Tι αγωνία και αυτή... Στην πολιτική οικονομία αναφέρεται συχνά ο όρος «voodoo politics», δηλαδή η υποκριτική στάση όσων υπόσχονται μια «μαγική» δημοσιονομική προσαρμογή στις απαιτήσεις της πραγματικής οικονομίας.

Τέτοιες βολικές αυταπάτες αποτέλεσαν τη βάση της μνημονιακής διαχείρισης, με τις πολιτικές-βουντού που υιοθετήθηκαν από τους δανειστές και τις ελληνικές κυβερνήσεις. Δυστυχώς, η συνέχεια είναι προβλέψιμη και για τον προϋπολογισμό του 2019 που κατατέθηκε στη Βουλή.

Το Μαξίμου, δικαίως, πανηγυρίζει, αφού με την ανοχή των Βρυξελλών δεν κόπηκαν οι συντάξεις και υιοθετούνται τα περισσότερα μέτρα που είχε εξαγγείλει στη Θεσσαλονίκη ο κ. Τσίπρας.

Με ένα επιφώνημα ανακούφισης, «ουφ, η Αριστερά κερδίζει το προεκλογικό παιχνίδι» αντιδρούν οι ΣΥΡΙΖΑίοι και με περισσή σύγχυση οι Νεοδημοκράτες, παραβλέποντας άπαντες ότι η εποπτεία των Ε.Ε., ΕΚΤ/ΕΜΣ, ΔΝΤ έχει αντικατασταθεί από ένα πολυπλοκότερο και δυσκολότερα αντιμετωπίσιμο σύστημα εποπτείας – κατ’ αρχάς από τις ίδιες τις αγορές. Αραγε, το θράσος των «voodoo politics», που παραπέμπει τον Ελληνα ευθέως στην καμουφλαρισμένη με τον «δανεισμό» από τις αγορές καινούργια υποτέλεια, «επιτρόπευση» και λεηλασία «υπό ευρωπαϊκήν προστασίαν», είναι αρκετό;

Και από πόσες, άραγε, ταπεινώσεις γλυτώνει την ψυχή του ο ελληνικός λαός, που πιστεύει ότι τελείωσε με τα ειρωνικά χαμόγελα χολής του Σόιμπλε, την ποταπή ιταμότητα του Ντάισελμπλουμ, τη δολιότητα του Ντράγκι, τον καθωσπρεπισμό της Λαγκάρντ και τη γλοιώδη υποκρισία των Βρυξελλών – δηλαδή με όλον αυτόν τον εφιάλτη της μνημονιακής ατιμίας που βίωσε; Και ενώ αναγνωρίζεται στην κυβέρνηση Τσίπρα από τους δανειστές αυτή η νέα ισορροπία πραγμάτων, η αντιπολίτευση του Κυριάκου Μητσοτάκη παγιδεύεται από το «σύνδρομο της Στοκχόλμης».

Ο «νέος ρεαλισμός», που οδηγεί στην ευμενή αποδοχή των «voodoo politics» του κ. Τσίπρα, δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμος από τον πρόεδρο της Ν.Δ. Η ελληνική Δεξιά δεν μπορεί να ελπίζει, σίγουρα όχι αυτή την περίοδο, στην «υποστήριξη» των μεγάλων πρωτευουσών. Στο Βερολίνο, το Παρίσι, τις Βρυξέλλες, άπαντες σκέφτονται με ανησυχία την επικείμενη αναμέτρηση με την Ιταλία ή τις επιπλοκές του Brexit.

Αλλά η κατάσταση της χώρας είναι τραγική. Η «έξοδος» από τα Μνημόνια δεν είναι τίποτα περισσότερο από τη μεταβολή οργάνωσης και λειτουργίας του μηχανισμού εποπτείας της ελληνικής πολιτικής και οικονομίας, η οποία σε τίποτα δεν επηρεάζει ούτε τις τεράστιες δεσμεύσεις της χώρας ούτε την «ικανότητά» της να δανειστεί, ούτε, φυσικά, επιτρέπει την ανάταση της ελληνικής οικονομίας, που εξακολουθεί και παραμένει ένα βομβαρδισμένο τοπίο.

Η Ελλάδα δεν διαθέτει και δεν θα διαθέτει και στο ορατό μέλλον εργαλεία άσκησης δημοσιονομικής πολιτικής, όπως δεν διαθέτει και δεν θα διαθέτει και στο μέλλον πόρους για να πράξει το οτιδήποτε. Αντίθετα, θα είναι διαρκώς αντιμέτωπη με την παγιωμένη τραγωδία της υπερφορολόγησης, των απίστευτων πλεονασμάτων, του εξωπραγματικού χρέους, της εσωτερικής κατάρρευσης του κράτους, της ανεργίας, της ερήμωσης που έχει επιφέρει η έξοδος πάνω από 400.000 νέων, κυρίως επιστημόνων, τα τελευταία χρόνια – αυτά για να αναφερθούν απλώς τα βασικά.

Σε όλα αυτά δεν μπορούν παρά να προστεθούν το δυσθεώρητο ιδιωτικό χρέος, η «μαύρη τρύπα» των τραπεζών, όπως και η αδυναμία πολιτών και επιχειρήσεων να αποπληρώσουν το οτιδήποτε. Με όλα αυτά δεδομένα, αποτελεί απλώς θλιβερή αυταπάτη η ελπίδα ότι μπορεί να επιτύχει η κυβέρνηση το οτιδήποτε καλό στη ζωή των ανθρώπων. Δεν είναι χαζοί.

Το ξέρουν, αφού η σκληρή καθημερινότητα είναι πάντα εδώ για να διαψεύδει κάθε κυβερνητική φανφάρα. Απλώς, βλέπουν ότι και το αφήγημα της Νέας Δημοκρατίας έχει σοβαρές αδυναμίες.

Ο Μητσοτάκης υπόσχεται: μείωση φόρων, δουλειές, επενδύσεις - σε μια κοινωνία που σε συντριπτικά ποσοστά πιστεύει ότι στενάζει από την υπερφορολόγηση...

Ομως, πώς θα μειωθούν οι φόροι χωρίς δημοσιονομικά περιθώρια και με αβέβαιη τη συναίνεση των δανειστών στη δημιουργία δημοσιονομικού χώρου; Και πόσο γρήγορα θα βρεθούν οι επενδύσεις που θα στηρίξουν τη μείωση των φόρων; Αυτά...