Κινδυνεύει η Νέα ∆ημοκρατία να «µπατάρει» προς το Κέντρο, αφήνοντας πολιτικό κενό στα δεξιά της; Η συζήτηση για ευρείες ανακατατάξεις, που πιθανόν να υποσκάψουν την πολιτική κυριαρχία του κυβερνώντος κόµµατος, αναζωπυρώθηκε από την πρόσφατη συνέντευξη του πρώην πρωθυπουργού, Αντώνη Σαµαρά, αλλά και την αναθέρµανση της αντιπαράθεσης για το ζήτηµα του γάµου των οµόφυλων ζευγαριών. Αίφνης, ο γρίφος της ελλειµµατικής αντιπολίτευσης από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ εµφανίστηκε να µετατοπίζεται εντός της Ν.∆.

«Οταν η Ν.∆. στοχεύει αποκλειστικά στο Κέντρο, τη στιγµή που η κοινωνία κινείται δεξιότερα, κινδυνεύει να χάσει την ισορροπία της», ήταν η εκτίµηση του κ. Σαµαρά, που έδωσε λαβή για διάφορες ερµηνείες, µέχρι και κάποιες... νοσταλγικές αναφορές για την πάλαι ποτέ «γαλάζια πολυκατοικία» του Γ. Καρατζαφέρη.


Η δεξιά στροφή

Αν δούµε τα αποτελέσµατα των τελευταίων βουλευτικών εκλογών, η πρώτη εικόνα µοιάζει να δικαιολογεί τη δεξιά στροφή, που καταγράφεται εξάλλου σε όλη την Ευρώπη. Η Ν.∆. διασφάλισε -και διατηρεί µέχρι σήµερα, όπως δείχνουν οι δηµοσκοπήσεις- την πολιτική κυριαρχία της µε το 40% των ψήφων, την ώρα που τα ακροδεξιά κόµµατα συγκέντρωσαν περί το 15% των ψήφων. Κι αυτό καθώς το κόµµα της αξιωµατικής αντιπολίτευσης, ο ΣΥΡΙΖΑ, γνώριζε τη συντριβή και βυθιζόταν σε µια βαθιά εσωκοµµατική κρίση. Σηµαίνει όµως πως το 55% των ψήφων πρέπει να είναι άθροισµα, ώστε να τεκµηριωθεί η άποψη ότι υπάρχει «δεξιά πολυκατοικία», που µάλιστα κινδυνεύει από φυγόκεντρες τάσεις, µε ό,τι αυτό συνεπάγεται ενόψει και των ευρωεκλογών;


Βίοι αντίθετοι

H πρόσφατη έρευνα της aboutpeople, για λογαριασµό της Eteron, µας δίνει µια εντελώς διαφορετική εικόνα για τον βαθµό συνάφειας της Ν.∆. µε τα ακροδεξιά κόµµατα. Την εξήγηση για το τι συµβαίνει τη δίνει ο Πέτρος Ιωαννίδης, πολιτικός αναλυτής της aboutpeople: «Από την κλίµακα συµπάθειας δεν προκύπτει κάποια ιδιαίτερη σχέση µεταξύ των ψηφοφόρων της Ν.∆. και αυτών των τριών κοµµάτων δεξιότερά της. Τα ποσοστά συµπάθειας που καταγράφονται είναι πολύ χαµηλά. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ψηφοφόροι της Ν.∆. εκφράζουν µεγαλύτερη συµπάθεια για το ΚΚΕ (2,38%). Αντίστοιχη ‘‘ψυχρότητα’’ καταγράφεται έναντι της Ν.∆. στους ψηφοφόρους των τριών κοµµάτων».

Και καταλήγει: «Αν και καταγράφονται πεδία συγκλίσεων µεταξύ των οπαδών της Ν.∆. και αυτών των κοµµάτων (µε προεξάρχον το Μεταναστευτικό), οι διαφορές τους σε σειρά µείζονων ζητηµάτων (Ε.Ε., παγκοσµιοποίηση, λειτουργία δηµοκρατίας, κινητοποιήσεις) οδηγούν στο συµπέρασµα ότι σήµερα δεν µπορεί να γίνει λόγος για ‘‘γαλάζια πολυκατοικία’’». Υπάρχουν ακόµα πρόσθετες αποδείξεις για τις αποκλίσεις µε την Ακροδεξιά. ∆ύο ενδεικτικά παραδείγµατα: Το ένα είναι η ακραία φιλορωσική στάση των µικρότερων σχηµατισµών δεξιά της Ν.∆. για τον πόλεµο στην Ουκρανία -τη στιγµή που η συντριπτική πλειονότητα των οπαδών του κυβερνώντος κόµµατος τάσσεται στο πλευρό της ∆ύσης.

Το δεύτερο είναι ο έντονος ευρωσκεπτικισµός των ακροδεξιών κοµµάτων -µε συντριπτικά ποσοστά υπέρ της επιστροφής στη δραχµή- την ώρα που η Ν.∆. ξεκινά την καµπάνια της για τις ευρωεκλογές, προτάσσοντας την ευρωπαϊκή της ταυτότητα και το θετικό πρόσηµο της συµµετοχής µας στους θεσµούς της Ε.Ε. Ακούγεται πάντως τελευταία -και ενόψει ζυµώσεων λόγω ευρωεκλογών- πως θα µπορούσε ένας ηγέτης να ενώσει τους ακροδεξιούς σχηµατισµούς, δηµιουργώντας έναν πόλο που ήδη ενισχύεται ανησυχητικά σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η νίκη του Βίλντερς στην Ολλανδία και η άνοδος του κόµµατος AfD στη Γερµανία είναι ενδεικτικά της τάσης που επικρατεί. Η πραγµατικότητα για τη χώρα µας αποτυπώνεται στην έρευνα της Eteron, απ’ όπου συνάγεται ότι στο φάσµα των Ελληνικής Λύσης, Νίκης και Σπαρτιατών οι οπαδοί του ενός κόµµατος δεν θέλουν να βλέπουν τους άλλους!


∆εν είναι… Ολλανδία

Η νίκη του ακροδεξιού Χέερτ Βίλντερς στις εκλογές στην Ολλανδία τροφοδότησε µε νέα επιχειρήµατα το «κλίνατε επί ακροδεξιά» σε Ευρώπη αλλά και Ελλάδα -µε δεδοµένη τη συρρίκνωση του ΣΥΡΙΖΑ. Φαίνεται πως η µεταναστευτική κρίση τροφοδοτεί σε µεγάλο βαθµό τον ευρωσκεπτικισµό και την αναζωπύρωση του λαϊκισµού σε πολλές χώρες της Ε.Ε.

Η Ελλάδα όµως, µέσα στην ατυχία της µε τη δεκαετή κρίση χρέους και τα µνηµόνια, στάθηκε τυχερή. Την έκρηξη του λαϊκισµού την περασµένη δεκαετία -µε αποκορύφωµα τη διακυβέρνηση της χώρας από το σχήµα ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ.- διαδέχτηκε η ανάκαµψη της χώρας, που εκφράστηκε πολιτικά µε τη νίκη της Ν.∆. το 2019. Ταυτόχρονα, οι µνήµες είναι νωπές από τη διαχείριση της µεταναστευτικής έξαρσης στα σύνορά µας. Κατά κάποιον τρόπο, η χώρα µας «θωρακίστηκε» από ακραίες εκδηλώσεις, που τώρα παίρνουν το πάνω χέρι στο ευρωπαϊκό στερέωµα.

Οι κίνδυνοι βεβαίως δεν εξέλιπαν ούτε αυτό σηµαίνει ότι η πολιτική κυριαρχία της Ν.∆. είναι δεδοµένη -αυτό φάνηκε και στο αποτύπωµα του β' γύρου των περιφερειακών και αυτοδιοικητικών εκλογών. Η παρατεινόµενη κρίση στη Μέση Ανατολή και το ενδεχόµενο ενός νέου µεταναστευτικού κύµατος προς τη χώρα µας αλλά και µέσω αυτής θα µπορούσε να οδηγήσει σε έξαρση της ξενοφοβίας και του ευρωσκεπτικισµού, µε τα βέλη της κριτικής να στρέφονται κατά της κυβέρνησης.


Οι δύσκολες επιλογές

Τελικά, πόσο υπαρκτός είναι ο κίνδυνος για τη Ν.∆. να χάσει από τα δεξιά της όσα κερδίζει µε την πολιτική της στο Κέντρο; Μια εξήγηση έδωσε ο υπουργός Επικρατείας Μάκης Βορίδης -πρόσωπο που συζητήθηκε έντονα τα τελευταία 24ωρα, λόγω των επιφυλάξεων που διατύπωσε δηµόσια για τον γάµο των οµόφυλων ζευγαριών: «Η µεγάλη επιτυχία του Μητσοτάκη είναι ότι έχει βάλει στο επίκεντρο της κυβέρνησης τα προβλήµατα των πολιτών και η αντιµετώπισή τους φέρνει την ταύτιση ανθρώπων που ξεκινάνε από διαφορετικές αφετηρίες».

Υπάρχουν βεβαίως και οι δύσκολες επιλογές που προκαλούν και εσωκοµµατικούς κραδασµούς. Το φορολογικό νοµοσχέδιο είναι µία από τις επιλογές αυτές, αλλά και η συζήτηση για τον γάµο των οµόφυλων ζευγαριών προκαλεί εµφανέστατα εσωκοµµατικές διαµάχες. Και για τις δύο περιπτώσεις το Μαξίµου θεωρεί ότι η διαχείρισή τους επ’ ουδενί λόγω οδηγεί σε ρήξεις. Αλλωστε τα δηµοσκοπικά ευρήµατα που διαθέτει δείχνουν ότι ακόµα και για τα επίµαχα θέµατα µε τους ΛΟΑΤΚΙ+, περίπου ο ένας στους δύο υποστηρικτές της Ν.∆. διάκειται θετικά για την επίλυσή τους. ∆εν είναι βέβαια διαπίστωση µόνο του κ. Σαµαρά ότι «η Ν.∆. κινδυνεύει µόνο από τον εαυτό της».

Οµως αιτία γι’ αυτό είναι το ότι κινείται προς το Κέντρο, την ώρα που η κοινωνία κινείται προς τα δεξιά; Η αναβάπτιση της πολιτικής κυριαρχίας της Ν.∆. στις εκλογές του Μαΐου και του Ιουνίου 2023, έπειτα από µια τετραετή διακυβέρνηση µε κρίσεις και ανατροπές, οφείλεται κατά κύριο λόγο στην εφαρµογή προγραµµατικών θέσεων που ικανοποίησαν µεγάλα τµήµατα της ελληνικής κοινωνίας, ανεξάρτητα από ιδεολογικές καταβολές. Μια πολιτική σταθερότητας, µια επιτυχηµένη διαχείριση κρίσεων -τόσο του Μεταναστευτικού όσο και της πανδηµίας και του Ενεργειακού-, µια εξωστρεφής πολιτική στην οικονοµία, όλα αυτά συνέτειναν στην εκλογική της νίκη, µε υπόβαθρο ένα ζωηρό αντιΣΥΡΙΖΑ µέτωπο. Ωστόσο, η δεύτερη τετραετία άρχισε µε µεγάλα προβλήµατα: η ακρίβεια στα ράφια των σουπερµάρκετ, η τραγωδία στα Τέµπη, οι πυρκαγιές του καλοκαιριού, οι καταστροφές στον θεσσαλικό κάµπο τροφοδότησαν τη δυσαρέσκεια των πολιτών.

Επιπλέον, η κυβέρνηση έχει δεσµευθεί προεκλογικά για την εφαρµογή µιας επιθετικής µεταρρυθµιστικής ατζέντας. Οι καθυστερήσεις στην υλοποίησή της θα µπορούσαν να την εκθέσουν πολιτικά και να αφήσουν έδαφος για ενίσχυση των φυγόκεντρων τάσεων στους κόλπους της. Από την άποψη αυτή, ο χρόνος µέχρι τις ευρωεκλογές του Ιουνίου 2024 µετράει αντίστροφα τόσο για τις αντοχές της κυβερνητικής παράταξης όσο και για τις πιθανότητες, οι όποιες ρωγµές στο εσωτερικό της να της κοστίσουν πολιτικά και να ενθαρρύνουν τους θιασώτες φυγόκεντρων τάσεων, αποκλίσεων, διαφοροποιήσεων σε βάρος του πολιτικού κεφαλαίου που διαθέτει ο πρωθυπουργός. Αλλωστε, οι ευρωεκλογές προσφέρονται για αποστολή µηνυµάτων µε αποδέκτες τις κυβερνήσεις...

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής