Τα πρώτα συμπεράσματα από την επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα είναι καλύτερα του αναμενομένου. Ένας εντελώς διαφορετικός Τούρκος πρόεδρος σε σχέση με τα όσα είχαμε ζήσει στο Προεδρικό Μέγαρο το 2017 και είχαν οδηγήσει σε διπλωματικό Βατερλώ.

Η γλώσσα του σώματος την ώρα των κοινών δηλώσεων μαρτυρούσε πως η κατ’ ιδίαν συνάντηση Μητσοτάκη-Ερντογάν πήγε εξαιρετικά. Οι διακηρύξεις φιλίας και των δύο πλευρών μοιάζουν ειλικρινείς και ενισχύουν το θετικό κλίμα που υπάρχει τους τελευταίους δέκα μήνες, μετά τον φονικό σεισμό στην Τουρκία.

Το αν θα προχωρήσουμε σε επίλυση των υπαρκτών διαφορών είναι ένα ζητούμενο. Δεν είναι εύκολο, γιατί κάτι τέτοιο επιβάλλει αυτονόητους συμβιβασμούς, τους οποίους ο κ. Ερντογάν πιθανότατα να μπορεί να κάνει, αλλά σίγουρα δεν μπορεί (δυστυχώς) η οποιαδήποτε ελληνική κυβέρνηση. Το πολιτικό μας σύστημα δεν αντέχει κάτι τέτοιο, ενώ και η κοινωνία έχει «εκπαιδευτεί» με κραυγές και στείρο αντιτουρκισμό.

Ακόμα, όμως, κι αν δεν προχωρήσουμε στην επίλυση των διαφορών, θα έχει γίνει ένα σημαντικό βήμα αφενός με την υπογραφή του Συμφώνου Φιλίας Ελλάδος-Τουρκίας, αφετέρου με τις συνεννοήσεις σε εμπορικά, τουριστικά, εκπαιδευτικά, πολιτιστικά ζητήματα.

Οι δυο λαοί μόνο ωφελημένοι θα είναι αν συνεχιστεί το θετικό κλίμα των τελευταίων δέκα μηνών. Η ηρεμία στο Αιγαίο είναι αυτή τη στιγμή το ζητούμενο. Το ίδιο και στη Θράκη. Από τη σημερινή επίσκεψη Ερντογάν προκύπτουν ευοίωνες προοπτικές για την ελληνοτουρκική προσέγγιση. Ας τις αξιοποιήσουμε!