Βρισκόμαστε στο 2015 πριν τις βουλευτικές εκλογές. Το τηλέφωνο του ιδρύματος Ανδρέα Παπανδρέου στον Κεραμεικό χτυπάει και στην άλλη άκρη της τηλεφωνικής γραμμής είναι το γραφείο του Αλέξη Τσίπρα. Ο λόγος του τηλεφωνήματος ήταν το αίτημα από το γραφείο του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ προς το ίδρυμα του ιδρυτή του ΠΑΣΟΚ, να παρασχεθεί το αρχείο με τις ομιλίες του Ανδρέα Παπανδρέου, αίτημα το οποίο έγινε δεκτό.

Έκτοτε ο Αλέξης Τσίπρας μελέτησε τον Ανδρέα Παπανδρέου. Πώς μιλούσε, πώς κινούταν, πώς ντυνόταν και πώς δρούσε ως πολιτικό υποκείμενο. Το αποτέλεσμα της μελέτης έκανε πολλούς να υποστηρίξουν ότι ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επιχειρεί να μιμηθεί τον Ανδρέα Παπανδρέου.

Όσο ο Αλέξης Τσίπρας επιχειρούσε να αντιγράψει τον Ανδρέα Παπανδρέου ακόμα και στη χροιά της φωνής, το ντύσιμο και την εκφορά του λόγου, πατούσε σε ένα πολύ κοντινό πολιτικό μονοπάτι με εκείνο που περπάτησε στα τέλη του 2009 και το 2010, το βιολογικό τέκνο του Ανδρέα Παπανδρέου, ο πρώην πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου.

Με την ψυχραιμία που προσφέρει η απόσταση του χρόνου, Γιώργος Παπανδρέου και Αλέξης Τσίπρας, εμφανίζουν κοινά σημεία στην πολιτική και τους χειρισμούς τους με την ίδια κατάληξη.

Το πρώτο εξάμηνο

Στην ιστορία έχει μείνει πλέον το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, η περίοδος κατά την οποία ο Αλέξης Τσίπρας και οι υπουργοί του έκριναν ότι μπορούν να περάσουν στους Ευρωπαίους τη δική τους πολιτική, κάνοντας στην άκρη τις υποχρεώσεις της χώρας.

Αν κάποιος έλεγε ότι οι «επαναστάσεις» κρατάνε μόνο 6 μήνες δεν θα έπεφτε και πολύ έξω αν κρίνουμε από το ελληνικό παράδειγμα.

Από τις εκλογές του 2009 και την ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ και τον Γιώργο Παπανδρέου μέχρι το διάγγελμα από το Καστελλόριζο για την είσοδο της Ελλάδας στο πρώτο μνημόνιο, μεσολαβούν 6 μήνες.

Σύμπτωση; Ίσως.

Και στα δύο εξάμηνα, Παπανδρέου και Τσίπρα, η Ελλάδα κινείται όπως ένα τρένο με σπασμένα φρένα. Οι ράγες όμως δεν είναι κατασκευασμένες από Έλληνες και η διαδρομή έχει εκπλήξεις, δυσκολίες και την ίδια ακριβώς κατάληξη.

Στο μεν πρώτο εξάμηνο του Γιώργου Παπανδρέου, η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ είναι δεσμευμένη στις προεκλογικές της εξαγγελίες, στο περίφημο πλέον «λεφτά υπάρχουν». Στο υπουργείο Οικονομικών γνωρίζουν την τραγική κατάσταση των οικονομικών της χώρας. Επιλέγουν να μην κάνουν απολύτως τίποτα και επιτείνουν εκθετικά την κακή εικόνα που υπάρχει. Το συγκεκριμένο πρόβλημα αντιλαμβάνονται οι αγορές, με αποτέλεσμα να ξεκινήσει ένα γαϊτανάκι κερδοσκοπίας εις βάρος της Ελλάδας με την κυβέρνηση να βρίσκεται σε ρόλο θεατή. Όπως έχει δηλώσει η Λούκα Κατσέλη, κορυφαία σύμβουλος και υπουργός του Γιώργου Παπανδρέου, «δεν είχε δει» το ενδεχόμενο οι αγορές να αποκλείσουν μία χώρα από την πρόσβαση στη χρηματοδότηση.

Στην αναθεωρημένη και επαυξημένη έκδοση του Αλέξη Τσίπρα και του ΣΥΡΙΖΑ, επί ένα εξάμηνο καλλιεργήθηκε η εντύπωση ότι η κυβέρνηση θα παίζει τον ζουρνά και οι αγορές θα χορεύουν. Σχεδόν όλες οι ενέργειες της κυβέρνησης εκπορεύονταν από τη συγκεκριμένη ιδεοληψία. Τα ταμειακά διαθέσιμα τελείωναν και η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα επέμενε στην αντίληψη ότι θα χωρέσει τους θεσμούς της Ευρωπαϊκής Ένωσης και τους δανειστές της Ελλάδας στο δικό του πρόγραμμα, αγνοώντας κάθε προειδοποίηση ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί.

Τα πειράματα

Όσο κι αν οι δύο κυβερνήσεις θέλησαν να μείνουν πιστές στο πρόγραμμα με το οποίο έλαβαν την ψήφο του ελληνικού λαού, η αντικειμενική κατάσταση των ταμειακών διαθέσιμων δεν άφηνε πολλά περιθώρια στην πράξη.

Η κυβέρνηση Παπανδρέου έχοντας βάλει για τα καλά την Ελλάδα στο μικροσκόπιο των αγορών και στο στόχαστρο των κερδοσκόπων αναζήτησε χρηματοδότηση μέσω άλλων διεξόδων. Τέτοια διέξοδος ήταν οι ιδιωτικές τοποθετήσεις, μία μέθοδος δανεισμού που δεν γίνεται δανεισμός μέσω δημοπρασίας και τραπεζών. Ο Γιώργος Παπανδρέου και άλλα μέλη της κυβέρνησης επιδόθηκαν σε έναν μαραθώνιο ταξιδιών σε χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα σε μία προσπάθεια να ιχνηλατήσουν πιθανό ενδιαφέρον για ιδιωτικές τοποθετήσεις. Σε επίπεδο συζήτησης το ενδιαφέρον ήταν ζωηρό αλλά στην πράξη μηδαμινό. Η ζημιά ήταν διπλή. Από τη μία το σαφάρι για ιδιωτικές τοποθετήσεις δεν είχε αποτέλεσμα και από την άλλη, η αποτυχία αυτή λειτούργησε ως επιταχυντής της καχυποψίας των αγορών απέναντι στην ελληνική οικονομία. Στα τέλη Ιανουαρίου η Ελλάδα βγαίνει στις αγορές και το spread των 10ετών ομολόγων ξεπερνάει τις 300 μονάδες βάσης ενεργοποιώντας ένα μεγάλο ράλι.

Η κυβέρνηση του Αλέξη Τσίπρα επιχείρησε να προχωρήσει σε περισσότερα πειράματα τα οποία κινούνται στη ζώνη του λυκόφωτος. Στις αρχές Φεβρουαρίου, η ΕΚΤ ανακοίνωνε ότι από τις 11 Φεβρουαρίου δεν θα δέχεται ως ενέχυρα (collateral) ελληνικά ομόλογα, οδηγώντας τη χρηματοδότηση των ελληνικών τραπεζών στον ακριβότερο μηχανισμού ELA. Ήταν ένα πρώτης τάξεως μήνυμα ότι η ελληνική κυβέρνηση έπρεπε να ολοκληρώσει την ανοιχτή τελευταία αξιολόγηση.

Από το ταξίδι του Αλέξη Τσίπρα στη Μόσχα και τη συνάντησή του με τον Βλαντιμίρ Πούτιν, μέχρι την πρόταση του Γιάνη Βουφάκη στο Eurogroupτου Φεβρουαρίου του 2015 που προέβλεπε διευθέτηση του χρέους με swaps και «άληκτα» ομόλογα (perpetual bonds) και τους σχεδιασμούς για το περίφημο Plan B με την έξοδο από την Ευρωζώνη, η κυβέρνηση Τσίπρα αποδεικνύεται ότι μέσα στο πρώτο εξάμηνο, όπως και η κυβέρνηση Παπανδρέου, αντί να αντιμετωπίσει τη σκληρή πραγματικότητα, προτίμησε να πειραματιστεί. Την ίδια στιγμή τα ταμεία άδειαζαν.

Το δημοψήφισμα

Αν σε κάτι σίγουρα δεν είναι συνηθισμένος ο ελληνικός λαός είναι η διαδικασία του δημοψηφίσματος, το οποίο έχει ταυτιστεί με πολιτειακές αλλαγές, όπως εκείνο μετά την πτώση της δικτατορίας για την επιστροφή ή μη του βασιλιά.

Το ημερολόγιο έγραφε Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2011 και ο Γιώργος Παπανδρέου είχε συγκαλέσει την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ στη Βουλή. Η ανακοίνωσή του για διεξαγωγή δημοψηφίσματος για την έγκριση ή την απόρριψη της απόφασης της συνόδου κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης προκαλεί αντιδράσεις στο εσωτερικό του ΠΑΣΟΚ, με κορυφαίους βουλευτές και υπουργούς να διαφωνούν ανοιχτά με την απόφαση.



Οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες και οι αγορές αντιμετωπίζουν με σκεπτικισμό και έκπληξη την ανακοίνωση για δημοψήφισμα και στο Palais de Congres των Καννών θα παιζόταν η τελευταία πράξη του δράματος στις 3 Νοεμβρίου πριν ο Έλληνας πρωθυπουργός πάρει πίσω την απόφαση για δημοψήφισμα και αποχωρήσει από την πρωθυπουργία.

Τραγική ειρωνεία;

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, ως επικεφαλής της ήσσονος αντιπολίτευσης είχε ταχθεί ανοιχτά εναντίον του δημοψηφίσματος. «Αν επιχειρήσει ο πρωθυπουργός να διενεργήσει δημοψήφισμα και να θέσει στον λαό το δίλημμα ευρώ και μέτρα ή έξοδος, τότε η κατάρρευση της οικονομίας, η πτώχευση της χώρας θα έρθει πολύ πριν την κάλπη. Αυτό δεν θα είναι δημοψήφισμα, θα είναι μια επικίνδυνη ζαριά για τη χώρα μας...» είχε δηλώσει χαρακτηριστικά.

Μέχρι τις 26 Ιουνίου 2015, ο Αλέξης Τσίπρας μάλλον είχε ξεχάσει όσα είχε δηλώσει. Μία συνεδρίαση του κυβερνητικού συμβουλίου εξελίχθηκε σε συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου στο Μέγαρο Μαξίμου και στις 00:36 ο Αλέξης Τσίπρας ανακοινώνει τη διενέργεια δημοψηφίσματος για την αποδοχή ή όχι της συμφωνίας που έχουν προτείνει οι εταίροι της Ελλάδας.



Το δημοψήφισμα διενεργείται στις 5 Ιουλίου το «όχι» επικρατεί με συνολικό ποσοστό 61,31% έναντι 38,69%. Έχει προηγηθεί το κλείσιμο των τραπεζών, η επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων, η κοινωνία διχάζεται, οι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι είχαν μετατρέψει το δημοψήφισμα σε ψήφο παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη ή όχι και οι αγορές παρέμεναν παγερά αδιάφορες. Πολύ γρήγορα ο Αλέξης Τσίπρας αντιλαμβάνεται ότι αυτό το οποίο θεωρούσε ως το μεγάλο όπλο της κυβέρνησης στη διαπραγμάτευση ήταν άσφαιρο.

Το είχε αδειάσει ο Γιώργος Παπανδρέου το 2011.

Οι εσωκομματικές έριδες

Η πολιτική μοίρα του Γιώργου Παπανδρέου και του Αλέξη Τσίπρα συνδέθηκε και σε ένα άλλο πεδίο. Τις εσωκομματικές έριδες με διαφορετική όμως κατάληξη.

Ο Γιώργος Παπανδρέου από τη στιγμή που ανακοίνωσε τη διενέργεια δημοψηφίσματος, ξεκίνησε να μετράει αντίστροφα για την αποχώρησή του από την πρωθυπουργία και την προεδρία του κόμματος και μάλιστα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. Μία σειρά βουλευτών προειδοποιούσαν ότι θα καταψηφίσουν στη Βουλή την πρόταση για δημοψήφισμα, η Μιλένα Αποστολάκη είχε ανεξαρτητοποιηθεί ενώ σε γραμμή ενάντια στη διενέργεια δημοψηφίσματος κινούνταν βουλευτές προσκείμενοι στον Ευάγγελο Βενιζέλο. Το ΠΑΣΟΚ έχανε τη δεδηλωμένη αν έκανε το δημοψήφισμα.

Στον αντίποδα, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, το 2015, έχανε τη δεδηλωμένη επειδή το «όχι» του δημοψηφίσματος έγινε «ναι» από τον Αλέξη Τσίπρα κατά τη διάρκεια της διαπραγμάτευσης.

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, φέρνοντας τη συμφωνία στην Ελλάδα μετά τη Σύνοδο Κορυφής βρήκε απέναντί του μία συμπαγή ομάδα που διαφωνούσαν με τη συμφωνία. Μεταξύ αυτών κορυφαία στελέχη της πρώτης κυβέρνησης Τσίπρα όπως ο Γιάνης Βαρουφάκης, ο Παναγιώτης Λαφαζάνης και ο Δημήτρης Στρατούλης όπως και η τότε Πρόεδρος της Βουλής, Ζωή Κωνσταντοπούλου. Ενδεικτικό είναι ότι από τον ΣΥΡΙΖΑ 32 βουλευτές καταψήφισαν το τρίτο Μνημόνιο, 11 δήλωσαν «παρών», 3 διαφοροποιήθηκαν ψηφίζοντας «ναι» επί της αρχής και «παρών» σε επιμέρους άρθρα, ενώ ένας βουλευτής ήταν απών.

Το μνημόνιο

Η κατάληξη της πολιτικής των δύο πρώην πρωθυπουργών ήταν κυριολεκτικά πανομοιότυπη. Ένα μνημόνιο. Στην περίπτωση του Γιώργου Παπανδρέου μεσολάβησε ένα διάγγελμα από το Καστελλόριζο ενώ στην περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα μία 17ωρη διαπραγμάτευση στη Σύνοδο Κορυφής με το σχέδιο του προσωρινού Grexit να είναι πάνω στο τραπέζι.


Γιώργος Παπανδρέου και Αλέξης Τσίπρας αποδεικνύεται ότι είχαν παρόμοια περπατησιά όταν ανέλαβαν την πρωθυπουργία και κάποιος καλοπροαίρετος θα μπορούσε να τους συμβουλέψει ότι αν συνδυάζονταν, ο ένας θα γλίτωνε τις κακοτοπιές που δεν γλίτωσε ο άλλος. Από την άλλη κάποιος κακοπροαίρετος θα έλεγε ότι «το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού».

Πόσο μάλλον το τρις