Μάχη χαρακωμάτων θα δοθεί ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας για τη συνταγματικότητα ή μη των νέων ηλεκτρονικών αστυνομικών ταυτοτήτων.

Στο Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο προσέφυγαν 4 ιερωμένοι (ένας αρχιμανδρίτης και 3 πρωτοπρεσβύτεροι), η «Εστία Πατερικών Μελετών» και δύο δικηγόροι.

Οι προσφεύγοντες ζητούν να ακυρωθεί η από 27.4.2018 κοινή υπουργική απόφαση που προβλέπει την έκδοση νέου τύπου αστυνομικών ταυτοτήτων -οι οποίες περιέχουν «RFID chip»- και καθορίζει τι προσωπικά στοιχεία θα περιλαμβάνουν.

Βάσει της υπουργικής απόφασης οι Έλληνες πολίτες πρέπει υποχρεωτικά να αντικαταστήσουν τις σημερινές αστυνομικές ταυτότητες με τις νέου τύπου, σε ανώτατο βάθους χρόνου μιας πενταετίας.

Σύμφωνα με τους προσφεύγοντες, οι οποίου κατέθεσαν και αίτημα η προσφυγή τους να εισαχθεί προς συζήτηση στην Ολομέλεια του ΣτΕ, ο νέος τύπος ηλεκτρονικών αστυνομικών ταυτοτήτων, είναι αντίθετος σε πλειάδα Συνταγματικών διατάξεων, στον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), στην Οικουμενική Διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη νομοθεσία.

Επιπλέον, οι προσφεύγοντες κάνουν αναφορά και στο κείμενο του Αγίου Παισίου: «Τα σημεία των καιρών». Όπως επικαλούνται ο Αγίος Παίσιος στο προφητικό κείμενό τα έχει προβλέψει όλα αυτά, ενώ παράλληλα, επισημαίνουν ότι έχουν συγκεντρωθεί 3 εκατομμύρια υπογραφές Ορθοδόξων Χριστιανών οι οποίοι καταδικάζουν την ηλεκτρονική ταυτότητα. Όπως αναφέρουν χαρακτηριστικά με τις νέες ηλεκτρονικές ταυτότητες θίγεται και η θρησκευτική συνείδηση και πίστη τον Ορθοδόξων Χριστιανών κατά παράβαση του Συντάγματος και των διεθνών νομοθετικών κανόνων, καθώς θίγονται οι αρχές και οι δοξασίες μιας Θρησκείας χωρίς αυτό να είναι απαραίτητο για την προστασία της δημόσιας τάξεις και ασφάλειας.

Επιπλέον, τονίζουν πως τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο «RFID chip» των νέων ταυτοτήτων, χωρίς να έχει προηγηθεί η συγκατάθεση των πολιτών, αποτελούν προσωπικά δεδομένα προσωπικού χαρακτήρα, τα οποία σχετίζονται με το πρόσωπο του κάθε πολίτη, ενώ αποθηκεύεται και ελέγχεται κάθε συναλλαγή του είτε με τις δημόσιες είτε με τις ιδιωτικές υπηρεσίες.

Παράλληλα, επισημαίνουν πως είναι εφικτός ο εντοπισμός και η γνώση της ακριβούς γεωγραφικού στίγματος της θέσης του κατόχου της ταυτότητας, ακόμα και εάν αυτός βρίσκεται σε ιδιωτικό χώρο, κάτι που υποστηρίζουν πως έρχεται σε ευθεία σύγκρουση με το Σύνταγμα, το Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, την ΕΣΔΑ, την Οικουμενική διακήρυξη των Ηνωμένων Εθνών περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το νόμο για την προστασία των προσωπικών δεδομένων. Την ίδια στιγμή, στη προσφυγή γίνεται λόγος για καταναγκαστική διαδικασία συλλογής, καταχώρησης, αποθήκευσης και επεξεργασία δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και της ιδιωτικής ζωής των πολιτών.