Όταν η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν ήδη εισέλθει σε υπαρξιακή δοκιμασία ιστορικών διαστάσεων από τον διεκδικητικό αναθεωρητισμό της Τουρκίας, είναι επικίνδυνο να βιώνουμε έναν εθνικό, πολιτικό και μιντιακό τραγέλαφο εξαιτίας της επίσκεψης Ερντογάν στην κατεχόμενη Βόρεια Κύπρο.

Το παράξενο και ταυτοχρόνως παράδοξο βρίσκεται στο γεγονός ότι, εκτός από την Αθήνα και τη Λευκωσία, και η διεθνής κοινότητα -κυρίως η ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης- έδειξε να αιφνιδιάζεται από τις εξελίξεις.

Την περασμένη Δευτέρα, πρώτη ημέρα της επίσκεψης Ερντογάν στο τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος, όλοι αυτοί δεν έκρυβαν την ικανοποίησή τους επειδή εκείνος δεν είπε τίποτε το σοβαρό!

Αλλά την επομένη «μαύρη Τρίτη», 20 Ιουλίου, ανήμερα της επετείου του «Αττίλα», έπεσαν από τα σύννεφα. Η αντίδραση των ΗΠΑ ήταν πιο σαφής, πιο σκληρή και πιο συγκεκριμένη από αυτήν της Ε.Ε. Αλλά ο Ερντογάν ξέρει τι θέλει και κάνει ό,τι χρειάζεται για να εξυπηρετήσει τις επιδιώξεις του, αδιαφορώντας πλήρως για το Διεθνές Δίκαιο, τις αποφάσεις του ΟΗΕ και τις έωλες δηλώσεις.

Αλλωστε, η Αγκυρα αποδίδει υψηλή σημασία στην Κύπρο, στο πλαίσιο της στρατηγικής της για την Ανατολική Μεσόγειο. Ο τραγέλαφος που σημειώθηκε μετά τα νέα σοβαρά τετελεσμένα που δημιούργησε ο Ερντογάν εις βάρος της Κυπριακής Δημοκρατίας αιφνιδίασε Αθήνα και Λευκωσία και ενώ αρχικώς είχαν υποβαθμίσει δολίως ή ανοήτως την επίσκεψη του Τούρκου προέδρου, άρχισαν να ψελλίζουν άρες-μάρες, κουκουνάρες.

Η μοναδική παρέμβαση άξια σεβασμού προήλθε από τον Αντώνη Σαμαρά. Για το άνοιγμα των Βαρωσίων και την επίλυση του Κυπριακού βάσει μιας «λύσης» με το πρότυπο των δύο ξεχωριστών κρατών, λύση που πρακτικά σημαίνει οριστική διχοτόμηση του νησιού, σας είχα ενημερώσει πλήρως στο προηγούμενο άρθρο μου.

Δίπλα σε αυτά στήθηκε η νέα παγίδα από τον Ερντογάν: Μέσω μιας παράνομης τουρκικής «επιτροπής» για περιουσίες, παρέχεται το «δόλωμα» στους Ελληνοκύπριους πρόσφυγες που είχαν προ του 1974 ιδιοκτησίες στο 3,5% της Αμμοχώστου να επιστρέψουν και να τις εκμεταλλευτούν αναγνωρίζοντας βέβαια την τουρκοκυπριακή διοίκηση!

Δυστυχώς, την ουσιαστική παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, που ικανοποιεί την εθνική μας συνείδηση, δεν ακολούθησε κανείς άλλος. Ο κ. Σαμαράς σημειώνει πως «ο Ελληνισμός, σε Κύπρο και Ελλάδα, συνειδητοποιεί ότι παρά τις προσπάθειες ‘‘κατευνασμού’’, παρά τις προσδοκίες για ‘‘ήσυχο καλοκαίρι’’, ο Ερντογάν απτόητος συνεχίζει να επιχειρεί την επιβολή κυριαρχίας.

Δεν κάνει πίσω στον αναθεωρητισμό του. Και προειδοποιεί ότι δεν είναι πλέον αρκετές οι ‘‘συστάσεις’’ και η ‘‘έκφραση ανησυχίας’’ των ‘‘φίλων και εταίρων’’, τονίζοντας ότι ‘‘ο Αττίλας’ είναι ξανά εδώ’’».  Ειδικότερα αναφέρεται ο κ. Σαμαράς στις εθνικές «κόκκινες γραμμές», σημειώνοντας παράλληλα πως δεν έχει κανένα νόημα πλέον ο επίσημος δι[1]άλογος με τον Τούρκο Πρόεδρο. «Η Κύπρος και η Ελλάδα δεν μπορούν να είναι ούτε ‘‘αιχμάλωτες’’ μικρών ομάδων πίεσης, που προωθούν συστηματικά την πολιτική της ‘‘αποδοχής τετελεσμένων’’, του κατευνασμού και της υποταγής». Να θυμίσω ότι δεν είναι η πρώτη φορά που ο κ. Σαμαράς τοποθετείται δημοσίως για τα εθνικά θέματα, κάνοντας αναφορά στις «κόκκινες γραμμές».

Το Κυπριακό είναι το κορυφαίο θέμα. Εισβολής και κατοχής. Εχει κριθεί η εισβολή του ‘74 και η συνεχιζόμενη κατοχή ως παραβάσεις και παραβιάσεις. Εντούτοις δεν απασχολεί, σχεδόν, κανέναν. Αλλωστε, είναι και επικοινωνιακά αντιεμπορικό θέμα, όπως κρίνουν οι νταβατζήδες των μίντια.

Ομως είναι έγκλημα που δεν θα ‘πρεπε να αποσιωπάται. Αυτή η απόσυρση στη σιωπή και η πολιτική αυτοσυντήρηση είναι μορφές μιθριδατισμού που ευ[1]νοούν την Τουρκία.

Είναι καθήκον και δουλειά σου να επιμένεις. Η Τουρκία έχει διαπράξει στην Κύπρο εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας, εισβολή, εθνοκάθαρση, εποικισμό. Αυτά έχουν αναγνωριστεί και από τον ΟΗΕ και αποτελούν τη βάση πάνω στην οποία έπρεπε και μπορούσαν να κινηθούν και οι Ελλαδίτες και οι Ελληνοκύπριοι. Και δεν θα πρέπει να αφήσουμε αυτή την πραγματική βάση να την εκμηδενίσουν αυτοί που δεν θεωρούν την εξαφάνιση της Κυπριακής Δημοκρατίας ως αφανισμό, αλλά ως «ευκαιρία». Αυτά.