Η κυβέρνηση που ορκίσθηκε χθες έχει δημιουργήσει πολλές προσδοκίες. Περισσότερες και από εκείνη που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας το 2019. Ο λόγος είναι απλός: Το 2019 οι πολίτες ψήφισαν για να φύγει μια κακή κυβέρνηση. Το 2023 οι πολίτες ψήφισαν για να συνεχίσει το έργο της μια καλή κυβέρνηση. Η ίδια η ΝΔ με τις θετικές αποδόσεις της στην προηγούμενη τετραετία έχει ανεβάσει ψηλά τον πήχυ. Το πρώτο μέλημα της νέας κυβέρνησης είναι να ξεπεράσει τον προηγούμενο καλό εαυτό της και να δικαιώσει τις προσδοκίες των πολιτών που την εμπιστεύθηκαν. Στο νέο σχήμα υπάρχουν 18 εξωκοινοβουλευτικά στελέχη και εξίσου πολλά με προέλευση από άλλους πολιτικούς χώρους. Αυτό δείχνει τη διάθεση του πρωθυπουργού αφενός, να αξιοποιήσει όποιον κρίνει ικανό να φέρει σε πέρας το έργο που έχει αναλάβει, ανεξάρτητα από το αν είναι ή όχι αιρετός και αφετέρου ότι στις επιλογές του έχει ξεπεράσει στενές κομματικές προκαταλήψεις.

Οι επιλογές του, φυσικά, θα κριθούν εκ του αποτελέσματος, αλλά ευχή όλων για το καλό της πατρίδας μας είναι να επιτύχουν. Το δεύτερο μέλημα του πρωθυπουργού πρέπει να είναι η Νέα Δημοκρατία. Είναι εμφανές ότι στη λειτουργία της υπήρξαν αδυναμίες, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά τις δεύτερες εκλογές. Δεν ήταν χωρίς βάση η προσδοκία για ποσοστό άνω του 41%. Το τι συνέβη και δεν αποτυπώθηκε στην κάλπη είναι κάτι που πρέπει να αναζητηθεί και πιθανόν δεν έχει σχέση μόνο με την απόφαση κάποιων ψηφοφόρων να επιλέξουν τις παραλίες. Ίσως έχει σχέση και με τον προσανατολισμό του κόμματος αλλά και τη χαλάρωση των δεσμών ανάμεσα στη νεοδημοκρατική οικογένεια.

Είναι κάτι που ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης πρέπει να δώσει εντολή να διερευνηθεί, ίσως με τη σύσταση ειδικής επιτροπής, γιατί, όπως απεδείχθη, για να κερδηθούν εκλογές τα κόμματα είναι απαραίτητα. Η διαχρονική δύναμη της ΝΔ στηρίζεται στην πολυσυλλεκτικότητά της και στο ότι πάντοτε έκανε πράξη τη ρήση του ιδρυτή της καλύπτοντας τον χώρο από τη Δεξιά μέχρι τις παρυφές της Αριστεράς. Ποτέ δεν άφηνε κενά. Γιατί στην πολιτική, κυρίως, ισχύει η διαπίστωση ότι η «φύση απεχθάνεται τα κενά».

*Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Απογευματινή» στις 28/6