθημα της ηρεμίας στο Αιγαίο, ούτως ώστε να μπορέσουμε μέσα από την αυριανή συνάντηση να προωθήσουμε και πάλι, όπως κάναμε και στο παρελθόν, επιχειρηματικές, πολιτιστικές και άλλου είδους σχέσεις, με επίκεντρο βεβαίως το μεταναστευτικό’’, επισήμανε ο καθηγητής Διεθνών Σχέσεων Virginia Tech Δημήτρης Τσαρούχας, μιλώντας στην εκπομπή του ΕΡΤNEWS “UPDATE” και τον Θάνο Σιαφάκα, λίγες ώρες πριν την άφιξη του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για το Ανώτατο Συμβούλιο Συνεργασίας ΕλλάδαςΤουρκίας που θα λάβει χώρα την Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου στην Αθήνα.

Αποκωδικοποιώντας το ποιές είναι οι θέσεις Ελλάδας και Τουρκίας και τι ισχύει σήμερα με τα ζητήματα όπως χωρικά ύδατα, αποκλειστική οικονομική ζώνη (ΑΟΖ) και υφαλοκρηπίδα, ανέφερε:‘’Τα τρία παραπάνω σημαίνουν ουσιαστικά πολιτικές διαφορές μεταξύ κρατών. Ελλάδα και Τουρκία έχουμε διαφορετικές οριοθετήσεις σε ότι αφορά σημαντικά διασυνοριακά ζητήματα, η μη επίλυση των οποίων δεν μας επιτρέπει να προχωρήσουμε στα επόμενα βήματα, δηλαδή από το σημείο εκείνο και μετά, στο οποίο δεν μπορούμε να διευθετήσουμε το βαθμό στον οποίο η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Ελλάδας και της Τουρκίας ξεκινάει και τελειώνει σε ένα συγκεκριμένο σημείο.

Τα θέματα που βάζει η Τουρκία στο τραπέζι για το Αιγαίο δεν μπορούν να επιλυθούν

Αυτό αυτομάτως σημαίνει ότι τα θέματα τα οποία βάζει η Άγκυρα στο τραπέζι, όπως για παράδειγμα η διαφορά μεταξύ των ναυτικών συνόρων και των εναέριων συνόρων στο Αιγαίο, επίσης δεν μπορούν να επιλυθούν. Το σημαντικό είναι ότι επειδή τα δικά μας νησιά είναι τόσο κοντά στα τουρκικά παράλια, το διεθνές δίκαιο ορίζεται με βάση συγκεκριμένες συνθήκες.

Δεν μπορεί να εφαρμοστεί έτσι απλά, όπως εφαρμόζεται για παράδειγμα στις ΗΠΑ. Το διεθνές δίκαιο μιλάει για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη σε βάθος 200 μιλίων.

Τα 200 μίλια δεν μπορούν να εφαρμοστούν στο Αιγαίο όπως μπορεί να καταλάβει ο καθένας και από εκεί ουσιαστικά ξεκινάνε και τα προβλήματά μας. Η συνάντηση η οποία θα γίνει αύριο, το Ανώτατο Συμβούλιο, είναι ένας θεσμός τον οποίο είχε ξεκινήσει η Τουρκία εδώ και περίπου 15 χρόνια και τον οποίο εξακολουθεί και εφαρμόζει με διάφορους γείτονες. Δεν είμαστε οι μοναδικοί (…)

Διαβάστε επίσης: Ανδρουλάκης για Ερντογάν: Υπονοεί ότι στη συνάντηση με τον Μητσοτάκη θα θέσει θέμα αποστρατικοποίησης των νησιών

Οι προσδοκίες είναι χαμηλές και από τις δύο πλευρές – και από την πλευρά της Αθήνας και από την πλευρά της Άγκυρας. Και σωστά, με την έννοια του ότι η βελτίωση των ελληνοτουρκικών σχέσεων είναι κάτι πολύ πρόσφατο.

Ουσιαστικά, μετά τους καταστροφικούς σεισμούς στην Τουρκία, εδώ και περίπου ένα χρόνο, έχουμε επανέλθει σε μια κατάσταση ηρεμίας στο Αιγαίο και θεωρώ ότι η βασική επιδίωξη είναι να εξασφαλίσουμε να παγιώσει αυτό το αίσθημα της ηρεμίας στο Αιγαίο, ούτως ώστε να μπορέσουμε μέσα από την αυριανή συνάντηση να προωθήσουμε και πάλι, όπως κάναμε και στο παρελθόν, επιχειρηματικές, πολιτιστικές και άλλου είδους σχέσεις, με επίκεντρο βεβαίως το μεταναστευτικό, στο οποίο οι δυο χώρες μας παίζουν καθοριστικό ρόλο και από τον οποίο η Ελλάδα προσβλέπει στη συνεργασία της Τουρκίας’’.

Ως προς το τι μπορεί να θεωρεί ο Τούρκος πρόεδρος ότι τον απειλεί (δεδομένου ότι σημείωσε σε συνέντευξή του, μεταξύ άλλων “δεν σας απειλούμε αν δεν μας απειλήσετε”), παρατήρησε:

‘’(…) Ο τρόπος με τον οποίο η Τουρκία προσλαμβάνει την Ελλάδα και την εξωτερική της πολιτική και σε ότι αφορά την αντιμετώπιση της Άγκυρας, περνάει πάρα πολύ συχνά, λανθασμένα βεβαίως. Όμως αυτή είναι η πραγματικότητα από το πρίσμα της Ουάσιγκτον. Δηλαδή οι Τούρκοι και ο Πρόεδρος Ερντογάν το εκφράζει αυτό. Θεωρούν ότι με τον ένα ή άλλο τρόπο η Ελλάδα ουσιαστικά παίζει τον ρόλο του παρατηρητή των Ηνωμένων Πολιτειών στην περιοχή (…)’’.

Μεταξύ άλλων, ο Δημήτρης Τσαρούχας πρόσθεσε:

‘’Θεωρώ ότι η ελληνική κυβέρνηση και η ελληνική πολιτεία κάνουν το απόλυτα σωστό που είναι να εστιάσουν ακριβώς στα σημεία στα οποία τέτοιου είδους ενστάσεις δεν μπορούν να εγερθούν, ακριβώς γιατί δείχνουμε τη διάθεση συνεργασίας και αλληλοκατανόησης με τη γείτονα και στο βαθμό στον οποίο τα πολιτικά θέματα της υψηλής διπλωματίας επανέλθουν στο τραπέζι, θα επανέλθουν στο βαθμό στον οποίο μπορούμε να το κάνουμε υπό όρους ευνοϊκότερους για εμάς.

Δεν μπορούμε να αλλάξουμε το αφήγημα της Τουρκίας. Μπορούμε όμως να βελτιώσουμε τις συνθήκες της ύπαρξής μας, αν θέλετε, στο Αιγαίο, μέσα από αμοιβαία συμφέρουσες συμφωνίες. Κι έχω την εντύπωση ότι πολλές από τις δηλώσεις του προέδρου Ερντογάν και άλλων Τούρκων αξιωματούχων το τελευταίο διάστημα δείχνουν ότι πηγαίνουμε προς αυτήν την κατεύθυνση και ελπίζουμε ότι αύριο θα δοθεί η ευκαιρία για κάτι τέτοιο’’.

Για τις εμπορικές συναλλαγές μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας, ανέφερε:

‘’Εάν παρατηρήσει κανείς την πορεία των εμπορικών συναλλαγών μεταξύ των δύο χωρών, στο βάθος του χρόνου θα παρατηρήσει σε μεγάλο βαθμό μια στασιμότητα. Οι εμπορικές και οικονομικές συναλλαγές μεταξύ των δύο χωρών είχαν βελτιωθεί πάρα πολύ μετά τους σεισμούς στις αρχές του εικοστού πρώτου αιώνα.

Μετά το 2001 στην Αθήνα και την Κωνσταντινούπολη και αργότερα λόγω της πανδημίας και της επιδείνωσης των πολιτικών σχέσεων και της μεγάλης οικονομικής κρίσης που είχε και η Ελλάδα αλλά και η Τουρκία αργότερα, σε μεγάλο βαθμό πάγωσαν.

Τα περιθώρια ανάπτυξης είναι πολύ υψηλά (…)’’.