Κανένα κόμμα δεν ευδοκίμησε στη Μεταπολίτευση, όποτε εμφανίστηκε με τη φιλοδοξία για έναν «ενδιάμεσο» ρόλο στην πολιτική σκηνή. Το γεγονός ότι κατά περιόδους δημιουργείται μια κατάσταση πόλωσης μεταξύ δύο ισχυρών κομμάτων, με «ακραία» ρητορεία και με προβολή άκαμπτων θέσεων εκατέρωθεν, δεν σημαίνει ότι αυτό δημιουργεί απαραιτήτως χώρο για την επιτυχή πορεία ενός τρίτου κόμματος-μπαλαντέρ. Το τρίτο κόμμα μπορεί να έχει ελπίδα βάσιμη για επιτυχία, μόνον αν διαθέτει μια καθαρή πολιτική ταυτότητα με θέσεις πειστικές απέναντι σε ένα κοινωνικό ακροατήριο. Το πιθανώς ένδοξο παρελθόν και η «φίρμα» δεν παίζουν ρόλο όταν αυτά λείπουν.

Βεβαίως, το άνευ διακριτών θέσεων «ενδιάμεσο» κόμμα μπορεί καμία φορά να εξασφαλίζει έναν αριθμό εδρών στο Κοινοβούλιο, αλλά ως πολιτική οντότητα κινείται τυχοδιωκτικά και χωρίς πολιτικό κύρος. Συχνά, μάλιστα, οδηγείται τελικώς και σε διάλυση. Σήμερα διεκδικεί το λεγόμενο Κίνημα Αλλαγής έναν ρόλο χρήσιμου τρίτου με φιλοδοξίες «ρυθμιστή» σε ενδεχόμενη έλλειψη αυτοδυναμίας του πρώτου κόμματος μελλοντικώς.

Η καταγωγή των προσώπων που αποτελούν τον ηγετικό πυρήνα του, πολιτικά ασήμαντα στην πλειονότητά τους και, πάντως, όλα προερχόμενα από περιόδους πολιτικής φθοράς, λαθών και αποτυχιών, δεν έχουν απολύτως τίποτε το ελκυστικό να προσφέρουν στο κοινό, ει μη μόνον αναμνήσεις και φαντάσματα ενός πολύ παλιού «καλού καιρού». Η πραγματικότητα της τελευταίας δεκαετίας στην «παγκοσμιοποιημένη» ευρωζωνική Ε.Ε., που οδήγησε αναπόφευκτα σε καταρράκωση της Σοσιαλδημοκρατίας και ενίσχυση εθνικισμών, καθώς και οι οδυνηρές εγχώριες «μνημονιακές» εμπειρίες έχουν ακυρώσει βάναυσα την πολιτική υπόσταση της όποιου χρώματος «Κεντροαριστεράς» στη χώρα μας. Αυτό που μένει είναι η καρικατούρα της, που αποτελεί το ΚΙΝ. ΑΛ. Μια χοντροκομμένη μεταμφίεση του γερασμένου ΠΑΣΟΚ.

Φυσιολογικά, λοιπόν, επικρατεί «ζουρλάδα» σήμερα στο ΚΙΝ.ΑΛ. με την ανανεωμένη προοπτική εκλογών και σε πολωτικό κλίμα ΣΥΡΙΖΑ Νέας Δημοκρατίας. Φυσιολογικό το φαινόμενο, δεδομένου ότι άπαντες εκεί έχουν κεντρικό στόχο την κοινοβουλευτική επιβίωσή τους με εργαλείο το «Κίνημα», το οποίο, μη διαθέτοντας διακριτές θέσεις και αυτοπεποίθηση, ταλαντεύεται βασανιστικά, καθώς στ’ αυτιά του ηχεί το διλημματικό άσμα «την Κική την αγαπώ, μα μ’ αρέσει κι η Κοκό». Το κακό για το ΚΙΝ.ΑΛ. είναι ότι πράγματι αποτελεί ένα πολιτικό μόρφωμα που είναι βαμμένο και «γαλάζιο» και «κόκκινο», αφού το «σοσιαλιστικό» ΠΑΣΟΚ είναι αυτό που οδήγησε την Ελλάδα στο νεοφιλελεύθερο «Μνημόνιο» και στο ΔΝΤ, έχει συνεργαστεί στενά με την κεντροδεξιά Ν.Δ. και έχει στηρίξει και ψηφίσει στη Βουλή συνολικά τρία «Μνημόνια», το τρίτο μαζί με τη Ν.Δ. και με κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Είναι, λοιπόν, «λίγο απ’ όλα» το «Κίνημα», που σήμερα αλληθωρίζει μεταξύ «Αριστεράς» και «φιλελευθέρων».

Τι να «διδάξει» στο πάσχον ελληνικό κοινό η «νέα Κεντροαριστερά» και από ποια θέση; Ακόμα και οι κάποτε λαλίστατοι «ευρωπαϊστές» του ΠΑΣΟΚ σιωπούν τώρα ή αοριστολογούν αμήχανοι, έχοντας ενώπιόν τους μια Ευρώπη στην οποία η «λιτότητα» όχι μόνο νίκησε κατά κράτος τη Σοσιαλδημοκρατία, αλλά και εκμηδένισε τις προοπτικές μιας «επανόδου» της. Τώρα τα νεύρα του «μπαλαντέρ» είναι τόσο τεντωμένα, ώστε να προκαλεί ταραχή στο ΚΙΝ.ΑΛ. σαν υπολογίσιμος «παράγων» έως και ο... κ. Γιάννης Ραγκούσης, που κοιτάζει, λέει, «αριστερά»! Ή, μήπως, και «δεξιά»; Ενα δράμα διπρόσωπο η νέα Αλλαγή.

Ματαίως προσπαθεί να συμμαζέψει τα πράγματα με δυνατή νεολαιίστική φωνή η κ. Φώφη Γεννηματά, που με γενναιότητα διαλαλεί πως το ορθόν είναι «ούτε από δω ούτε από κει». Στο Μέγαρο Μαξίμου, η «παρέα» του επιδέξιου κ. Τσίπρα χαμογελάει, καθώς εκεί υπολογίζεται ότι στο μικροκομματικό παιχνίδι των παρασκηνίων ο ΣΥΡΙΖΑ θα κάνει στο τέλος «μια χαψιά» κάποια στελέχη του «Κινήματος» αν δεν τυλίξει σε μια κόλλα χαρτί και ολόκληρο το ΚΙΝ.ΑΛ. την «κρίσιμη» ώρα. Αλλοι, πάλι, στη Ν.Δ., πιστεύουν ότι πολλά μπορεί να εξελιχθούν τελικώς υπέρ των «γαλάζιων» μέσα απ’ το δράμα της απελπισμένης αστικής «Κεντροαριστεράς». Ιδωμεν...