Ο κόσμος πίνει ολοένα περισσότερο αλκοόλ. Η μέση, ανά ενήλικα, κατανάλωση παγκοσμίως αυξήθηκε από 5,9 λίτρα καθαρού αλκοόλ το 1990 σε 6,5 λίτρα το 2017 και προβλέπεται να αυξηθεί περαιτέρω σε 7,6 λίτρα έως το 2030, σύμφωνα με μια νέα διεθνή επιστημονική μελέτη. Η αυξανόμενη κατανάλωση αλκοόλ, σε συνδυασμό με την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού, έχει οδηγήσει σε αύξηση κατά 70% περίπου της παγκόσμιας ετήσιας κατανάλωσης από σχεδόν 21 δισεκατομμύρια λίτρα το 1990 σε 35,7 δισεκατομμύρια λίτρα το 2017.

Μεταξύ 2010-2017, η μέση κατανάλωση στην Ευρώπη μειώθηκε κατά 12% από 11,2 σε 9,8 λίτρα ανά άτομο ετησίως, κυρίως λόγω μεγάλων μειώσεων στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες (Αζερμπαϊτζάν, Κιργιστάν, Ουκρανία, Λευκορωσία, Ρωσία). Αντίθετα, την ίδια περίοδο, αύξηση 34% καταγράφηκε στη νοτιοανατολική Ασία από 3,5 σε 4,7 λίτρα, ενώ μικρή αύξηση υπήρξε στις ΗΠΑ από 9,3 σε 9,8 λίτρα.

«Πριν το 1990 το περισσότερο αλκοόλ καταναλωνόταν στις χώρες υψηλού εισοδήματος, με τα μεγαλύτερα επίπεδα χρήσης να καταγράφονται στην Ευρώπη. Όμως η κατάσταση έχει έκτοτε αλλάξει σημαντικά, με μεγάλες μειώσεις στην Ανατολική Ευρώπη και τεράστιες αυξήσεις σε αρκετές χώρες μεσαίου εισοδήματος, όπως η Κίνα, η Ινδία και το Βιετνάμ. Αυτή η τάση αναμένεται να συνεχιστεί έως το 2030, όταν προβλέπεται πια ότι η Ευρώπη δεν θα έχει τα πρωτεία στην χρήση αλκοόλ», δήλωσε ο Μάνδεϊ.

«Με βάση τα έως τώρα δεδομένα», πρόσθεσε, «ο στόχος του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας για μείωση της επιβλαβούς χρήσης αλκοόλ κατά 10% έως το 2025 δεν πρόκειται να ικανοποιηθεί παγκοσμίως. Αντίθετα, το αλκοόλ θα παραμείνει ένας από τους κυριότερους παράγοντες κινδύνου για διάφορες παθήσεις στο προβλεπόμενο μέλλον και μάλιστα η επίπτωση του πιθανώς θα αυξηθεί σε σχέση με άλλους παράγοντες κινδύνου».

Ελλάδα

Στη χώρα μας, η κατανάλωση αλκοόλ παραμένει αρκετά πάνω από το μέσο όρο διεθνώς, αλλά ακολουθεί πτωτική τάση, σύμφωνα με τη μελέτη.