Στα µέτωπα της Ειδικής Στρατιωτικής Επιχείρησης (ΕΣΕ) της Ρωσίας στην Ουκρανία ή, αν θέλετε, του πολέµου ΝΑΤΟ - Ρωσίας διαµορφώνονται σύνθετες εξελίξεις, οι οποίες δεν φαίνεται να έχουν εύκολη και γρήγορη λύση. Οπως, άλλωστε, θα έλεγαν και οι µεγαλύτεροι θεωρητικοί της Ιστορίας, ο κόσµος µας είναι ένας αφιλόξενος τόπος για όποιον πιστεύει ότι υπάρχουν εύκολες λύσεις σε σύνθετα προβλήµατα. Σίγουρες, ωστόσο, είναι οι συνέπειες του πολέµου για τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης, οι οποίες επωµίζονται το κόστος της σύγκρουσης στην Ουκρανία δύο δυνάµεων που δεν είναι καν µέλη της. Ευρωπαίοι πολίτες πεθαίνουν, υποδοµές καταστρέφονται και η οικονοµία υφίσταται τεράστιες απώλειες, καθώς ολόκληροι τοµείς (αγροτικός, βιοµηχανικός) έχουν σοβαρά πληγεί σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.

Η Ευρώπη θα έπρεπε να είχε αποτρέψει αυτόν τον πόλεµο τηρώντας τις Συµφωνίες Μινσκ Ι και Μινσκ II µε τη Ρωσία και όχι να τις οδηγήσει σε φιάσκο, όπως οµολόγησαν οι ίδιοι οι εκπρόσωποί της, Αγκελα Μέρκελ και Φρανσουά Ολάντ. Εν ανάγκη, αφού ξέσπασε αυτός ο πόλεµος, θα έπρεπε να τον είχε αποµονώσει και όχι να τον παγκοσµιοποιήσει, ακολουθώντας τις παράλογες επιταγές της ατλαντικής υπερδύναµης και του ΝΑΤΟ. Η αποδοχή των κινήσεων του αγγλοσαξονικού µπλοκ και των απαράδεκτων «κυρώσεων» φέρνει κάθε ηµέρα και πιο κοντά τον κίνδυνο της παγκόσµιας κλιµάκωσης. Η ασφάλεια της Ευρώπης συνδέεται µε την έκβαση του πολέµου, κάτι που δεν ίσχυε για καµία άλλη σύγκρουση στην ήπειρο -συµπεριλαµβανοµένων των πολέµων µε τη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας- µετά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο. Κι όµως, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις βγάζουν τα µάτια τους µε τα ίδια τους τα χέρια, καταστρέφοντας αυτά που οι ίδιες κηρύττουν. ∆ύο είναι οι βασικές -και αντιφατικές, όπως λέει ο Ιταλός καθηγητής Πολιτικών Επιστηµών και ∆ιεθνών Σχέσεων Σέρτζιο Φαµπρίνι- συνέπειες του πολέµου για τους Ευρωπαίους. Η πρώτη είναι ότι µε την Ευρωπαϊκή Ενωση εµπλεκόµενη στη διεξαγωγή του πολέµου, ακόµα και αν δεν κάνει πόλεµο «από πρώτο χέρι», η διαφαινόµενη στρατιωτική ήττα της Ουκρανίας θα αποτελέσει πολιτική ήττα για την Ευρώπη (την Ε.Ε. και το Ηνωµένο Βασίλειο). Το δεύτερο συµπέρασµα είναι το εξής: Ακόµα κι αν µια µεταπολεµική Ουκρανία µπορεί να ισχυριστεί ότι σταµάτησε τον Πούτιν, θα αποτελέσει επίσης πρόβληµα για την Ε.Ε. Θα είναι µια άκρως στρατιωτικοποιηµένη χώρα, µε ισχυρή εθνικιστική ταυτότητα. Ενα τυπικό ευρωπαϊκό εθνικό κράτος του 19ου αιώνα, όπου τα εθνικά αισθήµατα τείνουν να ριζοσπαστικοποιηθούν. Αυτός ο ουκρανικός εθνικισµός απέχει αρκετά από την ευρωπαϊκή υπερεθνική ιδέα, που δεκαετίες προσπαθούν να επιβάλλουν στους λαούς της ηπείρου οι γραφειοκράτες των Βρυξελλών.

Στη µελέτη του µε τίτλο «Περί του πολέµου», που κυκλοφόρησε το 1832, ο Πρώσος στρατηγός Καρλ φον Κλαούζεβιτς τόνιζε: «Ο πόλεµος είναι το βασίλειο της αβεβαιότητας. Τα τρία τέταρτα των παραγόντων στους οποίους βασίζεται η πολεµική δράση είναι τυλιγµένα σε µια οµίχλη µεγαλύτερης ή µικρότερης αβεβαιότητας». ∆υστυχώς, οι απαίδευτες σηµερινές µαριονέτες του Τζορτζ Σόρος, του Κλάους Σβαµπ και του ΝΑΤΟ, που παριστάνουν τους ηγέτες της Ευρώπης, αυτά τα αγνοούν και σύντοµα θα καταλάβουν ότι τέτοιες απλοϊκές απαντήσεις, όπως αυτές που έδωσαν στο πρόβληµα της Ουκρανίας, υιοθετούνται µόνο από εκείνους που δεν γνωρίζουν σωστά το ερώτηµα. Στις 27 Φεβρουαρίου 2022, τρεις ηµέρες µετά τη ρωσική επέµβαση στην Ουκρανία, η ∆ύση ανακοίνωσε µια τιµωρητική πολιτική «κυρώσεων», γεωστρατηγικών και γεωοικονοµικών, απέναντι στη Μόσχα, στοχεύοντας και τον ίδιο τον Πούτιν. Αυτή η απάντηση της ∆ύσης στον πόλεµο της Ουκρανίας αποδείχθηκε µεγάλο λάθος, τεράστια αποτυχία. Σήµερα η Ευρώπη βρίσκεται σε κακή κατάσταση, το λιγότερο που µπορούµε να πούµε, αντιµετωπίζοντας προκλήσεις τόσο σε θέµατα ασφαλείας όσο και οικονοµικές. Και τούτο διότι οι στόχοι αυτών των κυρώσεων, που ήταν η άσκηση πίεσης στη Ρωσία και ο τερµατισµός του πολέµου, δεν έχουν εκπληρωθεί, ενώ η ανταγωνιστικότητα της ευρωπαϊκής οικονοµίας µειώνεται µέρα µε τη µέρα.

Υπάρχουν περισσότερες από 18.000 κυρώσεις που έχουν επιβληθεί σε βάρος της Ρωσίας. Ωστόσο, η ρωσική οικονοµία και η πολεµική µηχανή αυξήθηκαν κατά 3,6% το 2023 και προβλέπεται να αυξηθούν κατά άλλο ένα 2,6% φέτος. Σχεδόν το 6% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος της Ρωσίας πηγαίνει σε στρατιωτικές δαπάνες. Την ώρα που ο Ουκρανός πρόεδρος, Βολοντίµιρ Ζελένσκι, αγωνίζεται να αποκτήσει όπλα, κεφάλαια και νεοσύλλεκτους, ο Πούτιν δείχνει σίγουρος για τις φιλοδοξίες του για το µέλλον. Είναι αξιοσηµείωτο πώς 18.000 στρατηγικές κυρώσεις, που επιβλήθηκαν από µερικές από τις ισχυρότερες οικονοµίες του κόσµου, απέτυχαν να εκτροχιάσουν τον Ρώσο πρόεδρο. Η Ρωσία προετοιµαζόταν για τις δυτικές κυρώσεις από το 2013 και κατάφερε να αποµονώσει την οικονοµία της από τις συναλλαγές που απαιτούν αµερικανικά δολάρια. Στις αρχές του 2022 συνέδεσε το νόµισµά της, το ρούβλι, µε τον χρυσό και 5.000 ρούβλια θα αγοράζουν πλέον µία ουγγιά καθαρού χρυσού. Το σχέδιο ήταν να µετατοπιστεί το νόµισµα από µια συνδεδεµένη αξία και να µπει στον ίδιο τον κανόνα του χρυσού, ώστε το ρούβλι να γίνει ένα αξιόπιστο υποκατάστατο του χρυσού, µε σταθερή ισοτιµία. Σύµφωνα µε το Παγκόσµιο Συµβούλιο Χρυσού, η Ρωσία είναι πλέον ο δεύτερος µεγαλύτερος παραγωγός χρυσού µε 324,7 µετρικούς τόνους το 2023, πίσω από την Κίνα, µε 374 µετρικούς τόνους, και αναµένεται να αυξήσει την παραγωγή της κατά 4% ετησίως µέχρι το 2026. Ενώ οι οικονοµικές κυρώσεις στόχευαν τη ναυτιλία και το εµπόριο προς τη Ρωσία, η αγορά χρυσού, που είναι ένα τεράστιο περιβάλλον, έµεινε σε µεγάλο βαθµό ανέγγιχτη.


Συνήθως οι χώρες επιθυµούν χρυσό ως µέσο ασφάλειας για την αποµόνωση έναντι ευρύτερων, παγκόσµιων οικονοµικών σοκ. Πολλές κεντρικές τράπεζες αγοράζουν χρυσό µε ιλιγγιώδεις ρυθµούς, µε περίπου 1.073 µετρικούς τόνους να έχουν αγοραστεί το 2022, µε τον έναν τόνο να αντιστοιχεί σε περίπου 65 εκατοµµύρια δολάρια ΗΠΑ. Το Παγκόσµιο Συµβούλιο Χρυσού υποστηρίζει ότι ο χρυσός είναι το ασφαλέστερο µέρος για επενδύσεις σε περιόδους συγκρούσεων. Το σκεπτικό για τη διατήρηση αποθεµάτων χρυσού είναι η χρήση τους για τον διακανονισµό ξένων συναλλαγών στο εσωτερικό και το εξωτερικό. Οι κάτοχοι χρυσού µπορούν να τον εµπορεύονται σε ένα από τα διάφορα χρηµατιστήρια ράβδων - µπορεί να ανταλλάσσεται µε νοµίσµατα για τον διακανονισµό συναλλαγών και στη συνέχεια να ανταλλάσσεται ξανά µε ράβδους. Η Βενεζουέλα, για παράδειγµα -µια χώρα στην οποία έχουν, επίσης, επιβληθεί αυστηρές κυρώσεις- έστειλε ράβδους χρυσού στο Ιράν, σε αντάλλαγµα για τεχνική βοήθεια στην παραγωγή πετρελαίου.

Ο ρωσικός χρυσός, αξίας δισεκατοµµυρίων δολαρίων, διακινείται ελεύθερα σε υψηλές τιµές, ενώ έτσι αποφεύγεται καθεµία από αυτές τις 18.000 κυρώσεις. Αυτός είναι ο λόγος που οι δυτικές «κυρώσεις» κατά της Ρωσίας δεν έχουν εκτροχιάσει τίποτα. «Ο µακροπρόθεσµος στόχος του Πούτιν είναι ο χρυσός να γίνει το παγκόσµιο νόµισµα συναλλαγών, εκθρονίζοντας το δολάριο των ΗΠΑ», εξηγεί ο Ρόµπερτ Χουίς, καθηγητής ∆ιεθνών Αναπτυξιακών Σπουδών. «Ο χρυσός είναι το νόµισµα της καταστροφής» και η αγορά του είναι µια προστασία σε περιόδους αβεβαιότητας. Τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα εισήγαγαν µετρικούς τόνους (6,2 δισεκατοµµύρια δολάρια) ρωσικού χρυσού το 2022 µετά τις βρετανικές κυρώσεις. Αυτό είναι 15 φορές υψηλότερο από τις εισαγωγές του 2021. Ο άλλος µεγάλος πελάτης του ρωσικού χρυσού είναι η Ελβετία. Το 2022 εισήγαγε 75 µετρικούς τόνους, αξίας 4,87 δισ. δολαρίων ΗΠΑ. Το 2023 εισήγαγε περίπου 8,22 δισ. δολάρια σε χρυσό από τα Ηνωµένα Αραβικά Εµιράτα, τα οποία δεν παράγουν δικό τους, αλλά τον αγοράζουν από τη Ρωσία, και 3,92 δισ. δολάρια από το Ουζµπεκιστάν, γείτονα της Ρωσίας

Δημοσιεύθηκε στα «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ»