Εδώ και δεκαετίες υπήρχε και ίσως υπάρχει ακόμα μια λέξη, η οποία όταν ακούγεται μέσα στα Ελληνικά ΑΕΙ, για κάποιους σημαίνει “απαράβατο δόγμα”. Τι άλλο θα μπορούσα να εννοώ εκτός από την λέξη άσυλο; Πιο συγκεκριμένα ακαδημαϊκό άσυλο.

Αν λέγαμε σε έναν φοιτητή του εξωτερικού, ότι στα ελληνικά πανεπιστήμια μπορεί να εισέλθει ένας εγκληματίας, να διαμείνει ακόμα και στις φοιτητικές εστίες, οι οποίες στεγάζονται εντός του χώρου του πανεπιστημίου, αλλά η αστυνομία δεν έχει τη δυνατότητα να εισέλθει και να τον συλλάβει, τι θα καταλάβαινε άραγε; Ευτυχώς το συγκεκριμένο παράδειγμα δεν υφίσταται πλέον με πρωτοβουλία της σημερινής κυβέρνησης, κάτι το οποίο θα έπρεπε να είχε γίνει αρκετά χρόνια πριν.

Ας δούμε όμως τι έχει προηγηθεί έως ότου φτάσουμε στην κατάργηση του ασύλου.

Το ακαδημαϊκό άσυλο άρχισε να ισχύει από το 1982, με σκοπό να προστατέψει την ελευθερία των φοιτητών και να κατοχυρώσει την ελεύθερη διακίνηση ιδεών και αντιλήψεων. Σε περίπτωση πλημμελήματος εντός του χώρου του πανεπιστημίου, η αστυνομία χρειαζόταν την άδεια του πρυτανικού συμβουλίου για να εισέλθει, ενώ σε περίπτωση κακουργήματος ή εγκλημάτων κατά της ζωής, η αστυνομία είχε το δικαίωμα να επέμβει αυτεπάγγελτα. Στην πρώτη περίπτωση κανένα πρυτανικό συμβούλιο δεν αναλάμβανε την ευθύνη να δώσει το πράσινο φως για την είσοδο της αστυνομίας, ενώ στην δεύτερη περίπτωση, εφόσον οι δημόσιες δυνάμεις δεν βρίσκονταν ήδη στον χώρο, ήταν αρκετά δύσκολο να διευκρινιστεί εάν όντως μιλάμε για κακούργημα, με αποτέλεσμα η είσοδος να γίνεται πολύ αργότερα από την τέλεση της εγκληματικής πράξης. Για να μιλάμε ξεκάθαρα βέβαια, υπήρχε μια φοβικότητα από τις διοικήσεις των πανεπιστημίων αλλά και από τα σώματα ασφαλείας, να πάρουν μια ξεκάθαρη απόφαση.

Όλη αυτή η διαδικασία λοιπόν, με το πέρασμα του χρόνου, οδήγησε τους εγκληματίες μέσα στα ελληνικά πανεπιστήμια, δημιουργώντας «γιάφκες», κέντρα ανομίας και αποθήκες όπλων. Εκτός όλων αυτών όμως, η πραγματική έννοια του ακαδημαϊκού ασύλου έπαψε εντελώς να υφίσταται, εφόσον κάθε ιδέα και άποψη που δεν ταυτιζόταν με τις αντιλήψεις των ακραίων ομάδων, αντιμετωπίζονταν με βία. Για την ακρίβεια, η έννοια του ασύλου διαστρεβλώθηκε και αλλοιώθηκε άρδην, καθώς χιλιάδες φοιτητές δεν είχαν την δυνατότητα, ούτε να διακινήσουν τις ιδέες τους ελεύθερα αλλά ούτε να σπουδάσουν σε ένα καθαρό και σύγχρονο πανεπιστήμιο.

Το 2019, η νεοεκλεγείσα Κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, αποφασίζει επιτέλους να βάλει ένα τέλος σε αυτόν τον καταστροφικό νόμο για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. Φτάνει όμως αυτό για να επανέλθουν τα πανεπιστήμια στην κανονικότητα, εκφράζοντας όλα όσα επιβάλλεται να πρεσβεύει ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό πανεπιστήμιο; Δυστυχώς, η απάντηση είναι όχι. Τα συντρίμμια του πανεπιστημιακού ασύλου, δεν μαζεύονται σε μια στιγμή.

Η κατάσταση αυτή ανέδειξε νοσηρές νοοτροπίες, δημιουργώντας ομάδες που θα συνεχίσουν να δρουν για αρκετό καιρό ακόμα. Σε αυτό το σημείο έρχεται η πανεπιστημιακή αστυνομία. Η βία φέρνει πάντα βία και αυτό έχουν σκοπό να αποτρέψουν οι Ομάδες Προστασίας Πανεπιστημιακών Ιδρυμάτων (ΟΠΠΙ). Ειδικοί φρουροί ελαφρά εξοπλισμένοι, κατάλληλα εκπαιδευμένοι, με τη διακριτική συνεχή παρουσία τους στον χώρο του πανεπιστημίου, θα έχουν ξεκάθαρο ρόλο στην αποτροπή οποιασδήποτε εγκληματικής πράξης. Σε ένα πανεπιστήμιο όπως το ΟΠΑ (ΑΣΟΕΕ) ή το ΑΠΘ, χωρίς άσυλο αλλά και χωρίς πανεπιστημιακή αστυνομία είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα προκληθούν επεισόδια. Άλλωστε το έχουμε ζήσει πρόσφατα.

Τέλος, θα συμφωνήσω με αρκετές γνώμες που διατυμπανίζουν ότι η παρουσία ένστολων δεν είναι ό,τι καλύτερο μέσα σε ένα εκπαιδευτικό ίδρυμα. Από την άλλη μεριά, όσα διαδραματίζονται στα ελληνικά πανεπιστήμια είναι πολύ χειρότερα. Δυστυχώς ή ευτυχώς, η πανεπιστημιακή αστυνομία είναι η μοναδική λύση, τουλάχιστον προς το παρόν. Έστω μέχρι να «σκοτώσουμε» το τέρας που έθρεψε το άσυλο της ανομίας.

*Ο Μιχάλης Νίκας είναι Μηχανολόγος Μηχανικός & Γραμματέας Κεντρικής Επιτροπής της ΟΝΝΕΔ