«Κανείς δεν μπαίνει πια στη λογική του αν το πλεόνασμα θα είναι 1%, 2% ή 3%», αποκαλύπτει υψηλόβαθμος κυβερνητικός αξιωματούχος στα «Π», στον απόηχο της επίσκεψης-έκπληξη του επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ, στην Αθήνα, κατά την οποία ούτε λίγο ούτε πολύ επισφραγίστηκε με τον πλέον επίσημο και κατηγορηματικό τρόπο η βιωσιμότητα του χρέους, παρά τις αρνητικές δημοσιονομικές επιπτώσεις της πανδημίας.

Στη 10η Εκθεση Αξιολόγησης, η οποία θα έχει θετικό πρόσημο, θα γίνουν τα αποκαλυπτήρια της Επικαιροποιημένης Ανάλυσης Βιωσιμότητας του Χρέους από τον ευρωμηχανισμό και οι πληροφορίες αναφέρουν ότι οι νέες παραδοχές του βασικού σεναρίου θα οδηγούν σε εξυπηρετήσιμο, άρα βιώσιμο, χρέος, παρά το γεγονός ότι η πανδημία το εκτίναξε πάνω από το 205% του ΑΕΠ.

Ποιο είναι το «κλειδί», ο καθοριστικός παράγοντας, που αλλάζει όλα τα δεδομένα και ουσιαστικά βάζει στη... ναφθαλίνη τα υψηλά πλεονάσματα; Η βεβαιότητα των πολύ υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης έως το 2060.

Οποιος έχει παρακολουθήσει τον Κλ. Ρέγκλινγκ κατά την πολυετή περιπέτεια χρεοκοπίας της Ελλάδας έχει αντιληφθεί ότι δεν πρόκειται για κάποιον που σκέπτεται και, πολύ περισσότερο, μιλά με διπλωματική γλώσσα. Η παρουσία του στην Αθήνα αυτήν τη φορά χαρακτηρίζεται έκπληξη, καθώς, όπως αναφέρουν κυβερνητικές πηγές, ήταν ιδιαίτερα χαλαρός, απέφυγε και την παραμικρή νύξη για καθυστερήσεις ή προβληματισμούς, ενώ το... κερασάκι στην τούρτα ήταν η δημόσια τοποθέτησή του ότι οι υψηλοί ρυθμοί ανάπτυξης «κλειδώνουν» τη βιωσιμότητα του χρέους. «Ξέρετε πώς μεταφράζεται αυτό; Στο ότι δεν υπάρχει πλέον ούτε καν ως σενάριο το ενδεχόμενο να απαιτηθούν υψηλά πλεονάσματα, δηλαδή μέτρα λιτότητας, προκειμένου να διασφαλιστεί η αποκλιμάκωση του χρέους μακροπρόθεσμα», εξηγεί ο ίδιος κυβερνητικός αξιωματούχος, αποκρυπτογραφώντας τις δηλώσεις Ρέγκλινγκ.

Σύμφωνα με το Πρόγραμμα Σταθερότητας που έχει υποβάλει η Αθήνα στις Βρυξέλλες, το 2020 το πρωτογενές έλλειμμα διαμορφώθηκε στο 6,7%, φέτος υπολογίζεται στο 7,2% και το 2022 εκτιμάται ότι θα περιοριστεί στο 0,3%, για να επιστρέψουμε σε πλεόνασμα 2% το 2023 και 2,9% το 2024. Υπό άλλες συνθήκες, αυτό θα σήμαινε αυτομάτως... συναγερμό, καθώς η συμφωνία του 2018 για το χρέος στηριζόταν σε παραδοχή πλεονασμάτων 3,5% έως το 2023 και διατήρησή τους πάνω από 2% έως το 2060. Σύμφωνα με την τελευταία Ανάλυση Βιωσιμότητας Χρέους, που εκπόνησε ο ESM τον περασμένο Νοέμβριο, το βασικό σενάριο προέβλεπε πρωτογενές έλλειμμα 3,8% πέρυσι, 3,6% φέτος, 0,8% του χρόνου και σταθερό πλεόνασμα 2,2% για την επόμενη 40ετία. Πλέον, υπάρχουν δύο... λεπτομέρειες που αλλάζουν όλα τα δεδομένα.

Οι παραμετροι που θα αλλάξουν το σκηνικό

Η πρώτη έχει να κάνει με το ισχυρό θετικό σοκ που περιμένουν ακόμα και οι πιο... δύσκαμπτοι Ευρωπαίοι τεχνοκράτες από το Ταμείο Ανάκαμψης. Είναι ενδεικτικό ότι ήδη η Κομισιόν ξεπέρασε ακόμα και το υπουργείο Οικονομικών σε αισιοδοξία, υπολογίζοντας σε 4,1% τη φετινή ανάπτυξη. Αυτό ακριβώς το θετικό σοκ θα αποτυπώνεται και στη νέα Ανάλυση Βιωσιμότητας του ESM, μεταβάλλοντας εντυπωσιακά την προηγούμενη πρόβλεψη για μέσους ρυθμούς ανάπτυξης μόλις 0,6% έως το 2029 και 1,5% έως το 2060. Τα περίπου 50 δισ. που θα πέσουν στην οικονομία από τη μόχλευση ιδιωτικών και ευρωπαϊκών κεφαλαίων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και τα 40 δισ. από το νέο ΕΣΠΑ είναι το μεγαλύτερο μεταπολεμικό χρηματοδοτικό «πακέτο» και αντιμετωπίζονται ως game changer από τον ESM / EFSF, δηλαδή τα κράτη της Ε.Ε., που αυτήν τη στιγμή διακρατούν το 65% του ελληνικού χρέους, με μέση διάρκεια που ξεπερνά τα 30 έτη.

Το τετ-α-τετ με τον πρωθυπουργό είχε αυτό ακριβώς το περιεχόμενο, το πώς δηλαδή η Ελλάδα θα καταφέρει να κερδίσει το στοίχημα της απορρόφησης όλων αυτών των κεφαλαίων, με την ενεργοποίηση ειδικών μηχανισμών διαχείρισης και την προώθηση διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων.

Η δεύτερη αλλαγή στην Ανάλυση Βιωσιμότητας έχει να κάνει με το κόστος δανεισμού της χώρας μακροπρόθεσμα. Εδώ και μήνες οι εκδόσεις της Ελληνικής Δημοκρατίας έχουν καταστήσει παντελώς ξεπερασμένες τις εκτιμήσεις του ESM και, πολύ περισσότερο, του ΔΝΤ. Το βασικό σενάριο του ευρωμηχανισμού προέβλεπε μέσο κόστος 3,4% έως το 2060, ενώ το ΔΝΤ επέμενε σε εκτιμήσεις για πάνω από 4%. Πλέον, μετά και την έκδοση του 30ετούς και με τις αποδόσεις να κυμαίνονται σχεδόν σε μηδενικά επίπεδα, το όφελος για τη μακροπρόθεσμη εξυπηρέτηση του χρέους είναι προφανές, ακόμα και όταν η ΕΚΤ αποσύρει τα έκτακτα μέτρα νομισματικής πολιτικής. Επόμενα ραντεβού με έντονο το ελληνικό ενδιαφέρον;

Τα δύο προσεχή Eurogroups, όπου θα εξελιχθεί η δύσκολη συζήτηση για την αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας.