H αμερικανική ExxonMobil ξεκινάει έρευνες υδρογονανθράκων στα δύο οικόπεδα τα οποία βρίσκονται νοτιοδυτικά της Πελοποννήσου και της Κρήτης. Η εξέλιξη αυτή μπορεί να «ταράξει» τα έως τώρα δεδομένα και να αποτελέσει αφορμή ανακατανομής ισχύος τόσο στην Ανατολική Μεσόγειο, όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση, δίνοντας στην Ελλάδα μια νέα, αναβαθμισμένη θέση στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα.

Υπάρχουν ενδείξεις, τις οποίες επικαλείται ο διευθύνων σύμβουλος της Ελληνικής Διαχειριστικής Εταιρείας Υδρογονανθράκων, Άρης Στεφάτος, ότι διαθέτουμε αποθέματα φυσικού αερίου σημαντικής αξίας, που ενδεχομένως να ξεπερνά τα 250 δις. ευρώ, γεγονός που καθιστά την πιθανότητα εκμετάλλευσης κίνηση «ματ», η οποία θα επιφέρει θετικά αποτελέσματα τόσο στην ελληνική οικονομία, όσο και στην θέση της Ελλάδας εντός της Ε.Ε.

Η Ελλάδα ως ενεργειακός κόμβος

Για την Ευρωπαϊκή Ένωση η ενεργειακή ασφάλεια και ο συνεχής εφοδιασμός της αγοράς με φυσικό αέριο είναι ύψιστης σημασίας. Για το σκοπό αυτό η Ε.Ε. προωθεί την ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία, μέσω της ενεργειακής της τροφοδοσίας από διάφορες πηγές. Η Ελλάδα σε αυτό το κομμάτι μπορεί να διαδραματίσει το ρόλο ενός ενεργειακού κόμβου που θα εφοδιάζει την Ευρώπη με φυσικό αέριο. Με αυτό τον τρόπο όχι μόνο θα μπορέσει να αναβαθμίσει την θέση της εντός της Ε.Ε, αλλά παράλληλά θα μπορέσει να ενισχύσει την οικονομία της και να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα ισχύος στη γειτονική Τουρκία, που θεωρεί τον περιφερειακό ηγεμονισμό της δεδομένο.

Διανύουμε μια περίοδο ιδιαίτερα κρίσιμη για την ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης, καθώς ο πόλεμος στην Ουκρανία εκτόξευσε στα ύψη την ανάγκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να ανεξαρτητοποιηθεί από το ρωσικό φυσικό αέριο, πλήττοντας παράλληλα την ευρωπαϊκή οικονομία. Περίπου το 30% των προμηθειών φυσικού αερίου της Ε.Ε προερχόταν από τη Ρωσία. Δεδομένου ότι οι εξαγωγές αυτές έχουν μειωθεί κατά 75%, η Ευρώπη είναι πλέον αναγκασμένη να αναζητήσει άλλες ενεργειακές διεξόδους. Για να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα, ο βιομηχανικός τομέας στην Ευρώπη έχει ήδη μετατρέψει το 35% της κατανάλωσης φυσικού αερίου σε πετρέλαιο. Ενώ βασικός στόχος της Ένωσης είναι τα επόμενα χρόνια η συνεισφορά της αιολικής και της ηλιακής ενέργειας να αυξηθεί σημαντικά.

rosia-aerio-stin-ee
Το ρωσικό φυσικό αέριο που εισήλθε στην Ευρωπαϊκή Ένωση από τον Ιανουάριο 2019 - Ιούλιο 2022. Πηγή iea.org.

Οι αλλαγές αυτές, ωστόσο, προβλέπεται ότι δεν θα είναι αρκετές για να αποφευχθούν οι ελλείψεις φυσικού αερίου στο μέλλον. Αν δεν μειωθεί ακόμα περισσότερο η ζήτηση, η Ευρώπη αναμένεται να αντιμετωπίσει το 2023 έλλειμμα φυσικού αερίου περίπου 28 δισ. κυβικών μέτρων.

Η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να καλύψει το έλλειμμα φυσικού αερίου που αναμένεται να δημιουργηθεί τα επόμενα χρόνια. Όπως ανέφερε και ο πρόεδρος της ΕΔΕΥΕΠ (Εθνική Διαχειριστική Εταιρεία Υδρογονανθράκων και Ενεργειακών Πόρων), Rikard Scoufias, εάν οι έρευνες της ExxonMobil αποφέρουν «καρπούς», «η Ελλάδα θα έχει την ευκαιρία να υποστηρίξει την ευρύτερη περιοχή και την αυξανόμενη ζήτηση της Ευρώπης για ενεργειακούς πόρους».

Αναβαθμίζοντας την οικονομική ισχύ της Ελλάδας

Η εύρεση επαρκούς ποσότητας φυσικού αερίου δυτικά και νοτιοδυτικά της Κρήτης θα μπορέσει να αναβαθμίσει τη θέση της Ελλάδας στο διεθνές σύστημα ισχύος, να μειώσει τα έξοδα από τις εισαγωγές υδραγονανθράκων και να αυξήσει τα έσοδα από τις εξαγωγές τους. Σύμφωνα με σχετική έκθεση του ΙΕΝΕ (Ινστιτούτο Ενέργειας Νοτιοανατολικής Ευρώπης), οι υδρογονάνθρακες αποτέλεσαν, αποτελούν και θα συνεχίσουν να αποτελούν για αρκετά ακόμη χρόνια βασικό συστατικό στοιχείο του ενεργειακού μίγματος της ευρωπαϊκής αλλά και της παγκόσμιας οικονομίας.

Τα τελευταία δέκα χρόνια μόνο οι εισαγωγές υδρογονανθράκων κόστισαν στην χώρα μας 150 δις. ευρώ. Η Ελλάδα πρέπει και μπορεί από εξαγωγέας πετρελαιοειδών προϊόντων και εισαγωγέας αργού και φυσικού αερίου να μετατραπεί σε παραγωγός χώρα υδρογονανθράκων και εξαγωγέας φυσικού αερίου, τονίζεται στην έκθεση ΙΕΝΕ και επισημαίνεται ότι η εξέλιξη αυτή δημιουργεί επιχειρηματικές ευκαιρίες, με αύξηση των ιδιωτικών επενδύσεων, νέες θέσεις εργασίας, μείωση του συνολικού ενεργειακού κόστους, αύξηση ενεργειακής ασφάλειας και διαφοροποίησης του εφοδιασμού, αναζωογόνηση της χρεωμένης οικονομίας.

Με άλλα λόγια, η εξέλιξη αυτή όχι μόνο μπορεί να επιταχύνει την ενεργειακή απεξάρτηση της Ε.Ε. από την Ρωσία, αλλά ταυτόχρονα μπορεί να αυξήσει σημαντικά τις πηγές εσόδων της χώρας, προσδίδοντας της παράλληλα αυξημένη γεωπολιτική και γεωστρατηγική  αξία.