Σοκ και δέος προκαλούν στην κοινή γνώμη όσα έρχονται στο φως της δημοσιότητας σχετικά με το πολύνεκρο σιδηροδρομικό δυστύχημα που σημειώθηκε στα Τέμπη.

Παράλληλα, σε μια λεπτομερή και ενδελεχή δικαστική έρευνα για την τραγωδία φαίνεται πως θα προχωρήσει η ηγεσία της Δικαιοσύνης, καθώς αναμένεται να ξεσκονίσει τα πάντα την τελευταία 15ετία.  Το σήμα έδωσε ήδη ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ισίδωρος Ντογιάκος, ο οποίος ζήτησε από τον μεταβατικό διοικητή και διευθύνοντα σύμβουλο της ΟΣΕ Α.Ε., Παναγιώτη Τερεζάκη, την αποστολή όλων των φακέλων για τα θανατηφόρα σιδηροδρομικά δυστυχήματα που έγιναν την τελευταία δεκαπενταετία σε όλο το εθνικό σιδηροδρομικό δίκτυο της χώρας.

Ειδικότερα, σύμφωνα με την παραγγελία του κ. Ντογιάκου, η διοίκηση του ΟΣΕ έχει την υποχρέωση να ενημερώσει την εισαγγελική Αρχή πόσα θανατηφόρα σιδηροδρομικά ατυχήματα έγιναν τα τελευταία 15 χρόνια, πού έγιναν, πόσα θύματα υπήρξαν, πόσοι έχασαν τη ζωή τους, πόσοι τραυματίστηκαν και τι έγινε τελικά με την αναζήτηση ποινικών ευθυνών για τους υπαιτίους. Το «ταξίδι» του ανώτατου εισαγγελικού λειτουργού στον χρόνο αποσκοπεί στο να διαπιστωθεί εάν τελικά οι ευθύνες που αποδόθηκαν για τα δυστυχήματα της τελευταίας 15ετίας ήταν οι προσήκουσες ή μήπως, εκτός από εκείνους που πιθανά διώχθηκαν ποινικά ή καταδικάστηκαν ή αθωώθηκαν, υπήρχαν και άλλα άτομα στους οποίους οι έρευνες δεν στράφηκαν και ως εκ τούτου οι σχετικές δικογραφίες πρέπει να επαναξιολογηθούν.

Ήδη, η αρχή της εκ βαθέων μελέτης του τοπίου των σιδηροδρομικών δυστυχημάτων στην Ελλάδα έγινε με πρώτο αυτό στο Άδενδρο Θεσσαλονίκης το 2017, φάκελο που έχει ήδη ζητήσει και μελετά ο κ. Ντογιάκος, καθώς υπήρξαν τέσσερις νεκροί και δέκα τραυματίες, αλλά δικάστηκε εντέλει μόνο ο ένας από τους μηχανοδηγούς, ο οποίος στο τέλος αθωώθηκε.

15 χρόνια πίσω η Αρχή για το Ξέπλυμα

Παράλληλα, με τη φράση «ό,τι μεμπτό υπάρχει θα βρεθεί» αποτύπωσε τη βούληση της Αρχής για το Ξέπλυμα Βρώμικου Χρήματος να γυρίσει τον χρόνο δεκαπέντε χρόνια πίσω, προκειμένου να δοθούν απαντήσεις για τους ελληνικούς σιδηροδρόμους, ο επικεφαλής της, Χαράλαμπος Βουρλιώτης.

Απαντώντας σε ερώτηση της ιστοσελίδας voria.gr, ο κ. Βουρλιώτης προσδιόρισε ως χρόνο ελέγχου τη δεκαπενταετία, δηλαδή το περιθώριο παραγραφής κακουργημάτων. «Ό,τι μεμπτό υπάρχει θα βρεθεί», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Βουρλιώτης, ο οποίος σημείωσε ότι η Αρχή υπακούει σε υπερεθνικούς νόμους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Να σημειωθεί ότι στα «δεκάδες άτομα» που αναμένεται να ελεγχθούν από την Αρχή περιλαμβάνονται πρόσωπα που διετέλεσαν σε θέσεις ευθύνης τα προηγούμενα χρόνια σε οργανισμούς άμεσα εμπλεκόμενους με το σιδηροδρομικό έργο.

Την ίδια ώρα, μια δικογραφία χιλιάδων σελίδων αναλαμβάνει πλέον επίσημα ο νέος εφέτης, ο οποίος καλείται να διερευνήσει την υπόθεση, μετά και τη διαδικασία του ορισμού του από την Ολομέλεια Εφετών, στη Λάρισα. Πολύ περισσότερο, όταν η σιδηροδρομική τραγωδία δεν περιορίζεται πλέον μόνο στους χειρισμούς του σταθμάρχη Λάρισας, αλλά μετατοπίζεται και σε άλλα πρόσωπα, καθώς σύμφωνα με τα στοιχεία η υπόθεση είναι πολυσύνθετη. Στόχος της διαδικασίας, άλλωστε, είναι οι δικαστικές Αρχές να οδηγηθούν στα αίτια του δυστυχήματος και να καταλογιστούν οι ευθύνες στο σύνολό τους.

Στο πλαίσιο αυτό, το κατώφλι του ανακριτή αναμένεται να περάσουν εκ νέου οι τρεις κατηγορούμενοι, δηλαδή οι δύο σταθμάρχες και ο επιθεωρητής, εις βάρος των οποίων υπάρχουν κατηγορίες για την εμπλοκή τους στην υπόθεση, ώστε ο ανακριτής να λάβει γνώση όλων των πληροφοριών που χρειάζεται και να κατανοήσει τι ακριβώς συνέβη εκείνη τη μοιραία βραδιά. Μάλιστα, σύμφωνα με πληροφορίες, το επόμενο διάστημα να ασκηθούν διώξεις και σε άλλα πρόσωπα, δεδομένου ότι ο εφέτης ανακριτής θα παραλάβει και τα στοιχεία των δικαστικών πραγματογνωμόνων που ορίστηκαν από τον προϊστάμενο της Εισαγγελίας Λάρισας, Απόστολο Τζαμαλή. Υπενθυμίζεται πως και στους τρεις κατηγορουμένους ασκήθηκε δίωξη για τα ίδια, κακουργηματικού και πλημμεληματικού χαρακτήρα, αδικήματα όπως του 59χρονου σταθμάρχη, που μετά την πολύωρη απολογία του πριν από μία εβδομάδα κρίθηκε προσωρινά κρατούμενος στις φυλακές Λάρισας.

Νέα ερωτήματα

Στο μεταξύ, νέα στοιχεία έρχονται διαρκώς στο φως της δημοσιότητας ακόμα και για τους τρεις βασικούς κατηγορουμένους, καθώς ερωτήματα δημιουργεί το γεγονός ότι ο σταθμάρχης Λάρισας δεν είδε τις λυχνίες με το κόκκινο χρώμα τη μοιραία νύχτα της 28ης Φεβρουαρίου.

Σύμφωνα με ρεπορτάζ του Mega, το τρένο έφυγε στις 23:06 και εάν ήταν στη θέση του ο σταθμάρχης, θα μπορούσε να δει τις λυχνίες με το κόκκινο χρώμα και να ειδοποιήσει τους μηχανοδηγούς για να σταματήσουν. Επιπλέον, ο σταθμάρχης θα μπορούσε να επικοινωνήσει με τους μηχανοδηγούς, ακόμα και εάν δεν βρισκόταν στα σταθμαρχείο, μέσω μίας φορητής συσκευής που έχουν οι σιδηροδρομικοί. Όλα αυτά ερευνώνται και θα διαπιστωθούν όταν θα γίνει η άρση του τηλεφωνικού απορρήτου.

*Με πληροφορίες από protothema.gr