O πρόεδρος της Τουρκίας τελικά υπαναχώρησε από την απειλή του να απελάσει τους πρεσβευτές των ΗΠΑ και άλλων εννέα συμμάχων του ΝΑΤΟ και βασικών εμπορικών του εταίρων. Θα είχε διαλύσει τις όποιες επαφές -διασυνδέσεις- διατηρεί ακόμη η Aγκυρα με τη Δύση, παρά την ιδιόρρυθμη συμπεριφορά του.

Ο Ερντογάν χαμήλωσε τον πήχη της οργής του, όπως αρέσκεται να λέει, για μια πιο λογική λύση. Η κρίση ξέσπασε όταν οι λεγόμενοι «10», με επικεφαλής τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία, ζήτησαν την επείγουσα απελευθέρωση του Οσμάν Καβάλα, ενός φιλάνθρωπου και ηγέτη της κοινωνίας των πολιτών, που κρατήθηκε σε απομόνωση για τέσσερα χρόνια με εντελώς αναπόδεικτες, αλλά ατελείωτα ανακυκλούμενες κατηγορίες.

Η ανακοίνωσή τους ανέφερε ότι «οι συνεχιζόμενες καθυστερήσεις στη δίκη του, συμπεριλαμβανομένης της συγχώνευσης διαφορετικών υποθέσεων και της δημιουργίας νέων έπειτα από προηγούμενη αθώωση, ρίχνουν σκιά στον σεβασμό της δημοκρατίας (και) του κράτους Δικαίου». Σίγουρα, αυτή η διπλωματική κατάπαυση του πυρός σταμάτησε στιγμιαία την κατάρρευση του τουρκικού νομίσματος. Αλλά η λίρα κατευθυνόταν ήδη γρήγορα προς τα κάτω, προτού αυτή η ακατανόητη μανία του προέδρου σε βάρος των πρέσβεων επιταχύνει την κατάρρευσή της. Ηδη η οικονομική πολιτική έχει προφανή αποτελέσματα: τη λαϊκή δυσφορία και την απογοήτευση.

Παρ’ όλα αυτά, ο Ερντογάν συνεχίζει να υπαγορεύει περικοπές στα επιτόκια, που πιστεύει ότι προκαλούν, αντί να περιορίσουν, τον χρόνιο πληθωρισμό της Τουρκίας. Η προσπάθειά του να δημιουργήσει ένα ευνοϊκό κλίμα είναι δύσκολο να επιτύχει. Δεν θα μπορέσει να σταματήσει τα δικαστήρια της Νέας Υόρκης, που διώκουν την κρατική Halkbank για άρση των κυρώσεων κατά του Ιράν. Δεν θα πείσει την Ουάσινγκτον να υποχωρήσει στον περιορισμό των πωλήσεων μαχητικών αεροσκαφών στην Αγκυρα επειδή έχει αγοράσει τα ρωσικά συστήματα αεράμυνας S-400, που θεωρεί ως «κούκο στη φωλιά του ΝΑΤΟ».

Συνεχίζει να υπαγορεύει περικοπές στα επιτόκια, που πιστεύει ότι προκαλούν, αντί να περιορίζουν, τον χρόνιο πληθωρισμό
Ο πρόεδρος Ερντογάν συντονίζει έναν συνασπισμό από νεοϊσλαμιστές και υπερεθνικιστές, παίζοντας τακτικά επικίνδυνα παιχνίδια με τους γείτονές του (βλ. Ελλάδα), για να αποσπάσει την προσοχή από τα φανερά επερχόμενα οικονομικά δεινά. Παίζει, όμως, με τη φωτιά. Παρά τις πιο ξεκάθαρες προειδοποιήσεις του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) για τις αδυναμίες της χώρας του, ο Ερντογάν φαίνεται να προκαλεί πλήρη νομισματική κρίση, ακολουθώντας τις πιο εκκεντρικές απόψεις της οικονομικής πολιτικής και ανακατεύοντας τη λειτουργία της κεντρικής τράπεζάς της. Αυτό είναι βέβαιο, σύμφωνα με διεθνείς εκτιμήσεις, ότι θα κοστίσει ακριβά στην τουρκική οικονομία, για την οποία ο Ερντογάν θα μπορούσε να πληρώσει βαρύ τίμημα στις προγραμματισμένες προεδρικές εκλογές του 2023.

Η πιο πρόσφατη έκθεση του ΔΝΤ για την τουρκική οικονομία υπογραμμίζει ότι οι προϋπάρχουσες εξωτερικές ευπάθειες της Τουρκίας επιδεινώθηκαν και ως αποτέλεσμα της πανδημίας COVID-19. Ιδιαίτερα ανησυχητικό για το ΔΝΤ είναι το γεγονός ότι η Τουρκία έχει πλέον μεγάλες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης ως αποτέλεσμα πολλών ετών μεγάλων ελλειμμάτων του εξωτερικού ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών. Κατά την άποψη του ΔΝΤ, η Τουρκία θα πρέπει να είναι έτοιμη να αντιμετωπίσει το πρόβλημα του πληθωρισμού της και να προσελκύσει ξένα κεφάλαια για να υποστηρίξει την τουρκική λίρα αυξάνοντας τα επιτόκια σε ένα επίπεδο που είναι θετικό από όρους προσαρμοσμένους στον πληθωρισμό.

Έπεσαν στο κενό οι προειδοποίησεις του ΔΝΤ

Φαίνεται, όμως, ότι οι προειδοποιήσεις του ΔΝΤ στον Ερντογάν έπεσαν στο κενό. Παρά το γεγονός ότι η τουρκική λίρα έχει χάσει τώρα περίπου το 24% της αξίας της από την αρχή του έτους, καθιστώντας την το νόμισμα με τις χειρότερες επιδόσεις στον κόσμο, ο Ερντογάν εξακολουθεί να επιμένει στη λανθασμένη πεποίθησή του ότι τα ποσοστά υψηλών επιτοκίων είναι η αιτία του υψηλού πληθωρισμού.

Η εμμονή του αυτή τον ώθησε να συνεχίσει να πιέζει την κεντρική τράπεζα να μειώσει τα επιτόκια. Ο Σαχάπ Καβτσιόγλου, σημερινός διοικητής της κεντρικής τράπεζας, που συμμερίζεται την άποψη για τα επιτόκια του Ερντογάν, προχώρησε στη μείωσή τους. Είναι σχεδόν σαν η Τουρκία να επιθυμεί μια οικονομική κρίση. Η απειλή για εκδίωξη απεσταλμένων από ισχυρούς συμμάχους λίγες ημέρες μετά τη μαζική και υπό διεθνή χλεύη μείωση των επιτοκίων ήταν μια συνταγή για την «κατάδυση» του νομίσματος.

Είναι απολύτως κατανοητό ότι η Τουρκία βρίσκεται στα πρόθυρα μιας άλλης αλλαγής, σημειώνουν διπλωματικοί παράγοντες. Αλλά με κάθε στροφή η εμπιστοσύνη των επενδυτών μειώνεται λίγο περισσότερο. Και η σύσφιγξη μπορεί να θεωρηθεί ως υποτροπή στο οικονομικό κατεστημένο. Ο Ερντογάν έχει μια ανορθόδοξη άποψη, σημειώνουν οικονομικοί αναλυτές, ότι τα υψηλά επιτόκια προκαλούν, αντί να εξουδετερώνουν, τον πληθωρισμό. Εχει δηλώσει, μάλιστα, κάποιες φορές ότι η συμβατική νομισματική σκέψη είναι μέρος μιας συνωμοσίας για την υπονόμευσή του. Ολα αυτά δεν προμηνύουν τίποτε καλό για τις εκλογικές προοπτικές του Ερντογάν και του κόμματός του το 2023.

Ηδη πέφτει στις δημοσκοπήσεις. Το τελευταίο πράγμα που θα μπορούσε να αντέξει είναι μια πλήρη νομισματική κρίση και έναν συνεχώς αυξανόμενο πληθωρισμό, που θα αποτελέσουν έναν δρόμο χωρίς επιστροφή. Και αυτό θα μπορούσε να συμπαρασύρει τη Νοτιοανατολική Μεσόγειο σε έναν ακαθόριστο κύκλο αβεβαιότητας και πιθανών συγκρούσεων.