Στενοχώρια, θυμός και ένα μεγάλο «γιατί», που θα μείνει αναπάντητο. Οι άνθρωποι που, δυστυχώς, έζησαν από κοντά τις πυρκαγιές της 23ης Ιουλίου ξέρουν ότι τίποτα πια δεν θα είναι το ίδιο. Σύμφωνα με τους ειδικούς επιστήμονες, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς, που βρίσκονται στον τόπο της τραγωδίας από τις πρώτες ώρες, τα σοβαρά προβλήματα, που έχουν ψυχολογικό υπόβαθρο, αναμένεται να έλθουν στην επιφάνεια δύο με τρεις εβδομάδες μετά το συμβάν.

«Γενικότερα, ο κόσμος βρίσκεται σε σοκ. Υπάρχει και θυμός απέναντι στην Πολιτεία, δικαιολογημένος εν μέρει... Ο κόσμος βρίσκεται στο στάδιο της προσαρμογής. Προσπαθεί να διαχειριστεί το 'σήμερα', την επόμενη ημέρα...», δηλώνει ο συντονιστής των υπηρεσιών Ψυχικής Υγείας της Μη Κυβερνητικής Οργάνωσης «Γιατροί του Κόσμου», Πάνος Δούρος, ο οποίος, μαζί με τα άλλα μέλη της ομάδας βρίσκεται στην περιοχή από τις πρώτες δύσκολες στιγμές.

Το πρώτο διήμερο υπήρχε μεγάλη προσέλευση στα ιατρεία, περισσότερο όμως πνευμονολογικών περιστατικών. Τις τελευταίες ημέρες, οι γιατροί φαίνεται ότι έδωσαν τη «σκυτάλη» στους ψυχολόγους και τους κοινωνικούς λειτουργούς. Ο κ. Δούρος εκτιμά ότι ύστερα από μικρό χρονικό διάστημα θα υπάρξει «ξέσπασμα» περιστατικών μετατραυματικού στρες.

Οπως επισημαίνει η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια στην Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου Αθηνών στο Νοσοκομείο «Αιγινήτειο» και πρόεδρος της Δράσης για την Ψυχική Υγεία, Ιλια Θεοτοκά, οι ψυχολογικές επιπτώσεις που ακολουθούν ένα τέτοιο τραγικό συμβάν μπορεί να είναι καταθλιπτικές και αγχώδεις διαταραχές και μετατραυματική διαταραχή άγχους, που συνοδεύει μεγάλες απώλειες και σοβαρά στρεσογόνα γεγονότα. Παράλληλα με αυτές τις διαταραχές, οι άνθρωποι χάνουν το αίσθημα ασφάλειας και σταθερότητας, νιώθουν αβοήθητοι και αδύναμοι να πράξουν.

Τα βασικά συμπτώματα είναι τα εξής: Flashbacks. Δηλαδή, αναβίωση της τραυματικής εμπειρίας ξανά και ξανά (μπορεί να συνοδεύεται από ταχυκαρδία, εφίδρωση κ.λπ.). Οι αναμνήσεις αυτές μπορεί να επανέρχονται χωρίς σαφή λόγο. Δυσκολία στη συγκέντρωση και στη μνήμη. Εφιάλτες, δυσκολία στον ύπνο. Δυσάρεστες σκέψεις. Αποφυγή περιοχών. Αίσθημα ενοχής. Αίσθημα κενού. Η κυρία Θεοτοκά τονίζει ότι κάποιοι παράγοντες μπορεί να συντελέσουν στην απάλυνση του πόνου και στη βελτίωση της ψυχολογικής κατάστασης αυτών των ανθρώπων.

«Καταρχήν, ζητήστε βοήθεια από φίλους και οικογένεια. Μιλήστε με ανθρώπους που έχουν παρόμοια προβλήματα με εσάς, μοιραστείτε τον πόνο, προσπαθήστε να λειτουργήσετε συνδετικά μαζί τους. Δεν είστε μόνοι», τονίζει η κυρία Θεοτοκά και συνεχίζει: «Η θρησκευτική πίστη, η προσευχή, η επαφή με την εκκλησία λειτουργούν καθησυχαστικά, ανακουφιστικά, αναθερμαίνουν την ελπίδα, απαλύνουν τον πόνο». Αναφορικά με τα παιδιά, οι ειδικοί συμβουλεύουν τους γονείς να συνομιλούν μαζί τους σχετικά με ό,τι φοβούνται και τα τραυματικά γεγονότα που βίωσαν.

«Δείξτε τους», επισημαίνει η κυρία Θεοτοκά, «ότι με τον καιρό όλα θα περάσουν. Μην υποβαθμίζετε τον κίνδυνο, αλλά μιλήστε τους για τη δυνατότητα που έχουμε οι άνθρωποι να αντιμετωπίζουμε ακόμα και τις πιο δύσκολες καταστάσεις, να προχωράμε και να ζούμε και πάλι με ασφάλεια και ηρεμία».

Δημοσιεύθηκε στα Παραπολιτικά 4/8/2018