Μόλις έξι µήνες πριν από τις ευρωεκλογές, µε το φάντασµα της Ακροδεξιάς να πλανάται απειλητικά πάνω από τη Γηραιά Ηπειρο, τα κορυφαία ευρωπαϊκά όργανα -το Κοινοβούλιο, η Επιτροπή και το Συµβούλιο- κατέληξαν σε µια νέα συµφωνία για το Μεταναστευτικό, η οποία δεν αντιµετωπίζει συνολικά το πρόβληµα, αλλά εστιάζει στο καθεστώς χορήγησης ασύλου, κάνοντας πιο αυστηρή την όλη διαδικασία και δίνοντας στα κράτη-µέλη τη δυνατότητα να απελαύνουν όσους δεν πληρούν τις προϋποθέσεις.

Η συµφωνία, που κατηγορήθηκε από τα κόµµατα της Αριστεράς και τους Πράσινους ότι υιοθετεί ακροδεξιές πολιτικές θέσεις, δεν είναι άµεσα εφαρµόσιµη, καθώς απαιτείται η έγκρισή της από όλα τα κράτη-µέλη. Ηδη η Ουγγαρία εξέφρασε την αντίθεσή της, µε τον ΥΠΕΞ να δηλώνει: «Απορρίπτουµε σθεναρά αυτό το µεταναστευτικό σύµφωνο. ∆εν θα αφήσουµε κανέναν να εισέλθει παρά τη θέλησή µας».

Αλλά ακόµα και αν εφαρµοζόταν αύριο η συγκεκριµένη συµφωνία, είναι εξαιρετικά αµφίβολο εάν θα µπορούσε να δώσει λύση σε χρονίζουσες καταστάσεις, που τείνουν να γίνουν ανεξέλεγκτες. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση της πρόεδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Ροµπέρτα Μέτσολα, η οποία, αν και χαρακτήρισε τη συµφωνία «ιστορική», πρόσθεσε ότι: «Το σύµφωνο δεν είναι το τέλειο πακέτο...». Η αδυναµία της Ευρωπαϊκής Ενωσης να αντιµετωπίσει συνολικά το πρόβληµα οδήγησε πολλές χώρες να αναζητούν λύσεις σε εθνικό επίπεδο, παρακάµπτοντας την ευρωπαϊκή νοµοθεσία.

Πιο σκληρό

Στη Γαλλία, ο Εµανουέλ Μακρόν έφερε ένα νέο νοµοσχέδιο προς ψήφιση σε µια προσπάθεια να ελέγξει την κατάσταση. Το νοµοσχέδιο, που ήταν ένα µίγµα κατασταλτικών και φιλελεύθερων µέτρων, απορρίφθηκε από τη Γαλλική Εθνοσυνέλευση. Το συντηρητικό κόµµα Les Republicains απαίτησε και τελικά επέβαλε ένα πολύ πιο σκληρό νοµοσχέδιο, που υιοθετεί πολλές από τις θέσεις της Ακροδεξιάς. Ο Μακρόν αναγκάστηκε να ενδώσει, καθώς η Εθνική Συσπείρωση της Μαρίν Λεπέν τον περιµένει στη γωνία, στις εκλογές του Ιουνίου.

Οι µικροπολιτικές σκοπιµότητες και οι άτυπες συµµαχίες στους κόλπους της Ε.Ε. δηµιούργησαν µια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων, βαθιά διχασµένη στον πυρήνα της. Χώρες όπως η Γερµανία, η Ολλανδία, το Βέλγιο κ.ά. προσπάθησαν να εξαγάγουν το πρόβληµα στις χώρες του Νότου, πιστεύοντας πως οι ίδιες θα έµεναν στο απυρόβλητο. Σήµερα αυτές οι χώρες µαστίζονται από βίαιες κοινωνικές συγκρούσεις και ζουν υπό τον φόβο της τροµοκρατίας. Στη Γερµανία οι αιτήσεις για τη χορήγηση ασύλου αυξάνονται συνεχώς.

Η κυβέρνηση Σολτς, σε µια προσπάθεια να περιορίσει τις ροές, επανέφερε τους συνοριακούς ελέγχους µε την Πολωνία, την Τσεχία και την Ελβετία. Τα µέτρα όµως δεν αποδίδουν τα αναµενόµενα και οι αφίξεις παραµένουν αυξηµένες. Μια πιθανή λύση που εξετάζεται είναι ένα µοντέλο τύπου Μεγάλης Βρετανίας, για την αποστολή προσφύγων σε χώρες όπως η Γκάνα, η Ρουάντα, η Σενεγάλη κ.ά. Στην Ολλανδία, η κυβέρνηση συνασπισµού υπό τον Μαρκ Ρούτε κατέρρευσε το περασµένο καλοκαίρι, καθώς οι εταίροι δεν κατάφεραν να συµφωνήσουν στον τρόπο περιορισµού των αιτούντων άσυλο. Στις εκλογές που προκηρύχθηκαν, πρώτη σε ψήφους αναδείχθηκε η Ακροδεξιά υπό τον Γκερτ Βίλντερς, που αναζητά τρόπους να σχηµατίσει κυβέρνηση.

Η Τζόρτζια Μελόνι στην Ιταλία, από τη στιγµή που ανέλαβε την εξουσία, έχει χορηγήσει βίζα σε χιλιάδες νόµιµους µετανάστες, για να καλύψει τις ελλείψεις εργατικού δυναµικού και αναζητά τρόπους να ξεφορτωθεί όσους δεν χρειάζεται. Στη λογική αυτή βρίσκεται σε συνεννοήσεις µε τον Αλβανό οµόλογό της, Εντι Ράµα, για την κατασκευή δύο κλειστών κέντρων κράτησης µεταναστών, τα οποία θα λειτουργούν σε αλβανικό έδαφος µε βάση την ιταλική νοµοθεσία. Κάτι δηλαδή σαν στρατόπεδα συγκέντρωσης.

Πού καταλήξαµε

Από την Ευρώπη των ανοιχτών συνόρων καταλήξαµε σε µια Ευρώπη που ανοιγοκλείνει τα σύνορά της, ανάλογα µε το εθνικό συµφέρον του κάθε κράτους-µέλους. H Φινλανδία έκλεισε τα σύνορά της µε τη Ρωσία, κατηγορώντας τη Μόσχα ότι στέλνει µετανάστες και αιτούντες άσυλο στα σύνορά της, ως αντίποινα για την ένταξη της χώρας στο ΝΑΤΟ.

Ολα τα παραπάνω είναι ενδεικτικά της κρίσης που σοβεί στην Ευρώπη, µε τις κοντόφθαλµες πολιτικές των ηγετών της, που αρνήθηκαν να δουν εγκαίρως τις ευρωπαϊκές διαστάσεις του προβλήµατος και να το αντιµετωπίσουν από κοινού. Οι παγκόσµιες γεωπολιτικές ανακατατάξεις, ο πόλεµος στην Ουκρανία, τα ανοιχτά πολεµικά µέτωπα στη Μέση Ανατολή, καθώς και τα εντεινόµενα προβλήµατα από την κλιµατική κρίση στην Αφρική, έφεραν την Ευρώπη να βρίσκεται σήµερα µε την πλάτη στον τοίχο, αδυνατώντας να δώσει λύση στο πρόβληµα που σε µεγάλο βαθµό η ίδια δηµιούργησε µε τις πολιτικές που εφάρµοσε.

Η δήλωση της επικεφαλής της Κοµισιόν, Φον ντερ Λάιεν, σύµφωνα µε την οποία «οι Ευρωπαίοι θα αποφασίζουν ποιος έρχεται στην Ε.Ε. και ποιος µπορεί να µείνει και όχι οι διακινητές», απηχεί τις πάγιες ελληνικές θέσεις της κυβέρνησης και του πρωθυπουργού προσωπικά και αποτελεί µια πρώτη θετική ένδειξη ότι η Ευρώπη αρχίζει να αφυπνίζεται.

Δημοσιεύθηκε στην Απογευματινή της Κυριακής