Οι δολοφονίες ανατριχιαστικές. Οι μαρτυρίες συγγενών αλλά και ανθρώπων που έπαιξαν ρόλο στα δραματικά γεγονότα συνταράσσουν ολόκληρη τη χώρα.

Το τοπίο σε όλες τις περιπτώσεις αρχικά ομιχλώδες, με τους δράστες να αρνούνται κάθε εμπλοκή. Πατούν στο γεγονός πως οι Αρχές δεν έχουν στα χέρια τους, τη σορό του θύματος, αναφέρει το Live News του MEGA σε σχετικό αφιέρωμα του.

Ο 11χρονος Άλεξ, η μικρή Άννυ που κατακρεουργήθηκε και ο Μάριος Παπαγεωργίου είναι ίσως οι πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις εγκλημάτων, στα οποία δεν εντοπίστηκε πτώμα, με την αλήθεια όμως να αποκαλύπτεται έστω και με καθυστέρηση.

Υπόθεση Μάριου Παπαγεωργίου

Για τη μητέρα του Μάριου Παπαγεωργίου η πληγή μέσα της παραμένει ανοιχτή από το 2012, από τη μέρα που χάθηκαν τα ίχνη του γιου της, σε ένα από τα πιο πολύκροτα σκοτεινά εγκλήματα όλων των εποχών στη χώρα.

Εγκέφαλος των δραστών αποδείχθηκε πως ήταν ένας στενός οικογενειακός φίλος που ήθελε να κερδίσει χρήματα και καταδικάστηκε σε ισόβια. Ήταν εκείνος που φέρεται να έδωσε εντολή για την εξαφάνιση του πτώματος, σε μια προσπάθεια να συσκοτιστεί το τοπίο της δολοφονίας.

Πέμπτη 9 Αυγούστου του 2012. Ο 26χρονος Μάριος πέφτει θύμα απαγωγής στο Διακοφτό Αχαϊας όπου βρισκόταν για διακοπές και μια μέρα μετά οι δράστες τηλεφωνούν στη μητέρα του.

Η μητέρα του Μάριου, διακεκριμένη οδοντίατρος με οικονομική άνεση όπως πίστευαν οι δράστες, χάνει τη γη κάτω από τα πόδια της.

Οι δράστες ζητούν λύτρα 620.000 ευρώ και απειλούν. Εκείνες τις πρώτες μέρες, ο οικογενειακός φίλος που καταδικάστηκε για το έγκλημα, συμβούλευε τη γυναίκα να μην ειδοποιήσει την αστυνομία.

Πίσω από την πλάτη της όμως διαπραγματεύεται μαζί της τηλεφωνικά και οργανώνει και τη δική της απαγωγή.

Ο Μάριος Παπαγεωργίου ήταν ήδη νεκρός. Στο παρτ παγκάζ του αυτοκινήτου του, βρέθηκαν κηλίδες από το δικό του αίμα και η άρση τηλεφωνικού απορρήτου οδήγησε στα ίχνη των δραστών.

Εκτός από τον εγκέφαλο στο σκοτεινό έγκλημα, το δρόμο για τη φυλακή πήρε η σύζυγός του και άλλα 4 άτομα που όπως έκριναν οι δικαστές πήραν μέρος στην απαγωγή και την δολοφονία. Το πτώμα του Μάριου όμως, δεν εντοπίστηκε ποτέ.

Υπόθεση Άλεξ

3 Φεβρουαρίου του 2006. Ο 11χρονος Άλεξ δεν επιστρέφει στο σπίτι του. Η μητέρα και ο πατριός του αρχίζουν να τον αναζητούν στους δρόμους της Βέροιας. Η μυστηριώδης εξαφάνιση όμως παραμένει άλυτος γρίφος για χρόνια, με το παιδί όπως διαπιστώνεται να δολοφονείται και τους δράστες να εξαφανίζουν το πτώμα του.

Η επιμονή της μητέρας του και τα Μέσα Ενημέρωσης μπόρεσαν να ξεδιαλύνουν το τοπίο, αλλά ποτέ ολοκληρωτικά. Οι έρευνες αποκαλύπτουν πως ο μικρός εκείνη την περίοδο δεχόταν bullying από μια παρέα πέντε «σκληρών» συμμαθητών του.

Ενώ στην αρχή, κανένας δεν πίστεψε αυτή την εκδοχή, τα πέντε παιδιά αργότερα ομολόγησαν τον θανάσιμο τραυματισμό του μαθητή. Για υπόθαλψη εγκληματία κατά συρροή φυλακίστηκε και ο παππούς δύο εκ των δραστών.

Το Δικαστήριο επέβαλε στα δύο ανήλικα Ελληνόπουλα το μέτρο του εγκλεισμού τους στο ίδρυμα αγωγής ανηλίκων Βόλου μέχρι την ενηλικίωσή τους. Για τους τρεις υπόλοιπους ανήλικους κατηγορούμενους, το Δικαστήριο ανέθεσε την επιμέλειά τους στην Υπηρεσία Επιμελητών Βέροιας και τους επέβαλε αναμορφωτικά μέτρα.

Το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί μέχρι σήμερα είναι το πού βρίσκεται το άψυχο σώμα του Άλεξ. Ένα μυστήριο που 18 χρόνια μετά δεν έχει λυθεί. Μια μάνα δεν μπόρεσε ποτέ να χαιρετίσει τον μονάκριβο γιο της.

Το έγκλημα φρίκης με την μικρή Άννυ

Το 2015 έρχεται στο φως της δημοσιότητας άλλη μια ανατριχιαστική δολοφονία. Τα ίχνη ενός 4χρονου κοριτσιού χάνονται και η μητέρα της δηλώνει την εξαφάνιση 6 μέρες μετά.

Δύο εβδομάδες μετά, ο πατέρας της μικρής ομολογεί μετά από ανάκριση 25 ωρών, ότι σκότωσε και τεμάχισε την κόρη του. Ο θάνατος για τη μικρή Άννυ ήταν από τους πιο βάρβαρους στα αστυνομικά χρονικά της χώρας.

Ο δράστης τεμάχιζε και πολτοποιούσε τα μέλη της κόρης του και στη συνέχεια, πριν τα πετάξει στα σκουπίδια τα μαγείρευε, με διάφορα υλικά, για να μοιάζουν με φαγητά. Είχε κρεμάσει πετσέτες σε όλο το σπίτι, για να απορροφούν τους υδρατμούς και για μέρες έκανε δήθεν ότι αγωνιά για την τύχη της κόρης του.

Υπόθεση Χαριτοπούλου

Ένα από τα πλέον στυγερά εγκλήματα ήταν και αυτό που είχε διαπραχθεί τον Αύγουστο του 1998 όταν ο Σπύρος Καββαδίας σκότωσε την 27χρονη τότε Τάνια Χαριτοπούλου, μπροστά στα μάτια της μόλις τριών ετών κόρης τους, στην Πολίχνη Θεσσαλονίκης.

«Ο μπαμπάς και η μαμά μάλωσαν. Την τράβηξε από τα μαλλιά και εκείνη άρχισε να κλαίει και να φωνάζει. Μετά την έβαλε στο κρεβάτι, της έβαλε στο πρόσωπο δύο μαξιλάρια και η μαμά κοιμήθηκε», ανέφερε η κόρη της.

Ο δράστης εξαφάνισε το πτώμα, αλλά μετά από σειρά αντιφάσεων αναγκάστηκε να ομολογήσει.

Όπως αποκαλύφθηκε, το Νοέμβριο του 1992 είχε σκοτώσει και την Ελβετίδα φίλη του, με την οποία συζούσε όταν ήταν μετανάστης στη Βασιλεία της Ελβετίας. Ο σκληρός «ασπρομάλλης» όπως έγραφε ο τύπος της εποχής αποφυλακίστηκε με περιοριστικούς όρους από την Κέρκυρα το 2020. Η κόρη της αδικοχαμένης Τάνιας Χαριτοπούλου ψάχνει μέχρι και σήμερα να μάθει την αλήθεια, αλλά και τι απέγινε το πτώμα της μητέρας της.