Μετά την εξέταση του οικογενειακού ιστορικού και άλλων σωματικών ή ψυχιατρικών νόσων, οι σχετιζόμενες με το άγχος διαταραχές φάνηκε να συνδέονται με όλες τις υπό μελέτη λοιμώξεις. Οι υψηλότεροι σχετικοί κίνδυνοι εντοπίστηκαν στη μηνιγγίτιδα (63% αυξημένος κίνδυνος) και την ενδοκαρδίτιδα (αυξημένος κίνδυνος κατά 57%) σε σύγκριση με τα υγιή ζεύγη ατόμων. Η μικρότερη ηλικία διάγνωσης και η παρουσία άλλων ψυχιατρικών καταστάσεων, ιδιαίτερα των διαταραχών χρήσης ουσιών, συνδέεται με επέκταση του κινδύνου, ενώ η χρήση ως αντικαταθλιπτικών, εκλεκτικών αναστολέων επαναπρόσληψης σεροτονίνης (SSRI) κατά το πρώτο έτος μετά τη διάγνωση φάνηκε να έχει προστατευτική επίδραση.

Οι μελετητές υποστηρίζουν την ανάγκη διεξαγωγής νέων ερευνών για την καλύτερη κατανόηση του ρόλου που διαδραματίζουν οι παράγοντες του τρόπου ζωής και οι θεραπείες για το άγχος στη μείωση του κινδύνου προσβολής από απειλητικές λοιμώξεις.

Ο Τζόναθαν Μπίσον, από το Πανεπιστήμιο του Κάρντιφ τόνισε ότι είναι δύσκολο να βρεθεί η πραγματική φύση της σχέσης μεταξύ σωματικής υγείας και αγχωδών διαταραχών, αλλά ποικίλοι βιολογικοί, ψυχολογικοί και κοινωνικοί παράγοντες ενδέχεται να συμβάλουν με κάποιο τρόπο.

Αυτό που η συγκεκριμένη έρευνα προσθέτει στην μέχρι τώρα βιβλιογραφία είναι ορισμένα «μονοπάτια» που συνδέουν την ψυχική και τη σωματική υγεία. Οι ερευνητές, επομένως, υποστηρίζουν ότι μια ολιστική προσέγγιση στην έρευνα και τη διαχείριση των αγχωδών διαταραχών με τη συνεργασία των ίδιων των ασθενών και των οικογενειών τους, ενδέχεται να είναι ο καλύτερος τρόπος να βοηθήσουμε τους ανθρώπους που βιώνουν αυτή την συνήθη αλλά εξουθενωτική κατάσταση.