Η Αθήνα προχωρεί χωρίς αλλαγές πορείας στους δρόµους της ενίσχυσης των συµµαχιών της και των διεθνών επαφών της στη ∆ύση, καθώς και στο τελείωµα των όσων έχει υπογράψει στην αµυντική συµφωνία µε τις ΗΠΑ. Και ο υπουργός Εξωτερικών, Ν. ∆ένδιας, σταθερά υπενθυµίζει σε κάθε ευκαιρία στην επιθετική Τουρκία ότι ο µόνος δρόµος γι’ αυτήν είναι η τήρηση της διεθνούς νοµιµότητας και πως κάθε άλλη επιλογή της βλάπτει την ειρήνη και τη σταθερότητα και στα Βαλκάνια και στην Ανατολική Μεσόγειο.

Η ελληνική κυβέρνηση ερµηνεύει ως ένδειξη έντονης «ζαλάδας» του προέδρου Ερντογάν το γεγονός ότι ξέπεσε στο σηµείο να «διαµαρτύρεται» στην Ουάσινγκτον για τη στρατιωτική βάση στην Αλεξανδρούπολη και να κάνει απρεπώς την «παρατήρηση» στον πρόεδρο Εµανουέλ Μακρόν για την πώληση στην Ελλάδα σύγχρονων οπλικών συστηµάτων! Είναι, δε, αξιοσηµείωτο ότι στο εσωτερικό πολιτικό µέτωπο της Τουρκίας η αντιπολίτευση σφυροκοπάει την εξωτερική πολιτική του εκνευρισµένου Ερντογάν, τον οποίο κατηγορεί για κακή «διαχείριση» και για «γκάφες».

Η ελληνική διπλωµατία δεν θεωρεί ότι ξαφνικά όλα άλλαξαν υπέρ της Ελλάδας στο πεδίο των ελληνοτουρκικών υποθέσεων, δεν συµµερίζεται την έντονη αισιοδοξία πολιτικών κύκλων για τη συνέχεια, αλλά απλώς εκτιµά ότι, αν κάποια πλευρά έχασε πολιτικούς «πόντους» τον τελευταίο καιρό, αυτή είναι η τουρκική. Η Αθήνα καταγράφει προσεκτικά τις κινήσεις της Αγκυρας, η οποία συνεχίζει την προσπάθεια να εµφανιστεί η Τουρκία «κυκλωµένη» από τους ∆υτικούς και απειλούµενη (!) από την Ελλάδα, ενώ παραλλήλως προσπαθεί να «εκτονώσει» τον θυµό της στην Αµµόχωστο, επιµένοντας πλέον σε λύση µε «δύο κυριαρχικά ισοδύναµα κράτη» στην Κύπρο.

Ο Ταγίπ Ερντογάν συναντήθηκε τελικά µε τον Αµερικανό πρόεδρο, Τζο Μπάιντεν, και επέστρεψε στην Αγκυρα «ψυχρολουσµένος» από την αµερικανική στάση, που απλώς του έδωσε µια παράταση για να «διορθώσει» ορισµένα πράγµατα στις πολιτικές συµπεριφορές του εντός και εκτός Τουρκίας. Ο Τούρκος πρόεδρος είναι τώρα ευθέως αντιµέτωπος µε το µεγάλο πρόβληµά του, που απαιτεί πλέον «απαντήσεις»: Πώς να είναι µέλος του δυτικού συστήµατος ασφαλείας, εταίρος στο ΝΑΤΟ και την ίδια ώρα να αποκτά ρωσικά οπλικά συστήµατα και να προωθεί δικές του νεο-οθωµανικές πολιτικές σε µουσουλµανικές περιοχές του κόσµου, οι οποίες αγγίζουν τα ενδιαφέροντα και τις στρατηγικές επιρροές της ∆ύσης.

Αυτήν την ώρα, η ελληνική διπλωµατία εκτιµά ότι εκ των πραγµάτων καταφαίνεται πως οι ΗΠΑ και οι Ευρωπαίοι θέλουν µεν την Τουρκία στο «µαντρί» της ∆ύσης, αλλά όχι µε τους όρους του αυταρχικού ισλαµιστή Ερντογάν. Η Αθήνα, κατά τις ίδιες πηγές, δεν θα ήθελε την Τουρκία αποµονωµένη και εκτός συστήµατος ασφαλείας της ∆ύσης, αλλά στο υπουργείο Εξωτερικών επικρατεί η εκτίµηση ότι η Αγκυρα έχει ήδη δροµολογήσει τα πράγµατα έτσι ώστε να µην είναι πλέον πολλές οι πιθανότητες για «επάνοδό» της στη ∆ύση.

Οι εξελίξεις δείχνουν ότι οι τρόποι που έχει επιλέξει ο Τούρκος πρόεδρος να προωθεί πολιτικές «περιφερειακής υπερδύναµης», µε καταγγελίες εναντίον των «ξεπεσµένων νικητών του Β’ Παγκόσµιου Πολέµου», δεν ταιριάζουν µε µια Τουρκία µέλος του ΝΑΤΟ που αρνείται τις πολιτικές αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώµατα της ∆ύσης. Την περασµένη εβδοµάδα, ο Ερντογάν άκουσε για πρώτη φορά έναν πρόεδρο των ΗΠΑ να υποστηρίζει, εµµέσως πλην σαφώς, ότι η Ουάσινγκτον δεν µπορεί να δέχεται αδιαµαρτύρητα για συνοµιλητή της έναν Τούρκο δικτάτορα. Ακουσε επίσης τον Αµερικανό πρόεδρο να του υπενθυµίζει ότι στη ∆ηµοκρατία των ΗΠΑ είναι οι θεσµικές διαδικασίες που ορίζουν αποφάσεις όπως η πώληση πολεµικών αεροσκαφών στην Τουρκία, η οποία εκλιπαρεί πλέον για την προµήθεια νέων F-16, µετά το αµερικανικό «όχι» για τα F-35.

Οι 41 και ο Πομπέο

Η αµερικανική πίεση προς την Αγκυρα έχει δυναµώσει. Ολα δείχνουν ότι, πέραν των άλλων, ο φίλος της Μόσχας Ταγίπ Ερντογάν θα πληρώσει µάλλον ακριβό τίµηµα για την αγορά των ρωσικών S-400 και τις προκλήσεις του προς τη ∆ύση. Από την Ουάσινγκτον η Τουρκία δέχθηκε την περασµένη εβδοµάδα δύο ισχυρά πολιτικά πλήγµατα: Το πρώτο, από τον πρώην υπουργό Εξωτερικών Μάικ Ποµπέο, ο οποίος αντιτάσσεται στην προµήθεια πολεµικών αεροσκαφών F-16 στην Τουρκία, που θα παραβίαζε τον νόµο (CAATSA) περί κυρώσεων κατά αντιπάλων της Αµερικής. Ο κ. Ποµπέο ανέφερε σε συνέντευξή του στην ΕΡΤ ότι η Τουρκία «συµπεριφέρεται προκλητικά» και ότι δεν µπορεί ως σύµµαχος στο ΝΑΤΟ «να θέτει σε λειτουργία ένα εξελιγµένο ρωσικό σύστηµα», ενώ τόνισε: «Υπάρχει διεθνής νοµιµότητα, υπάρχουν κανόνες και εύχοµαι η κυβέρνηση της Τουρκίας να το αντιληφθεί αυτό».

Το δεύτερο πλήγµα ήρθε µε επιστολή 41 βουλευτών προς τον υπουργό Εξωτερικών, Αντονι Μπλίνκεν, στην οποία αναφέρεται το θέµα της παραβίασης της νοµοθεσίας των ΗΠΑ από τον Ερντογάν. Και τονίζεται ότι «ο Ερντογάν δεν έχει καµία πρόθεση να συµµορφωθεί µε την αµερικανική νοµοθεσία, και µάλιστα τον Σεπτέµβριο δήλωσε ότι προτίθεται να αγοράσει επιπλέον S-400». Τώρα, η Αγκυρα περιµένει και τις «κακές ειδήσεις» από την επόµενη Σύνοδο Κορυφής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.