Οι δυνατοί άνεμοι, οι υψηλές μεσογειακές θερμοκρασίες, οι καύσωνες είναι το ένα. Η κακοποίηση των δασών διά χειρών ελληνικών είναι το άλλο.

Τώρα, το κακό έγινε πάλι. Καιρός είναι να σταματήσουμε τις υποκρισίες, τους θρήνους, τα κλαψουρίσματα και τις ανοησίες «αρμόδιων» πολιτικών και κρατικών αξιωματούχων και να σταθούμε μπροστά στην αλήθεια, που είναι μία: Στην Ελλάδα δεν υπήρξε ποτέ κρατική πολιτική προστασίας, καθαρισμού και φροντίδας των δασών σε μόνιμη βάση.

Εθνικό σχέδιο διαχείρισης των δασών δεν αποφάσισαν ποτέ να συντάξουν οι πολιτικοί προϊστάμενοι του κράτους.

Αντίθετα, στην πράξη γινόταν πάντοτε ό,τι ακριβώς μπορεί να βλάπτει και να καταστρέφει τα δάση, είτε νομότυπα είτε με ανεξέλεγκτες αυθαιρεσίες ιδιωτών σε συνεργασία με δημόσιες υπηρεσίες.

Στο έλεος του καλού Θεού τα δάση. Αποχαρακτηρισμοί και θρασείες καταπατήσεις δασικών εκτάσεων, με το κράτος παράλυτο παρατηρητή ή και συνεργό στην παρανομία, σχηματισμός οικισμών και ανεξάρτητων οικοδομών δίπλα ή και μέσα σε δάση, ανυπαρξία πολεοδομικών σχεδίων σε πυκνά δομημένες περιοχές που βρίσκονταν σε άμεση επαφή με το δάσος, όπως το τραγικό Μάτι.

Και τα άλλα, τα «απάτητα» δάση, αντιμετωπίστηκαν σαν ζούγκλες, που δεν ήταν δεκτικές κρατικής διαχείρισης. Καμία κυβέρνηση μετά το 1974 δεν έκανε το καθήκον της απέναντι στην υποχρέωσή της να προστατεύσει με έργα τον πολύτιμο δασικό πλούτο της Ελλάδας.

Κι όμως, οι πυρκαγιές προειδοποιούσαν πολιτικές Αρχές και πολίτες κάθε χρόνο για τις ακόμη πιο καταστρεπτικές πυρκαγιές που θα ακολουθούσαν.

Χώρα μεσογειακή η Ελλάδα, με αναμενόμενα υψηλές θερινές θερμοκρασίες και με την καταστροφή του κλίματος να ανεβάζει σταδιακά τη ζέστη, έπρεπε να είναι σε διαρκή ετοιμότητα, καλά οργανωμένη κάθε χρόνο, με πλήρη επάρκεια τεχνικών μέσων για αντιμετώπιση των πυρκαγιών, που κάθε καλοκαίρι κατακαίνε τα ελληνικά δάση.

Δυστυχώς, η χώρα έζησε επί δεκαετίες -και ζει ακόμα- με την ελληνική Πολιτεία να παρακολουθεί διαρκώς ανέτοιμη, χωρίς στρατηγικά σχέδια, με «μπαλώματα», με σπασμωδικές κινήσεις πανικού και με διακομματικούς καυγάδες και αναζητήσεις «ενόχων», τις καταστροφικές πυρκαγιές που καίνε πολλές εκατοντάδες χιλιάδες στρέμματα πράσινης γης.

Μόνοι σταθεροί στο πόστο τους οι πυροσβέστες, που στερούμενοι τεχνικών μέσων κάνουν το παν και με κίνδυνο της ζωής τους για να περιορίζουν το κακό. Δεν εννοεί να καταλάβει η ελληνική πολιτική τάξη το απλό και αυτονόητο: Τα δάση έχουν ανάγκη διαρκούς φροντίδας των δέντρων και εμπλουτισμού των μέσων πυροπροστασίας τους και χάραξης οδών για την ταχύτερη δυνατή πρόσβαση επίγειων πυροσβεστικών μέσων στις εστίες πυρός.

Κάθε περιφέρεια, κάθε δήμος οφείλουν να διαθέτουν στο μέτρο που τους αναλογεί, στη βάση συνολικών σχεδίων, πυροσβεστικά μέσα σε ετοιμότητα. Και εννοείται, βέβαια, ότι το κράτος πρέπει να μηδενίσει τη δράση εκείνων των ελεεινών συμπατριωτών μας που παρανομούν και ανενδοίαστα καταπατούν δάση για οικονομική «αξιοποίησή» τους.

Τα δάση δεν είναι για να τα βλέπουμε, να τα θαυμάζουμε και να τα τραγουδάμε, ούτε για να λέμε «δικά μας είναι, ό,τι θέλουμε τα κάνουμε».

Τα δάση είναι μείζων εθνική περιουσία, αναβαθμίζουν δραστικά το κλιματικό περιβάλλον, είναι θεία δώρα ευεξίας και καλής υγείας.

Δεν είναι αγαθά προς οικονομική εκμετάλλευση από κάθε αλητήριο συμπατριώτη μας και από κάθε ασυνείδητο πολιτικό και κρατικό παράγοντα.

Τα φρικτά και απαίσια που συμβαίνουν φέτος στα ελληνικά δάση και τα όσα προηγήθηκαν τις τελευταίες δεκαετίες πιστοποιούν ένα μονάχα πράγμα: Τη διά παραλείψεως διάπραξη εθνικού εγκλήματος πρώτου βαθμού, με κατηγορούμενη την πολιτική τάξη της χώρας, που αδρανεί απελπιστικά και επιπλέον ανέχεται -αν δεν συνεργάζεται και μαζί τους τις κοινωνικές ομάδες και τα άτομα του πλέον ελεεινού είδους που καταπατούν και καταστρέφουν τα δάση της Ελλάδας.

Ας τελειώνουν, λοιπόν, τώρα οι αναστεναγμοί, οι φτηνές συγκινήσεις και τα αγοραία δάκρυα και ας πιάσουν επιτέλους δουλειά οι πολιτικοί προϊστάμενοι του κράτους για σχεδιασμό εθνικής διαχείρισης δασών.