Αυτή είναι η μία πλευρά του νομίσματος: Μόνον η εικόνα που παρουσιάζουν πλέον οι ομιλούσες κεφαλές της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ αρκεί για να γίνει κατανοητό το πόσο δυσχερής μπορεί να είναι σήμερα η θέση της Ελλάδας. Με δεδομένες τις «στροφές» του προέδρου Τραμπ, το «εγκεφαλικό» του ΝΑΤΟ, τις επιμέρους πολιτικές του Βερολίνου, τις διαφορές της Γαλλίας με τις ΗΠΑ και τη Γερμανία και την ευρωπαϊκή ζαλάδα λόγω brexit, δεν είναι χωρίς εξήγηση το ότι η Αθήνα δεν βρίσκει στην ευρωατλαντική σκηνή «εγγυητές» της εθνικής ασφαλείας της χώρας μας και «αλληλέγγυους» φίλους. Εξαιρετικά ανήσυχοι οι κυβερνώντες, δέχονται σήμερα διαβεβαιώσεις από Ευρωπαίους και Αμερικανούς με δηλώσεις και ανακοινώσεις για το δίκαιο των ελληνικών θέσεων κατά τα διεθνώς προβλεπόμενα, η Τουρκία αποδοκιμάζεται, αλλά... έως εκεί. 

Ο ισλαμιστής «αδελφός μουσουλμάνος» Ερντογάν στέκει μια χαρά στα πόδια του και αγκαλιά με τη Μόσχα χαίρεται με τα καμώματα των Δυτικών. Απέναντί του, η ελληνική ηγεσία υποχρεώνεται να διαπιστώνει, πικρά, ότι την ώρα του μεγάλου κινδύνου όλες οι υφιστάμενες «στρατηγικές» συμμαχίες της έχουν τα όριά τους. Και αυτό σημαίνει πως το μόνο βέβαιο είναι ότι η Ελλάδα πρέπει με ίδιες δυνάμεις να υπερασπιστεί την κρίσιμη στιγμή τα κυριαρχικά δικαιώματά της.
Η Ελλάδα, ευρισκόμενη σε σοβαρό κίνδυνο, με αντίπαλο πρόθυμο για κανονιές, ανακαλύπτει πως επί της ουσίας δεν «ανήκει» ακριβώς πουθενά

Η Ελλάδα τώρα δεινοπαθεί. Και ερχόμαστε στην άλλη όψη του νομίσματος: Από την πλευρά της, «βουνό» προβλημάτων σχηματίζουν τα λάθη και οι παραλείψεις των κυβερνήσεών της. Εδώ και δεκαετίες και χωρίς να μετράει σωστά τις μεταβαλλόμενες γεωπολιτικές ισορροπίες στον κόσμο και γύρω της, ούτε και τα διογκούμενα μεγέθη της Τουρκίας, η Ελλάδα, ανέμελη, οδηγήθηκε τελικώς από ανεπαρκείς πολιτικές «ελίτ» σε έναν «τόπο» όχι ακριβώς «ευρωπαϊκό» ούτε και «ΝΑΤΟϊκό», διόλου ασφαλή, γεμάτο αφύλακτες διαβάσεις. Στο διάστημα μιας πορείας που καθορίστηκε από συντηρητικές πολιτικές «κατευνασμού» της Τουρκίας, από εκτός πραγματικότητας φαντασιώσεις κεντροαριστερών «εκσυγχρονιστών» και αριστερών «διεθνιστών», και παραλλήλως από παραγωγική απίσχνανση και υπερχρέωση, η Ελλάδα βρέθηκε τελικά σε μια περίεργη κατάσταση: Οικονομικά εξουθενωμένη, με υποδομές διόλου «ευρωπαϊκές», με Ενοπλες Δυνάμεις αξιόμαχες μεν, αλλά με ελλείψεις σε πόρους και μέσα, γεωπολιτικά «ανοικτή» και εκτεθειμένη στις πιέσεις και τις ιταμές πολεμικές απειλές μιας ισχυρής χώρας-μέλους του ΝΑΤΟ, υποψήφιας (και με ελληνική υπογραφή) για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Πίσω από όλα αυτά βρίσκεται σήμερα κάτι βασικό, κι αυτό είναι πως η Αθήνα χρησιμοποιεί διπλωματικά όπλα «παλιάς μόδας», που δεν είναι συμβατά με τα όσα έχουν εξελιχθεί και ωριμάσει στο γεωπολιτικό περιβάλλον από τη δεκαετία του ’90 και πέρα.

Ετσι, σήμερα, Δεκέμβριο 2019, μπορεί να πει κανείς ότι η Ελλάδα, ευρισκόμενη σε σοβαρό κίνδυνο, με αντίπαλο πρόθυμο για κανονιές, ανακαλύπτει πως επί της ουσίας δεν «ανήκει» ακριβώς πουθενά. Η χώρα κινείται σε έναν ασταθή, «γκρίζο» χώρο, σε μια περιοχή όπου ο «πολύτιμος στρατηγικός εταίρος» των ΗΠΑ-ΝΑΤΟ μόνο «στα χαρτιά» και στα λόγια επιβεβαιώνεται. Πρόκειται για την τραγική κατάληξη μίας σειράς από τρισάθλιες πολιτικές συμπλεγματικών «ελίτ», που κακομεταχειρίστηκαν τη χώρα. Επείγουσα όσο ποτέ άλλοτε είναι τώρα η ανάγκη καταβολής προσπαθειών για «διορθώσεις πορείας». Το εθνικό σκάφος «μπάζει» από παντού. Οι πολιτικές κεφαλές της χώρας, χωρίς σχέδια εθνικής ανασυγκρότησης, χωρίς στρατηγική, με παρωχημένες αντιλήψεις περί εθνικής ασφαλεί-ας, δεν μπορούν να υποσχεθούν παρά μόνον απώλειες. Μηδενική απόδοση έχουν πλέον οι καλές προθέσεις και η «κινητικότητα» της ηγεσίας. Τα πάντα θέλουν επα-νασχεδιασμό. Οι διεθνείς εξελίξεις δείχνουν ότι η εξωτερική πολιτική της χώρας χρειάζεται μία εντελώς νέα «διατύπωση» επάνω σε νέους στρατηγικούς άξονες και με συγκεκριμένους στόχους. Αυτή την ώρα, η ελληνική τάξη εξουσίας δεν έχει προσδιορίσει τη γεωπολιτική ταυτότητα της χώρας, δεν διαθέτει συνεπώς ούτε και την ανάλογη στρατηγική. Απέναντί της έχει μία εχθρική δύναμη, που διαθέτει και ταυτότητα και στρατηγική.