Τον ελληνικό μουσακά αποθεώνει ο Economist σε δημοσιεύμα του, αναφέροντας ότι είναι το πιάτο που δείχνει πώς οι εθνικές κουζίνες εξελίσσονται χάρη σε διάφορες επιρροές που ενδεχομένως δέχονται από πολλαπλούς παράγοντες.

Παρ’ ότι στην εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου είθισται να τρώμε μπακαλιάρο με σκορδαλιά, ο μουσακάς «κομμένος σε τετράγωνα κομμάτια, από σάλτσα με κιμά, τηγανητές πατάτες και μελιτζάνες και απολαυστική μπεσαμέλ, θεωρείται από πολλούς το εθνικό φαγητό της Ελλάδας», γράφει ο Economist.

Η είσοδος του ελληνικού μουσακά στο πάνθεον της ελληνικής γαστρονομίας ήρθε περίπου έναν αιώνα μετά την ελληνική ανεξαρτησία, με τον Νικόλαο Τσελεμεντέ να θεωρείται «νονός» του. Τη δεκαετία του 1920 εξέδωσε το πρώτο πλήρες ελληνικό βιβλίο μαγειρικής, τον «Οδηγό Μαγειρικής», που περιελάμβανε έξι συνταγές για μουσακά και κανένα μπαχαρικό από αυτά που χρησιμοποιούσαν τότε οι Έλληνες μάγειρες, όπως η δάφνη και η κανέλα, καθώς, όπως έγραφε, αυτά ήταν «μόλυνση» από σχεδόν τέσσερις αιώνες οθωμανικής κυριαρχίας.

Ο «Οδηγός Μαγειρικής» έγινε αναπόσπαστο κομμάτι των πλούσιων αστικών κουζινών και η λέξη «Τσελεμεντές» συνώνυμη με τα πιο ποιοτικά βιβλία συνταγών. Κάπως έτσι, αξιοποιώντας τον πατριωτισμό του, ο Τσελεμεντές έφερε την επανάσταση στην ελληνική κουζίνα, σημειώνει ο Economist.

Η συμβολή του Τσελεμεντέ στον μουσακά

Παρ’ ότι απαρνήθηκε τις τουρκικές επιρροές στο δημοφιλές φαγητό, ο Νικόλαος Τσελεμεντές, όπως πολλοί σύγχρονοι της μαγειρικής, ήταν «εμποτισμένος» με τη γαλλική γαστρονομία. Αυτό ίσως τον ενέπνευσε να ντύσει τον μουσακά του με βελούδινη μπεσαμέλ. Οι γαλλοελληνικές δημιουργίες του περιείχαν επίσης μελιτζάνα, τηγανητό κολοκυθάκι και, τον χειμώνα, αγκινάρα.

Καθώς οι σεφ και οι ιστορικοί τροφίμων επιδιώκουν να αναστήσουν τις χαμένες γαστρονομικές παραδόσεις, ο μουσακάς αποδεικνύει ότι η αυθεντικότητα είναι μια άπιαστη έννοια στο φαγητό. Ο μουσακάς του Τσελεμεντέ σερβίρεται ακόμα σε ταβέρνες σε όλο τον κόσμο. Στις μέρες μας, όμως, δεν υπάρχει ένας μοναδικός τρόπος παρασκευής.

Για παράδειγμα, ένα εστιατόριο στην ανατολική Κέρκυρα προσθέτει ανάμεσα στις στρώσεις ψητές καραβίδες. Στη Βρετανία ορισμένοι μάγειρες χρησιμοποιούν ψητή χήνα, σε ένα πιάτο που ονομάζουν «γκουσάκα». Όπως όμως κι αν παρασκευαστεί, ο μουσακάς θα αποτελεί πάντα ένα πιάτο αντιπροσωπευτικό της ελληνικής γαστρονομίας.