Βεβαίως, η Ελλάδα ανήκει εδώ και μισό αιώνα στο αμυντικό σύστημα ασφαλείας της Δύσης, το ΝΑΤΟ, προς το οποίο και εκπληρώνει στο ακέραιο τις υποχρεώσεις της. Βεβαίως, η Αθήνα δεν σκέφτηκε ποτέ να ενταχθεί σε έναν άλλον στρατιωτικό οργανισμό. Αλλά αυτά τα γνωστά και αυτονόητα, που συνδέονται άρρηκτα και με την ποιότητα των σχέσεων της Αθήνας με την προϊσταμένη του ΝΑΤΟ, Ουάσινγκτον, δεν μπορεί να ακινητοποιούν το 2020 τις υποθέσεις εθνικής ασφάλειας της Ελλάδας. Ο μέγας αντίπαλος της Συμμαχίας ήταν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η στρατιωτική ισχύς του Συμφώνου της Βαρσοβίας, που συνάσπιζε απέναντι στη Δύση τα κομμουνιστικά κράτη του «σιδηρού παραπετάσματος». Στο πλαίσιο αυτό, το ΝΑΤΟ εγγυάτο την εθνική ασφάλεια της Ελλάδας, που γειτόνευε στα Βαλκάνια με χώρες κομμουνιστικές. Σήμερα, η χώρα-εταίρος της Ελλάδας στο ΝΑΤΟ, η Τουρκία, ασκεί μια έξω από κάθε «ΝΑΤΟϊκή» λογική, δική της πολιτική απέναντι στην Ελλάδα, την οποία πιέζει στρατιωτικά και απειλεί ανοικτά με πόλεμο. Σε πλήρη σύγχυση και έκδηλη αμηχανία, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γ. Στόλτενμπεργκ, προσπαθεί να δείξει ότι η Συμμαχία εξακολουθεί να έχει κύρος και συνεκτική ισχύ στον χώρο των εταίρων της, καλώντας με πνεύμα «ουδετερότητας» την Ελλάδα και την Τουρκία να μην «κλιμακώνουν» τη μεταξύ τους ένταση.

Όμως, ο ισλαμιστής Ταγίπ Ερντογάν με τη συμπεριφορά του έχει προκαλέσει μια ιστορικών διαστάσεων αμφισβήτηση του τι είναι και σε τι χρησιμεύει σήμερα το ΝΑΤΟ - πράγμα που δημιουργεί νέα δεδομένα και προκαλεί ερωτήματα στο στρατόπεδο των δυτικών δυνάμεων. Η Τουρκία θεωρεί -το επιβεβαιώνουν αυτό σημαίνουσες προσωπικότητες της «γαλάζιας πατρίδας»- πως, επειδή σήμερα δεν υφίσταται η ΕΣΣΔ, ούτε το κομμουνιστικό Σύμφωνο της Βαρσοβίας, το ΝΑΤΟ δεν έχει πλέον εξ αντικειμένου τη σημασία και τον ρόλο που κάποτε είχε μεταπολεμικά. Γι’ αυτό και η Αγκυρα μπορεί σήμερα να «αυθαδιάζει» στις ΗΠΑ, να συνεργάζεται και με τη Ρωσία και με όποιον άλλον θέλει σε διάφορα μέτωπα, να αγοράζει από τη Μόσχα πυραύλους S-400, κι ας είναι ο πρόεδρος Πούτιν «κόκκινο πανί» για ΝΑΤΟ και Ουάσινγκτον. Ξεκάθαρη, λοιπόν, αυτή την ώρα, η επιλογή της ηγεσίας του τουρκικού ισλαμισμού - που μάλιστα συναντάται από άλλον δρόμο με την άποψη της Γαλλίας, ότι το ΝΑΤΟ «είναι εγκεφαλικά νεκρό».

Οι στιγμές είναι τώρα εξαιρετικά κρίσιμες για την ελληνική ηγεσία. Εως και σήμερα η Αθήνα κινείται στρατιωτικά στα θέματα εθνικής ασφαλείας ως μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ, που υιοθετεί τη στρατηγική οπτική του, και γι’ αυτό, άλλωστε, παρέχει σημαντικές στρατιωτικές διευκολύνσεις στις ΗΠΑ από τη Βόρεια Ελλάδα έως και την Κρήτη. Ομως από το σημείο αυτό και πέρα κάτι δεν πάει πλέον καλά:

Ο Ερντογάν, επιτιθέμενος στην Ελλάδα, δεν δίνει δεκάρα για το τι νομίζουν το ΝΑΤΟ και οι ΗΠΑ, ενώ η Ελλάδα «περιμένει» στήριξη από το ΝΑΤΟ και την Ουάσινγκτον, που ενδιαφέρονται για τη συνοχή της Συμμαχίας και για την «απόκρουση» της Ρωσίας, πράγματα που, όμως, καθόλου δεν ενδιαφέρουν την ισλαμική Τουρκία του Ερντογάν!

Γίνεται σαφές ότι εδώ κάτι πρέπει να αλλάξει στην πολιτική της Ελλάδας, καθώς φαίνεται ότι η κυβέρνηση και γενικότερα οι πολιτικές «ελίτ» της χώρας υπολογίζουν σταθερά σε δύο παράγοντες, ΝΑΤΟ και ΗΠΑ, οι οποίοι με τη στάση τους συνιστούν ενθέρμως στην Αθήνα είτε να ξεκινήσει διαπραγματεύσεις με τον Ερντογάν είτε να αντιμετωπίσει στρατιωτικά μόνη της την Τουρκία και μετά… βλέπουμε.

Αν, πάλι, κάτι δεν αλλάξει, τότε θα πρέπει να υποθέσει κανείς ότι η ελληνική ηγεσία θα παραμείνει μοιρολατρικά δεμένη στα δεδομένα που της επιβάλλονται από τους συμμάχους. Και θα περιμένει μήπως και νικήσει ο Τζο Μπάιντεν στις προεδρικές εκλογές των ΗΠΑ, οπότε η Ουάσινγκτον εικάζεται ότι θα γίνει πολύ «αυστηρή» απέναντι στον Τούρκο ισλαμιστή αρχηγό. Αυτό ως «στρατηγική» της Αθήνας…