Η Νίκη Λυµπεράκη βρίσκεται για ακόµα µία χρονιά «Στον αέρα» του «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1, καθηµερινά 11.00-12.00.

Στη συνέντευξη που µας παραχώρησε, µας µίλησε για το χτίσιµο και τη διατήρηση µιας ειλικρινούς σχέσης µε τον ακροατή, πώς ορίζει την «καλή συντροφιά» του ραδιοφώνου, την «πρόκληση» της ουσιαστικής συζήτησης και των καλεσµένων, αλλά και τον µεγάλο της προβληµατισµό για την αποχή από την εκλογική διαδικασία.

«Στον αέρα» του «ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ» 90,1, καθηµερινά 11.00-12.00. Ποιο είναι το στοίχηµα της φετινής χρονιάς;

Το στοίχηµα είναι πάντα το ίδιο. Το χτίσιµο και η διατήρηση µιας σχέσης έντιµης και ειλικρινούς µε τον ακροατή. Να γίνει η εκποµπή καθηµερινή συνήθεια για όσο περισσότερους γίνεται και να είναι για εκείνους µια πηγή αξιόπιστης ενηµέρωσης, όχι µόνο για τα θέµατα της πολιτικής επικαιρότητας, αλλά και για πρωτοβουλίες, ειδήσεις ή εκδηλώσεις που συνήθως προσπερνάµε, ενώ δεν θα έπρεπε. Για όλα εκείνα, δηλαδή, που δεν βρίσκουν χώρο και χρόνο στους τίτλους και τα δελτία ειδήσεων.

Μπορεί να παραµείνει το ραδιόφωνο µια καλή συντροφιά, όταν ουκ ολίγες φορές η επικαιρότητα κατακλύζεται από αρνητικά φορτισµένες ειδήσεις;

Το ραδιόφωνο για µένα είναι πριν και πάνω απ’ όλα συνάντηση. Αν η συνάντηση «λειτουργεί», αν αναγνωρίζονται οι καλές προθέσεις, αλλά και η εντιµότητα και η ειλικρίνεια, για την οποία µιλήσαµε νωρίτερα, τότε η συντροφιά είναι καλή. Τον τόνο δηλαδή, κατά τη γνώµη µου, δεν τον δίνει τόσο η είδηση που επικοινωνείται, αλλά η πρόθεση που υφέρπει. Στο µυαλό µου είναι κάτι σαν την παρέα. Και τα δυσκολότερα θέµατα και οι χειρότερες ηµέρες µπορούν να ελαφρύνουν µε καλή παρέα. Αυτό έρχεται να κάνει το ραδιόφωνο. Αυτό τουλάχιστον ελπίζουµε και προσπαθούµε, νοµίζω, όλοι όσοι καθόµαστε µπροστά στο µικρόφωνο.


Υπάρχει κάποια ιδιαίτερη περίπτωση καλεσµένου που θα θέλατε να είχατε στον αέρα της εκποµπής;

Πολλοί. Μπορώ να παραθέσω εκατοντάδες ονόµατα. Υπάρχει άλλωστε, νοµίζω, για όλους µας στην Ελλάδα και η πρόκληση των µεγάλων προσωπικοτήτων του εξωτερικού, που πολύ δύσκολα, εξαιρετικά σπάνια, έχει Ελληνας δηµοσιογράφος τη δυνατότητα να βρει θέση απέναντί τους και να απευθύνει ερωτήµατα. Υπ’ αυτή την έννοια, είµαστε «ριγµένοι».

Θα σας έλεγα, πάντως, ότι η πραγµατική πρόκληση δεν είναι τόσο ο δυσεύρετος καλεσµένος όσο η ουσιαστική συζήτηση ακόµα και µε κάποιον που µπορεί να φιλοξενείται καθηµερινά στα τηλεοπτικά παράθυρα ή στις ραδιοφωνικές εκποµπές. Πολλές φορές µάς καταπίνουν η επικαιρότητα ή τα φαντεζί θέµατα, που επισκιάζουν την ουσία, και έτσι δεν καταφέρνουµε να εστιάσουµε σε εκείνα που θα έπρεπε πραγµατικά να αποτελούν αντικείµενο συζήτησης.

∆είτε όσα γίνονται το τελευταίο διάστηµα στον ΣΥΡΙΖΑ. Περισσότερο συζητούνται οι κορώνες στα πάνελ, οι διαξιφισµοί ή και η ιδιωτική ζωή του νέου προέδρου της αξιωµατικής αντιπολίτευσης παρά το περιεχόµενο της πολιτικής ουσίας. Η εύκολη εξήγηση, βέβαια, είναι η έλλειψή της. Ακόµα κι αν είναι έτσι, δουλειά µας είναι να αναδείξουµε αυτή την ένδεια και δεν είµαι σίγουρη ότι το κάνουµε. Είναι µεγάλος ο πειρασµός του εντυπωσιασµού και στην εποχή των µέσων κοινωνικής δικτύωσης εξίσου µεγάλη η παγίδα να ανταγωνιστείς το κλίµα που δηµιουργείται σε αυτά. 


Με αφορµή τις αυτοδιοικητικές εκλογές, πώς εξηγείτε το γεγονός της µειωµένης συµµετοχής στις κάλπες, µε δεδοµένο ότι και προ ολίγων µηνών αντίστοιχη ήταν η αποχή στις διπλές εθνικές εκλογές;

Σας οµολογώ πως µε προβληµατίζει ιδιαίτερα, αλλά, για να είµαι ειλικρινής, δεν έχω καταλήξει σε µια συγκεκριµένη ερµηνεία. Κάποιοι το εντάσσουν στη νέα -πιο απολιτίκ -εποχή µας και σε αυτό που ονοµάζουµε µετα-δηµοκρατία. Αλλοι µιλούν για κόπωση των πολιτών. Αλλοι το αποδίδουν σε παραίτηση ή απογοήτευση µετά τις διαρκείς µαταιώσεις των τελευταίων πολλών ετών. ∆εν είµαι σε θέση να µιλήσω µε βεβαιότητα γι’ αυτό.

Το µόνο σίγουρο είναι ότι υπάρχει µερίδιο ευθύνης και σε εµάς που βάζουµε το πλαίσιο συζήτησης στον δηµόσιο διάλογο. Αν δείτε τα πρόσφατα ευρήµατα του Ipsos για την εµπιστοσύνη των πολιτών, θα διαπιστώσετε πως (σε δεκάδες χώρες, όχι µόνο στην Ελλάδα) τα ποσοστά είναι πολύ χαµηλά όταν η ερώτηση αφορά τους δηµοσιογράφους και τους πολιτικούς. Αυτό το έλλειµµα αξιοπιστίας σίγουρα δεν βοηθά. Οσο για τους πολίτες, ειδικά για τους νέους, η πολιτική ζωή και ο δηµόσιος διάλογος είναι ισοπεδωτικά «το αµαρτωλό σύστηµα», τόσο η αποχή και ο αντισυστηµισµός θα κερδίζουν έδαφος.

*Δημοσιεύθηκε στο ένθετο "Secret" της εφημερίδας "ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ" στις 4/11/2023