Υπέρ των θέσεων των δανειοληπτών σε ελβετικό φράγκο τάχθηκε ο εισαγγελέας της έδρας της πλήρης Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, Γιάννης Αγγελής, ενώπιον της οποίας συζητήθηκε η υπόθεση δανειακής σύμβασης δανειολήπτριας από την Θεσσαλονίκη, προτείνοντας να γίνει δεκτή η αναίρεση.

Πρόκειται για μία πολύ θετική εξέλιξη για τους δανειολήπτες σε ελβετικό φράγκο οι οποίοι χρόνια ταλαιπωρούνται στις δικαστικές αίθουσες, εν αναμονή και της κρίσιμης συζήτησης τον προσεχή Δεκέμβριο του 2018 η οποία αφορά 35.000 δανειολήπτες που σύναψαν συμβάσεις με την τράπεζα Eurobank.Ο κ. Αγγελής στην σημερινή πρόταση του επικαλέστηκε την πρόσφατη απόφαση του Δικαστηρίου της Ευρωπαικής Ένωσης, σύμφωνα με την οποία οι τράπεζες πρέπει να παρέχουν στους δανειολήπτες επαρκή ενημέρωση, ώστε να μπορούν να παίρνουν συνετές αποφάσεις, ιδίως όταν πρόκειται για δάνεια σε συνάλλαγμα, όπου ελλοχεύει ο κίνδυνος μίας σοβαρής υποτίμησης του εγχώριου έναντι του ξένου νομίσματος. Σύμφωνα με την απόφαση του ΔΕΕ, η τράπεζα πρέπει να εκθέτει τις δυνητικές διακυμάνσεις των συναλλαγματικών ισοτιμιών και τους κινδύνους που ενέχει η σύναψη δανείου σε ξένο νόμισμα και τούτο διότι ο καταναλωτής πρέπει να έχει πράγματι την ευκαιρία να λάβει γνώση όλων των ρητρών της σύμβασης.

Τα δάνεια που έχουν ληφθεί σε ελβετικό φράγκο, αγγίζουν σύμφωνα με τις εκτιμήσεις νομικών αλλά και τραπεζιτών τα 13 δις, και στην πλειοψηφία τους εξυπηρετούνται με ρυθμίσεις που έχουν γίνει. Εάν οι δανειολήπτες δεν δικαιωθούν, δεν θα καταφέρουν ποτέ να αποπληρώσουν τα δάνεια τους.Σύμφωνα με την κ. Αριάδνη Νούκα, η οποία παρέστη στον Άρειο Πάγο για λογαριασμό της δανειολήπτριας, οι τράπεζες υποτίμησαν τον κίνδυνο, ενώ όφειλαν-όταν άρχισε να πέφτει η ισοτιμία-να ενημερώσουν τους δανειολήπτες.

Στην προκειμένη περίπτωση, η δανειολήπτρια, η οποία έλαβε το 2007 δάνειο ύψους 243.225 ελβετικών φράγκων (150.000 ευρώ) κατόπιν προτροπής, όπως υποστηρίζει των υπαλλήλων της τράπεζας, λόγω του χαμηλού επιτοκίου, το 2015 μετά τις αλλαγές στην ισοτιμία μεταξύ ευρώ και φράγκου βρέθηκε να οφείλει 239.041 ευρώ.

Η ενάγουσα, έφτασε μέχρι το ανώτατο δικαστήριο ζητώντας να κριθεί άκυρος ως καταχρηστικός, ο όρος της δανειακής συμβάσεως σε ξένο νόμισμα (ελβετικό φράγκο) με ρήτρα αποπληρωμής είτε στο ξένο νόμισμα είτε σε ευρώ, με βάση την ισοτιμία αυτού προς το ξένο νόμισμα κατά τον χρόνο πληρωμής, και να αναγνωρισθεί, ως μόνη ισχύουσα ρήτρα μετατροπής σε ευρώ του οφειλομένου στο ξένο νόμισμα ποσού, η συναλλαγματική ισοτιμία των δύο νομισμάτων, που ίσχυε κατά τον χρόνο εκταμιεύσεως του ποσού που χορηγήθηκε από την τράπεζα.