Η ΕΙΔΗΣΗ κυκλοφόρησε στα διεθνή μίντια ως μια δημοσκόπηση για λογαριασμό της εφημερίδας «Bild» και σχετιζόταν με την εντυπωσιακή αύξηση των επιδομάτων πρόνοιας, που από το 2025 θα ισοσκελίζουν ουσιαστικά τις αποδοχές του βασικού μισθού για πλήρη απασχόληση. Σε αριθμούς η κυβερνητική απόφαση προβλέπει την αύξηση στο βασικό επίδομα για άνεργο, άγαμο και χωρίς παιδιά από 502 ευρώ στα 563.

Επίσης για γονείς με χαμηλό εισόδημα ένα γενικό επίδομα 250 ευρώ, το οποίο από το 2025 θα προσαυξάνεται κατά 636 ευρώ για το πρώτο παιδί και με 530 ευρώ για κάθε επόμενο παιδί. Σημειωτέον ότι ο κατώτατος μισθός στη χώρα κυμαίνεται στα 1.450 ευρώ καθαρά.

Τις τελευταίες ημέρες επίσης δημοσιοποιήθηκε μία ακόμη εντυπωσιακή είδηση από τη Γερμανία. Σύμφωνα με απόφαση της κυβέρνησης, θα υιοθετηθεί εβδομάδα εργασίας τεσσάρων ημερών αντί για πέντε, χωρίς να υπάρξουν περικοπές στις αποδοχές των εργαζομένων. Δεν θα πρέπει να αγνοείται το γεγονός ότι η εμπειρία έχει δείξει πως η Γερμανία και οι κεντρικές επιλογές της καγκελαρίας αποτελούν προπομπό για τα όσα θα εξελιχθούν σε οικονομικό, κοινωνικό και διαρθρωτικό επίπεδο σε όλη την Ευρώπη.

ΓΙΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ, στα μέσα της δεκαετίας του 2000 είχε υιοθετηθεί επί των ημερών του σοσιαλδημοκράτη Σρέντερ στην καγκελαρία η ακραία φιλελεύθερη ατζέντα περί ευέλικτης εργασίας. Στην αρχή με χαμηλή δημοσιότητα και όσο περνούσε ο καιρός ως αξιωματική υποχρέωση των κρατών-μελών της Ευρωζώνης, που όφειλαν στη βάση της γερμανικής οπτικής να εκσυγχρονίσουν τα δημόσια οικονομικά τους και τις εργασιακές σχέσεις τους. Τότε όλα ακολουθούσαν τις επιταγές των ιδιωτικοποιήσεων του δημόσιου τομέα και τα πρότυπα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας στις επιχειρήσεις και την εργασία.

Σήμερα οι συμπληρωματικές τελικά αυτές αποφάσεις της καγκελαρίας μοιάζουν ως κοινωνικές πολιτικές. Μάλιστα στην πάντα προτεσταντική Γερμανία πολλοί διαμαρτύρονται γιατί τέτοιες αποφάσεις για αύξηση επιδομάτων λειτουργούν ως αντικίνητρα για την εργασία. Αν όμως σκεφθούμε πιο διευρυμένα και πλησιέστερα στη γνωστή για την ψυχρότητα των υπολογισμών και τον ρεαλισμό της γερμανική στρατηγική, θα μπορούσαμε να ισχυρισθούμε ότι η χώρα ετοιμάζεται για την επερχόμενη εποχή της τεχνητής νοημοσύνης και των εξελιγμένων ρομπότ. Μια εποχή που θα έρθει μια ημέρα ξαφνικά, όπως συνέβη με την κινητή τηλεφωνία και τις συνακόλουθες τεχνολογίες αιχμής.

ΟΤΑΝ συμβεί αυτό, πολλά επαγγέλματα θα καταργηθούν, αφού η λειτουργικότητά τους θα περάσει από τον άνθρωπο στις μηχανές: τα εξελιγμένα ρομπότ. Τότε η κοινωνική ευταξία και η οργάνωση του κράτους και των δημόσιων οικονομικών, αλλά και ο κύκλος της κατανάλωσης, που καθορίζει την παραγωγή, θα εξαρτηθούν από τη δυνατότητα μιας χώρας να δώσει σε μαζική βάση έναν εθνικό βασικό μισθό στη λογική των επιδομάτων του παρόντος.

Ο εθνικός αυτός μισθός δεν θα απαιτεί από τους ανθρώπους να εργάζονται, αλλά να απασχολούνται σε τομείς κοινωνικής ευθύνης εθελοντικά ή να μεγαλώνουν τα παιδιά τους και, όπως είναι φυσικό, θα καθορίζεται από τη δεινότητα των δημόσιων οικονομικών και τη φορολογία των επιχειρήσεων, που δεν θα έχουν λειτουργικό κόστος για μισθούς, αφού θα εργάζονται τα ρομπότ. Στην Ελλάδα επί του παρόντος όλοι δείχνουν ανυποψίαστοι για τα επερχόμενα, πλην ίσως του πρωθυπουργού που αγωνιά με την αύξηση των μισθών, τη μείωση των φόρων και την ενίσχυση της οικονομίας να προκαταλάβει το δυνατόν την επόμενη εποχή, που συμπίπτει με το τέλος της δεύτερης θητείας του.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή στις 22/9/2023