Ενδιαφέρον, αλλά και έντονη ανησυχία προκαλεί μια δημοσκόπηση που έρχεται από τη Γερμανία, αναδεικνύοντας την όλο και αυξανόμενη τάση της Ακροδεξιάς όχι μόνο στη χώρα, αλλά και σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Την ίδια στιγμή, το ακροδεξιό AfD (Εναλλακτική για τη Γερμανία) καταγράφει ιστορικά ρεκόρ σε σφυγμομετρήσεις που διεξάγονται σε κρατίδια, γεννώντας έντονο προβληματισμό, σχεδόν έναν χρόνο πριν από τις τοπικές εκλογές, για κυριαρχία της Ακροδεξιάς στην πολιτική σκηνή της χώρας.

Τι είναι το AfD

Τι κάνει αυτή την περίοδο το ακροδεξιό AfD να σημειώνει τεράστια άνοδο, σε συνδυασμό με το δημοσκοπικά ιστορικό χαμηλό του σοσιαλδημοκρατικού SPD;

Το AfD είναι ένα γερμανικό εθνικιστικό κόμμα που τάσσεται κατά του ευρώ και της Ε.Ε., με τις εξαγγελίες του να επικεντρώνονται σε αντιμεταναστευτική ατζέντα, αντι-ισλαμισμό, αφαίρεση υπηκοότητας σε μετανάστες, με το πρώτο «σημάδι» να έρχεται το 2017, όταν στη Σαξονία ξεπέρασε το -τότε κυβερνών- χριστιανοδημοκρατκό CDU της Μέρκελ, όπου και αναδείχθηκε πρώτο κόμμα. Εστιάζοντας στις πολλαπλές κρίσεις της περιόδου και εκμεταλλευόμενο το τεράστιο αίσθημα ανασφάλειας της κοινωνίας και την απογοήτευση ως προς το σύστημα, θέτει σε λειτουργία τη δράση του.

Η επιχείρηση απομόνωσής του από τα συστημικά κόμματα ενίσχυσε το αφήγημα της εναλλακτικής σε ένα «αποτυχημένο κατεστημένο», ενώ στην ατζέντα του δεν παραλείπονται στοιχεία όπως η εχθρότητα προς κάθε τι μη εθνικό, ο ευρωσκεπτικισμός και οι προσεγγίσεις και πολιτικές που αμφισβητούν την ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή.



Πρόσφατη έρευνα του πολιτικού ιδρύματος «Φρίντριχ Εμπερτ», το οποίο πρόσκειται στο Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, κατέληξε στο ότι ένας στους δώδεκα Γερμανούς έχει ακροδεξιά ιδεολογία. Λαμβάνοντας υπόψη δείγμα 2.000 ατόμων, ηλικίας από 18 μέχρι 90 ετών, προέκυψε ότι το 8% έχει ξεκάθαρο ακροδεξιό προσανατολισμό, με το ποσοστό αυτό σε προηγούμενες μελέτες να μην ξεπερνά το 3%. Η έρευνα πραγματοποιείται ανά διετία, από το 2002. Ποσοστό της τάξεως 5%-7% σε όλες τις ηλικιακές ομάδες υποστηρίζει μια δικτακτορία, με την επικεφαλής της έρευνας να τονίζει ότι φαινόμενα όπως η πανδημία, οι κρίσεις στην οικονομία, το ενεργειακό και η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία οδηγούν σε αυξανόμενη συμπάθεια προς τον αυταρχισμό.

Η μελέτη καθιστά σαφές ότι στις κοινωνικές τάξεις με μικρές οικονομικές απολαβές, που βιώνουν άμεσα και με μεγαλύτερη βαρβαρότητα τις κρίσεις αυτές, βρίσκουν πέραση οι ακροδεξιές συμπεριφορές. Η στάση αυτή αιτιολογείται από τη μείωση της εμπιστοσύνης στη δημοκρατική λειτουργία, καθώς και στους κρατικούς θεσμούς, ενώ «καμπανάκι» για τις εν λόγω ομάδες αποτελεί ότι το 38% έχει συνωμοσιολογικές θέσεις, το 33% λαϊκίστικες και το 29% εθνοαυταρχικές-επαναστατικές συμπεριφορές. Τα ευρήματα αυτά, φυσικά, οδηγούν και στην αύξηση των θέσεων περί επιστροφής στις λεγόμενες «εθνικές αξίες» για την αντιμετώπιση των κρίσεων. Σύμφωνα με την DW, το 53% τάσσεται υπέρ της επιστροφής σε αυτό το μοντέλο και της απομόνωσης από τον υπόλοιπο κόσμο.

Ιστορικό υψηλό

Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση της δημόσιας γερμανικής τηλεόρασης ZFD, η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» κατατάσσεται δεύτερη στις προτιμήσεις των πολιτών, με 21%, με τη Χριστιανοδημοκρατική Ενωση (CDU) να βρίσκεται στην πρώτη θέση με 26% και το SPD να κατακρημνίζεται δημοσκοπικά, στο 17%. Ακολουθούν οι Πράσινοι με 16%, οι Φιλελεύθεροι (FPD) με 6% και το αριστερό κόμμα Die Linke με 5%.

Το «μπαμ» στην άνοδο αυτή έρχεται όμως και από τα κρατίδια. Στο Βρανδεμβούργο, η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» προπορεύεται σε δημοσκόπηση που έλαβε χώρα πριν από λίγο καιρό από το Ινστιτούτο Infratest Dimap, αφήνοντας πίσω όλα τα κόμματα, με ποσοστό 32%, εννέα μονάδες περισσότερες από αυτές που κατέγραψε δημοσκοπικά τον Απρίλιο. Εδώ υπάρχει έντονη πίεση για το SPD, το οποίο για 30 συναπτά έτη κυβερνά στο κρατίδιο, με την τελευταία δημοσκόπηση να το κατατάσσει στο 20%. Ακόμα, το προβάδισμα του AfD στην πρόθεση των ψηφοφόρων εντοπίζεται σε Θουριγγία (32%), Σαξονία (35%) και Μέκλενμπουρκ - Πομερανία (29%).

Πανευρωπαϊκή αύξηση

Συστατικό στοιχείο της ανόδου της Ακροδεξιάς ιστορικά αποτελούσαν οι μεγάλες οικονομικές και κοινωνικές κρίσεις, και στην περίπτωση της Γερμανίας η Ιστορία αποτύπωσε το ίδιο στο δύσκολο κλίμα που επικράτησε μετά τον Α’ Π.Π. και την καθολική δυσχέρεια αντιμετώπισης των κρίσεων μετά τον πόλεμο, κατά την περίοδο της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης (1919-1933), με την μετέπειτα άνοδο του ναζισμού.

Η απογοήτευση από τον κυβερνητικό συνασπισμό SPD - Πρασίνων - Φιλελευθέρων, η κατάρρευση του Die Linke, η στροφή Σολτς στην περαιτέρω δημοσιονομική πειθαρχία, καθώς και οι υψηλές πιθανότητες για ύφεση στη γερμανική οικονομία οδηγούν την Ακροδεξιά στο να βρίσκει εύφορο έδαφος στην ιεράρχηση μιας ατζέντας μίσους, εκμεταλλευόμενη ξανά τα οικονομικοκοινωνικά πλήγματα των τελευταίων ετών.

Δημοσιεύτηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ στις 30/9