Κανείς δεν μπορεί να αποκλειστεί από το μυστήριο της βάπτισης» ή «η Εκκλησία θα περιμένει τα παιδιά να μεγαλώσουν και, αν το επιθυμούν, θα βαπτιστούν»; Λίγα 24ωρα μετά την ομόφωνη απόφαση της Ιεράς Συνόδου κατά των πολιτικών γάμων και των υιοθεσιών, καταγράφονται διαφοροποιήσεις, καθώς επανέρχεται στο προσκήνιο η αναπάντητη -έως σήμερα ενέργεια του Αρχιεπισκόπου Αμερικής Ελπιδοφόρου, ο οποίος τον Ιούλιο του 2022 σε εκκλησία της Γλυφάδας βάπτισε το νήπιο ομόφυλου ζεύγους ομογενών. Χθες, ο Μητροπολίτης Μεσσηνίας Χρυσόστομος είπε πως «η μη βάπτιση των συγκεκριμένων παιδιών αποτελεί ιδιάζον κανονικό επιτίμιο σε αυτά, επειδή υιοθετήθηκαν από ομόφυλα ζευγάρια, τα οποία αμαρτάνουν».

Όμως, «κανένας δεν μπορεί να αποκλειστεί από το μυστήριο του βαπτίσματος. Το πρόβλημα για την Εκκλησία δεν είναι να εκδικηθεί αυτούς οι οποίοι κάνουν αυτή τη μορφή γάμου που επιλέγουν. Το θέμα για την Εκκλησία είναι ότι δεν μπορεί να αποδεχθεί μια τέτοια μορφή σχέσεως, γαμικής έξω από τον παραδοσιακό γάμο».


Χριστιανικός βίος

Στον αντίποδα αυτής της θέσης, ο Μητροπολίτης Λαρίσης και Τυρνάβου Ιερώνυμος σημείωσε ότι ο νηπιοβαπτισμός τελείται στην ορθόδοξη χριστιανική Εκκλησία υπό συγκεκριμένο όρο, οι γονείς να εγγυώνται ότι το βαπτιζόμενο νήπιο θα μεγαλώσει με χριστιανικό τρόπο. «Μάλιστα -εξήγησε- όταν πρωτοκαθιερώθηκε η υποχρέωση, από τη βάπτιση και μετά, ένας τουλάχιστον γονέας από το ζευγάρι να είναι κάθε Κυριακή στη Θεία Λειτουργία, εφόσον πρέπει ο άλλος να παραμένει στο σπίτι και να φυλάει τα παιδιά. Πριν από την εφαρμογή του νηπιοβαπτισμού, όταν οι χριστιανοί βαπτίζονταν ενήλικες, προηγείτο κατήχηση διάρκειας τριών ετών».

Και συνέχισε: «Δεν έχουμε σχετική απόφαση της Εκκλησίας για το τι θα συμβεί με τη βάπτιση παιδιών ομόφυλων ζευγαριών. Η Εκκλησία όμως έχει τη δική της λογική, κι αυτή είναι η λογική της διασφάλισης της ιερότητας των μυστηρίων». Είναι πολύ πιθανόν, δηλαδή, η επόμενη συνεδρίαση του ανώτατου οργάνου των συνοδικών να εξετάσει όχι μόνο την τελική μορφή των 13 άρθρων του νέου πλαισίου, αλλά και επιμέρους ζητήματα, ιδίως της νηπιοβάπτισης.

Παρά το γεγονός ότι ευθύς εξαρχής ο Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος έχει καταστήσει σαφές ότι «η Εκκλησία δεν νομοθετεί, αλλά έχει υποχρέωση να νουθετεί το ποίμνιό της», εντούτοις δεν παραβλέπει να αναφερθεί στις μεταβολές που -κατά την κρίση της- επέρχονται στο Οικογενειακό Δίκαιο και αντιβαίνουν το Σύνταγμα. Ο συντακτικός νομοθέτης ορίζει σαφώς στο άρ. 21: «Η οικογένεια, ως θεμέλιο της συντήρησης και προαγωγής του Έθνους, καθώς και ο γάμος, η μητρότητα και η παιδική ηλικία τελούν υπό την προστασία του Κράτους…». Πρόκειται για τη βασικότερη νομική ένσταση που διατυπώνουν όσοι θελήσουν μελλοντικώς να προσβάλουν τον -υπό ψήφιση- νέο νόμο και σε έναν τέτοιο «δικαιικό αγώνα» θεωρείται βέβαιο ότι θα θελήσουν να συμμετάσχουν όλοι οι εμπλεκόμενοι.


Παρέμβαση Ντόρας

Στη συζήτηση παρενέβη και η Ντόρα Μπακογιάννη, αναφερόμενη στην οικογένειά της και τους γονείς της. «Είχε δίκιο η μάνα μου, όταν έλεγε πως από την πολλή αγάπη δεν έχει πάθει κανένα παιδί τίποτα. Αν ζούσε νομίζω πως θα έλεγε “ναι” στην υιοθεσία παιδιών από τα ομόφυλα ζευγάρια. Ήταν ένας παραδοσιακός άνθρωπος. Και εγώ είμαι παραδοσιακή. Αν η Μαρίκα ήξερε σήμερα πως υπάρχουν παιδιά ομόφυλων ζευγαριών που δεν έχουν τα ίδια δικαιώματα με τα υπόλοιπα παιδιά, είμαι σίγουρη πως θα έλεγε “μέχρι εδώ”. Δικαίωμά σου να ζεις όπως θέλεις. Ποια είμαι εγώ που θα σου πω το αντίθετο; Ο καθένας έχει δικαίωμα να επιλέξει τη δική του ζωή, μία την έχει, ας τη ζήσει όπως θέλει». Αλλά τα παιδιά, είπε στηρίζοντας ανεπιφύλακτα το νομοσχέδιο, «πρέπει να έχουν τα ίδια δικαιώματα. Δεν μπορεί να τα μεγαλώνουν δύο γονείς και, αν ο ένας φύγει, ο άλλος να μην έχει δικαίωμα. Να μην μπορεί να πάει στη ΜΕΘ να μάθει πώς είναι το παιδί του ή να μην μπορεί το παιδί να τον κληρονομήσει».