Οι κυβερνήσεις δεν κάνουν επικοινωνιακή πολιτική, εκλογικού ή δημοσκοπικού τύπου, με τη διεθνή πολιτική της χώρας και τους εξοπλισμούς. Πολύ περισσότερο η σημερινή υπό την πρωθυπουργία Μητσοτάκη. Και δεν επιχειρούν επικοινωνιακή πολιτική γιατί τα ζητήματα είναι πολύ σοβαρά, έχουν σχέση με κεντρικές δυνάμεις στον κόσμο, στρατηγικούς συσχετισμούς υψηλής έντασης και αποτελέσματος και τελικά τέτοια ζητήματα δεν άπτονται της μικροπολιτικής. Επικοινωνιακή πολιτική τα κόμματα και οι κυβερνήσεις κάνουν με θέματα της καθημερινότητας των πολιτών. Τα περισσότερα σε σχέση με την οικονομία, την ακρίβεια, τον πληθωρισμό, τους φόρους, την αγορά εργασίας. Επίσης επικοινωνιακή πολιτική αποτελεί σε μεγάλο βαθμό η αντιπαράθεσή τους με τα άλλα κόμματα, εντός ή εκτός Κοινοβουλίου. Το δόγμα της «ατάκας» και οι πολωτικές κόντρες που κυριαρχούν τελικά στα τηλεοπτικά δίκτυα, στο διαδίκτυο, που δεσπόζουν στα social media και χαρακτηρίζουν την πολιτική ατμόσφαιρα σε εκλογικές αλλά και μη εκλογικές περιόδους μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.

Οι κυβερνήσεις Μητσοτάκη αλλά και η προβολή θέσεων και πολιτικών πρωτοβουλιών από τον ίδιο τον πρωθυπουργό, παρά τον «μύθο» από τους κύκλους της αντιπολίτευσης και πολιτικών αναλυτών περί επικοινωνιακής μονομέρειας, σε ελάχιστες περιπτώσεις δεν επιβεβαιώθηκαν από πραγματικότητες. Γιατί η επικοινωνία, όπως συνηθίζεται να ορίζεται στην ελληνική καθημερινότητα, είναι συνδυασμένη με την «μπλόφα» ή την εξαπάτηση.

Στην πενταετία της διακυβέρνησης Μητσοτάκη οι «μπλόφες» και η ασυνέπεια λόγων και πράξεων είναι απαγορευμένες ως έννοιες, ακόμη και ως σκέψεις, όχι μόνο στη βάση των οδηγιών του πρωθυπουργού προς τα κυβερνητικά του στελέχη ή τους κρατικούς αξιωματούχους αλλά πρώτα από όλα προς τον ίδιο του τον εαυτό. Είναι κάτι που έχει αποδειχθεί αυτό στην πράξη και δεν μπορεί να αμφισβητηθεί.

Πολύ περισσότερο όταν έχουμε να αντιμετωπίσουμε επιλογές στη διεθνή πολιτική της χώρας ή σε θέματα στρατιωτικών εξοπλισμών, να ισχυρισθεί κάποιος ή κάποιοι, άσχετα με τα κίνητρά τους, κομματικά ή συμφέροντος, ότι ανακοινώσεις, σημαντικές εξαγγελίες και επίσημες συμφωνίες με στρατηγικό ορίζοντα άπτονται μιας προσπάθειας επικοινωνιακής επιβολής είναι αστεϊσμός ή δόλος. Για παράδειγμα, απέναντι στο μπαράζ θετικών ανακοινώσεων των τελευταίων ημερών για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς, σε συνδυασμό μάλιστα με την αναβαθμισμένη στρατηγική συνεργασία με τις ΗΠΑ στον στρατιωτικό τομέα όσον αφορά την προμήθεια μαχητικών F-35 και αμερικανικών φρεγατών ή παράκτιων περιπολικών και άλλων μεταχειρισμένων εξοπλισμών από τις ΗΠΑ, πέραν των γαλλικών αντίστοιχων πολεμικών πλοίων, διάφοροι, έκπληκτοι προφανώς για τις ευνοϊκές εξελίξεις, έσπευσαν να μιλήσουν για επικοινωνιακά τρικ ή να αμφισβητήσουν βασικές παραδοχές του πρωθυπουργού και του υπουργείου Άμυνας.

Προφανώς θα επακολουθήσουν διαπραγματεύσεις και κοπιώδεις συζητήσεις για το κόστος των αεροπλάνων και τα όπλα που θα φέρουν. Φυσικά οι αμερικανικές φρεγάτες τύπου «Constellation» αφορούν επόμενα χρόνια και κυρίως τα χρόνια προς το τέλος της δεκαετίας ή την αρχή της επόμενης. Προϋπόθεση να οργανωθούν από πλευράς προσωπικού, έμπειρων επικεφαλής και αναγκαίων πιστοποιήσεων τα ελληνικά ναυπηγεία που τα τελευταία χρόνια ανακτήσαμε λειτουργικά ως εθνικό κράτος. Υπάρχουν προβλήματα προσωπικού και αποδοχών στον Στόλο, που θα πρέπει επίσης να αντιμετωπισθούν. Μπορεί κάποιοι που έχουν εμμονή ή συμφέροντα με τα γαλλικά πολεμικά πλοία να νιώθουν ενοχλημένοι από τον νέο προσανατολισμό και την ακύρωση της τέταρτης γαλλικής φρεγάτας ή των κορβετών.
ΑΛΛΑ δεν μπορεί να συνεχίζεται αυτή η επιμελής «γκρίνια». Δεν αποτελούν επικοινωνιακή «φάρσα» οι επίσημες ανακοινώσεις. Αφορούν τα σημερινά και επόμενα όπλα της Ελλάδας και το status quo της διεθνούς πολιτικής της, η οποία φέρει αποτελέσματα, με την Τουρκία να αποτυγχάνει στη «μεγαλομανή» δική της στρατηγική. Είναι η δικαίωση και η εξέλιξη μιας στρατηγικής που με σπουδαίο τρόπο «τρέχει» και έχει την ευθύνη της την τελευταία πενταετία ο πρωθυπουργός. Αυτό ενδεχομένως και να ενοχλεί... αλλά οφείλουμε τελικά να μιλάμε σοβαρά!