(*)Του Γιάννη Δέτση

Ζούμε αναμφίβολα τη μεγαλύτερη πρόκληση της γενιάς μας, μια παγκόσμια καταιγίδα που ξεκίνησε ως μια πρωτοφανής κρίση δημόσιας υγείας η οποία απειλεί τη ζωή εκατομμυρίων συνανθρώπων μας, αλλά τείνει να μετεξελιχθεί και σε μια βαθιά ύφεση, που θα δοκιμάσει τις αντοχές των οικονομιών και των κοινωνιών μας.

Μετά την αρχική αμηχανία και αδράνεια, τα κράτη, το ένα μετά το άλλο, παίρνουν μέτρα για τον περιορισμό της εξάπλωσης του ιού και την προστασία των πολιτών τους. Την ίδια στιγμή, προχωρούν σε γενναία πακέτα στήριξης των οικονομιών τους, προκειμένου να αντιμετωπίσουν την επερχόμενη ύφεση.

Σε αυτές τις συνθήκες εύλογα, σχεδόν αντανακλαστικά θα λέγαμε, η πρώτη αντίδραση είναι η εθνική αναδίπλωση. Η αίσθηση που επικρατεί είναι πως η κάθε χώρα είναι μόνη της απέναντι στην υγειονομική και την οικονομική κρίση. Έτσι, δεν είναι λίγοι αυτοί που μιλούν για το τέλος της παγκοσμιοποίησης και τη δυναμική επιστροφή του έθνους κράτους.

Όπως επισημαίνει όμως και ο επιφανής ιστορικός Γιουβάλ Νώε Χαράρι, τόσο η πανδημία του κορονοϊού, όσο και η οικονομική κρίση που προκαλεί, είναι παγκόσμια προβλήματα, που μπορούν να αντιμετωπιστούν αποφασιστικά μόνον με περισσότερη παγκόσμια συνεργασία.

Η αντιμετώπιση της πανδημίας απαιτεί τη συνεχή ανταλλαγή πληροφοριών ανάμεσα στους επιστήμονες των διαφόρων κρατών για τις θεραπείες που έχουν τα καλύτερα αποτελέσματα, αλλά και για την ταχύτερη δημιουργία του εμβολίου, τον διεθνή συντονισμό για να εξασφαλιστεί η επάρκεια σε ιατρικό και νοσοκομειακό υλικό, την αλληλεγγύη προς τις χώρες που έχουν πληγεί περισσότερο. Αν η επιδημία δεν νικηθεί εξίσου αποτελεσματικά σε κάθε χώρα, καμία δεν μπορεί να αισθάνεται ασφαλής, ακόμη και αν, προς το παρόν, έχει καταφέρει να την περιορίσει. Η επανεμφάνισή της θα είναι μια διαρκής απειλή.

Αλλά και για το ξεπέρασμα της επερχόμενης ύφεσης, με δεδομένη τη μεγάλη αλληλεξάρτηση των εθνικών οικονομιών και τον παγκόσμιο χαρακτήρα των αλυσίδων ανεφοδιασμού, χρειάζεται να υπάρξει διεθνής συνεργασία, ώστε τα μέτρα που λαμβάνει η κάθε χώρα να συμπληρώνουν εκείνα των υπολοίπων, πολλαπλασιάζοντας τα οφέλη. Διαφορετικά, η ύφεση θα είναι πολύ πιο βαθιά και θα κρατήσει περισσότερο.

Δυστυχώς, σήμερα απουσιάζει εκείνη η χώρα που θα ηγηθεί της μάχης για την αντιμετώπιση της πανδημίας και την ανόρθωση της παγκόσμιας οικονομίας. Που θα αναλάβει τον διεθνή συντονισμό των εθνικών προσπαθειών και θα δώσει το παράδειγμα, προσφέροντας βοήθεια στα κράτη που σηκώνουν το μεγαλύτερο βάρος. Όπως, για παράδειγμα, έπραξαν οι ΗΠΑ στην κρίση του 2008, αλλά και στην επιδημία του Έμπολα το 2014.

Η απροθυμία των ΗΠΑ, επί Τραμπ, να επιτελέσουν τον διεθνή τους ρόλο, σπρώχνει και άλλες χώρες στο μονοπάτι των αμιγώς εθνικών λύσεων. Έτσι, βλέπουμε να ξεπηδούν κοντόφθαλμες λογικές, τόσο στο επίπεδο αντιμετώπισης της πανδημίας, όσο και σε αυτό της ύφεσης. Κράτη που κατάσχουν ιατρικό υλικό που προορίζεται για άλλες χώρες οι οποίες έχουν κατεπείγουσες ανάγκες, άλλα που κλείνουν μονομερώς τα σύνορά τους, αδιαφορώντας για τις συνέπειες στους υπόλοιπους, την ΕΕ να διστάζει, για μία ακόμη φορά, να λάβει επαρκή μέτρα στήριξης των ευρωπαϊκών οικονομιών, μεταθέτοντας την ευθύνη στα κράτη μέλη, ασχέτως αν το καθένα από αυτά έχει τις δυνατότητες.

Υπάρχουν όμως και φωτεινά παραδείγματα που κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση, χώρες, όπως η Κίνα και η Κούβα, που επιδεικνύουν αλληλεγγύη και στέλνουν γιατρούς και εξοπλισμό εκεί όπου υπάρχει η μεγαλύτερη ανάγκη, άλλες που δέχονται να φιλοξενήσουν ξένους ασθενείς στα νοσοκομεία τους, η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα που συνεργάζεται και δουλεύει νυχθημερόν για την παρασκευή του εμβολίου.

Πολλές φορές, μάλιστα, παρατηρούμε αντιφατικές κινήσεις από τα ίδια κράτη. Η Γερμανία λ.χ. μπλοκάρει ιατρικό υλικό που κατευθύνεται στην Ιταλία και την Ελλάδα, αλλά ταυτόχρονα περιθάλπει Ιταλούς ασθενείς, οι ΗΠΑ αντιδρούν από την αρχή σπασμωδικά και κοντόφθαλμα, αλλά μόλις υιοθέτησαν το μεγαλύτερο πακέτο οικονομικής τόνωσης στην ιστορία (2 τρισ. δολάρια), που θα έχει θετικό αντίκτυπο σε όλη την παγκόσμια οικονομία, τη στιγμή που η ΕΕ ακόμη… συσκέπτεται.

Και μπορεί τώρα η Κίνα να σπεύδει να βοηθήσει τις άλλες χώρες, επιδιδόμενη στη λεγόμενη "διπλωματία του κορονοϊού", αλλά φέρει μεγάλο μερίδιο της ευθύνης για την εξάπλωση της επιδημίας, αφού δεν κατάφερε να αναγνωρίσει έγκαιρα το πρόβλημα στο εσωτερικό της και να μοιραστεί πληροφορίες με τον υπόλοιπο κόσμο, αποδεικνύοντας ότι τα ολοκληρωτικά καθεστώτα έχουν ανυπέρβλητα όρια, τόσο σε ό,τι αφορά την προστασία των πολιτών τους, όσο και ως προς τον διεθνή ρόλο που μπορούν να διαδραματίσουν.

Αλλά και στην ΕΕ που αντιδρά με τη χαρακτηριστική της βραδύτητα, εμφανίστηκε για πρώτη φορά ένα ελπιδοφόρο μπλοκ εννέα χωρών, μεταξύ των οποίων η Γαλλία, η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα, που διεκδικούν μεγαλύτερη αλληλεγγύη και πιο αποφασιστικά μέτρα, σε επίπεδο κοινότητας, για την αντιμετώπιση της ύφεσης, αμφισβητώντας σοβαρά τη γερμανική ηγεμονία, η οποία ανθίσταται σε κάθε προσπάθεια ουσιαστικής επέκτασης και εμβάθυνσης των ευρωπαϊκών πολιτικών. Πρόκειται για μια μάχη που θα κρίνει την ίδια την ύπαρξη και τον χαρακτήρα του ενωσιακού εγχειρήματος.

Η αντιφατικότητά αυτή προδίδει αμηχανία και έλλειψη προετοιμασίας αλλά και τη σοβαρότητα της κατάστασης. Ωστόσο, η συνεχής μετατόπιση δημιουργεί προβληματισμό για το αύριο. Σε αυτό το θολό τοπίο, όπου οι παλιές σταθερές μοιάζουν να καταρρέουν, προβάδισμα θα έχουν εκείνοι που θα εντοπίσουν έγκαιρα τις νέες ανάγκες και επιθυμίες τις οποίες γεννά η κρίση και θα σχεδιάσουν τα προϊόντα και τις υπηρεσίες που θα τις ικανοποιούν. Η ζωή είναι βέβαιο ότι θα συνεχιστεί και μετά την πανδημία και πρέπει από τώρα να σκεφτούμε και να προγραμματίσουμε την επόμενη μέρα. Το μέλλον ανήκει στους οραματιστές και τους πρωτοπόρους, όχι στους λογιστές!

Δεν χωρά αμφιβολία ότι ο κόσμος θα είναι πολύ διαφορετικός μετά το πέρας αυτής της μεγάλης τρικυμίας. Αν επικρατήσουν οι λογικές του εθνικού απομονωτισμού και του "ο σώζων εαυτόν σωθήτω", τότε το κόστος σε ανθρώπινες ζωές αλλά και το οικονομικό θα είναι ανυπολόγιστο, ενώ η επόμενη κρίση, είτε είναι οικονομική, είτε υγείας, θα μας βρει όλους πιο αποδυναμωμένους και ευάλωτους. Αν, αντίθετα, υπερισχύσουν η συνεργασία και η αλληλεγγύη, τόσο σε εθνικό, όσο και σε διεθνές επίπεδο τότε, όχι μόνο θα βγούμε πιο γρήγορα από την παρούσα δυσκολία, αλλά θα έχουμε συσσωρεύσει και ένα πολύτιμο κεφάλαιο για το μέλλον.

*Ο κ. Γιάννης Δέτσης είναι Διευθύνων Σύμβουλος διαφημιστικής εταιρείας Choose Strategic Communication Partner

Πηγή άρθρου: Capital.gr