∆εν χρειάζεται σηµαντική πολιτική εµπειρία για να υπολογίσει κάποιος τι θα συνέβαινε στην Ελλάδα στην περίπτωση που η «βόµβα» διαφθοράς Καϊλή, το επονοµαζόµενο στις Βρυξέλλες ως «Qatar-gate», εκρήγνυτο ενώ στην Αθήνα βρισκόταν στην εξουσία µια κυβέρνηση συνασπισµού Νέας ∆ηµοκρατίας - ΚΙΝ.ΑΛ.\ΠΑΣΟΚ ή και ΣΥΡΙΖΑ - ΚΙΝ.ΑΛ.\ΠΑΣΟΚ και λοιπών «προοδευτικών δυνάµεων». Αυτοµάτως το σκάνδαλο µε τα «λόµπινγκ» στο επίκεντρο των δοµών της Ε.Ε. θα σήµαινε απορρύθµιση της κυβέρνησης στην Ελλάδα, πιθανότατα πτώση της κυβέρνησης συνασπισµού, πολιτική και επενδυτική αστάθεια, πρόωρες, αναγκαστικές εκλογές, πολλαπλά σενάρια ακυβερνησίας και ενδεχοµένως ενέργεια «εισοδισµού» τουρκικών ενόπλων δυνάµεων στα ελληνικά νησιά. Αυτά για όσους επενδύουν στην απλή αναλογική, στις κυβερνήσεις συνασπισµού και στη µη αυτοδύναµη επόµενη διακυβέρνηση.

Η πραγµατικότητα, έτσι όπως προέκυψε ξαφνικά, µέσα από τις έρευνες και την επιτυχία των Βελγικών διωκτικών Αρχών, της εκεί Εισαγγελίας και των «συµµαχικών» υπηρεσιών πληροφοριών, θα πρέπει να αποτελέσει «alert» για όσους στην Ελλάδα χτίζουν σενάρια αποσταθεροποίησης ή πολιτικής ρευστότητας για την επόµενη τετραετία ή εξαντλούν την ενεργητικότητα, τον «δικαιωµατισµό» τους και τη νοµική δεινότητα τους τελευταίους µήνες στη διάλυση των υπηρεσιών Πληροφοριών της χώρας.

Σε επίπεδο πολιτικών ηγεσιών των κοµµάτων διακυβέρνησης, ο µεν πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, έχει τοποθετηθεί δηµόσια επανειληµµένως υπέρ της αυτοδύναµης επόµενης κυβέρνησης της Ν.∆., ο δε επικεφαλής της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, Αλ. Τσίπρας, έχει ξεκαθαρίσει τη στάση του, ότι δεν θα µπει σε συζητήσεις σχηµατισµού ασταθούς και εκβιαζόµενης «κυβέρνησης ηττηµένων».

Στις συνθήκες αυτές, οι φιλοδοξίες του τρίτου σε εκπροσώπηση στην παρούσα Βουλή ΚΙΝ. ΑΛ.\ΠΑΣΟΚ να ορίσει το σχήµα και τη σύνθεση της επόµενης κυβέρνησης των Ελλήνων, αλλά και τον επόµενο πρωθυπουργό, σύµφωνα µε την κοµµατική του βούληση και τις προτεραιότητες ή τις επιλογές των «πατρώνων» του εντός και εκτός Ελλάδας, δεν θα βρουν έδαφος πραγµάτωσης. Αλλά αυτό δεν φτάνει.

Η Νέα ∆ηµοκρατία αντιµετωπίζει, ως απόρροια της µνηµονιακής περιόδου και της υπόθεσης Novartis, το ΠΑΣΟΚ ως «συστηµική δύναµη» των τάχα «διευρυµένων» αστικών δυνάµεων απέναντι στον αντισυστηµικό και επικίνδυνο για τους ευρωπαϊκούς θεσµούς και την εµπεδωµένη θεσµική τάξη ΣΥΡΙΖΑ.

Από την άλλη πλευρά, ο τελευταίος αντιµετωπίζει το εναποµείναν ΠΑΣΟΚ ως συνακόλουθη «προοδευτική δύναµη» απέναντι στις συντηρητικές και αντιδραστικές δυνάµεις της ∆εξιάς που εκπροσωπεί η Νέα ∆ηµοκρατία.

Η «κουλτούρα» ΠΑΣΟΚ, όµως, την οποία µε απολύτως κυνικό, αµοραλιστικό και υπεροπτικό τρόπο περιφέρουν τα στελέχη και οι εκπρόσωποι της νεότερης γενιάς του στη δηµόσια σκηνή, δεν είναι ούτε αστική ούτε προοδευτική. Είναι µονοσήµαντα εξουσιαστική. Και υπό την έννοια αυτή, απολύτως διεφθαρµένη.

Η «Ελλάς Ελλήνων µικροαστών», που εµπέδωσε ως µαζική, κιτς και χυδαία διαδικασία απενοχοποίησης, κοινωνικού και ηθικού «αναλφαβητισµού» και «αυτοµατισµού» το επονοµαζόµενο «σύστηµα ΠΑΣΟΚ», αποτελεί «νάρκη» στη συγκρότηση της Ελλάδας του 2030, είτε το δούµε από την κεντροδεξιά-δεξιά οπτική της Ν.∆. είτε από την αριστερή-κεντροαριστερή του ΣΥΡΙΖΑ. Τα στελέχη, οι «ευνοηµένοι», οι τεχνοκράτες της δοµηµένης διαφθοράς, οι ιδεολόγοι της «καµένης γης» για την οικονοµία της Ελλάδας και στη συνέχεια του «Μαζί τα φάγαµε» στη χρεοκοπία της ή του «∆ούρειου ίππου» στην υπόθεση Καϊλή ασκούν επιρροή στα δύο κόµµατα διακυβέρνησης, παριστάνοντας τους «µάγους» της κατάκτησης της εξουσίας και της διαχείρισής της, µέσω off shores, καταχρήσεων και απαξίας των κοινωνικών και ηθικών δοµών -αυτό άλλωστε το γνωρίζουν καλά-, επιδιώκοντας να ελέγχουν για ακόµα µία φορά το «γκουβέρνο». ∆ιαχειρίζονται στην πράξη τη διακυβέρνηση, άσχετα αν οι πολίτες ψηφίζουν Ν.∆. ή ΣΥΡΙΖΑ, µέσα από την κοµµατικοποίηση του κράτους, την απαξίωση της κρατικής -δοµικής- γραφειοκρατίας, την υπέρβαση και την υπεξαίρεση των ευρωπαϊκών πόρων, την ιδιωτικοποίηση του δηµόσιου συµφέροντος υπέρ των προσωπικών τους τραπεζικών λογαριασµών, τους ανήθικους πολιτικούς τακτικισµούς επιρροής, την «κάστα» των νταραβεριτζήδων και των τυχάρπαστων, που τους «έχρισαν» ελίτ και τους περιφέρουν ως πρότυπα «εκσυγχρονιστικής» καταξίωσης.

Οι κ. Μητσοτάκης και Τσίπρας, µαζί µε τα επιτελεία τους, έχουν µια συνολική ευθύνη την επόµενη ηµέρα των εκλογών. Να βάλουν ένα τέλος σε αυτή την «εκτροπή» για το παρόν και το µέλλον της Ελλάδας.

Οι βουλευτές κυβέρνησης και αξιωµατικής αντιπολίτευσης θα πρέπει να συµφωνήσουν στη δοµική, θεσµική και στρατηγική ανασυγκρότηση της Ελληνικής ∆ηµοκρατίας, του κεντρικού κράτους και των περιφερειών, στην αναδιάταξη και αναβάθµιση της εθνικής ασφάλειας και της κοινωνικής συγκρότησης, πέραν της εναλλαγής των κυβερνήσεων. Και κατ’ αρχήν στο τέλος της διάχυτης διαφθοράς που συντρέχει την πραγµατικότητά µας. Ηρθε η ώρα να στείλουν τη «νάρκη» ΠΑΣΟΚ στον «απόπατο» της Ιστορίας. Εκεί όπου ανήκει…

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Παραπολιτικά στις 17 Δεκεμβρίου 2022