Στο μεν νησί συγκέντρωσαν αθροιστικά πάνω από 80% δύο άχρωμοι πολιτικοί, αντιευρωπαϊστές στον πυρήνα της σκέψης τους, που παραπέμπουν στη δεκαετία του 80’: η Τερέζα Μέι και ο Τζέρεμι Κόρμπιν.

Στη δε Γαλλία σάρωσε ο Εμανουέλ Μακρόν, ο πλέον νεωτεριστής πολιτικός, με αμιγώς μεταρρυθμιστική ατζέντα και εντελώς ευρωπαϊκή φιλοσοφία. Και μάλιστα χωρίς να κουβαλά πίσω του την ιστορικότητα είτε του Σοσιαλιστικού είτε του Συντηρητικού Κόμματος.

Eίναι, άραγε, τόσο διαφορετική η σύνθεση του πληθυσμού ή τόσο ξεχωριστά τα προβλήματα που απασχολούν τους λαούς σε Αγγλία και Γαλλία για να ψηφίζουν οι πολίτες τόσο αντικρουόμενα; Νομίζω πως όχι, από τη στιγμή που μιλάμε για δύο κατ’ εξοχήν παραδοσιακές δυνάμεις του πλανήτη, με δομημένους δημοκρατικούς θεσμούς, με τεράστια οικονομική ισχύ και κουλτούρα αφομοίωσης των μεταναστών.

Επί της ουσίας, οι κάλπες σε Βρετανία και Γαλλία επιβεβαιώνουν την πολυπλοκότητα της εποχής, των προβλημάτων, αλλά και την πληθώρα των αντιφάσεων. Που σημαίνει ότι δεν μπορούμε να αντιμετωπίζουν τις συνθήκες με αναλυτικά εργαλεία αλλοτινών περιόδων, ούτε με απλουστευτικές αναλύσεις, ούτε να κάνουμε προσομοιώσεις στα καθ’ ημάς. Το επισημαίνουμε διότι, με αφορμή την εν εξελίξει συζήτηση στην Κεντροαριστερά, ανάλογα με την οπτική που έχει ο καθένας ψάχνει είτε τον Ελληνα Μακρόν είτε τον Ελληνα Κόρμπιν.

Οι φιλελεύθεροι (κεντρο)αριστεροί θεωρούν ότι θα πρέπει ο χώρος να στρίψει προς το Κέντρο, να γκρεμίσει τα ιδεολογικά τείχη, αναζητώντας έναν χαρισματικό ηγέτη, κλείνοντας το μάτι προς την πλευρά του Κυριάκου. Οι πιο παραδοσιακοί σοσιαλδημοκράτες υποστηρίζουν ότι απαιτείται μια πιο κοινωνική ατζέντα, που θα ασκεί κριτική στην ΕΕ, που θα έρχεται σε επαφή με τα λαϊκά στρώματα και τα συνδικάτα. Τακτική που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην αγκαλιά του Αλέξη.
Προφανώς, ο καθένας έχει τη γνώμη του για το τι πρέπει να γίνει στην εγχώρια Κεντροαριστερά. Απλώς, με βάση και τα προαναφερθέντα, είναι παντελώς λάθος να στοιχειωθεί τα επιχειρήματά του χρησιμοποιώντας τον Μακρόν και τον Κόρμπιν.