Δεν έχουν περάσει παρά 24 ώρες από την απόφαση της Μέρκελ να μην θέσει εκ νέου υποψηφιότητα για την ηγεσία του CDU και το σύνολο του διεθνούς Τύπου μιλά για το «τέλος μιας εποχής». Και ας δήλωσε η ίδια ότι παραμένει καγκελάριος μέχρι το πέρας της τέταρτης θητείας της, το 2021.

Δύσκολο βέβαια να εξαντλήσει αυτή τη θητεία, δεδομένου ότι η κυβέρνηση του «μεγάλου συνασπισμού» (χριστιανοδημοκράτες με σοσιαλδημοκράτες) αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα συνοχής. Χειρότερα μοιάζουν να είναι τα προβλήματα για τους σοσιαλδημοκράτες (SPD), οι οποίοι έχουν υποστεί τεράστια πολιτική φθορά από τη συμμετοχή τους στις κυβερνήσεις της Μέρκελ. Το έδειξαν και τα πρόσφατα εκλογικά αποτελέσματα σε Βαυαρία και Έσση, όπου οι κεντροαριστεροί ψηφοφόροι πήγαν μαζικά στους Πράσινους, γυρίζοντας την πλάτη στο SPD.

Πολιτικοί αναλυτές εκτιμούν ότι είναι θέμα χρόνου να εγκαταλείψει το SPD την ομοσπονδιακή κυβέρνηση, οδηγώντας τη Γερμανία σε πρόωρες εκλογές. Ίσως περιμένουν να δουν το αποτέλεσμα των Ευρωεκλογών, τον Μάιο του 2019, εκεί όπου όλη η Ευρώπη στρέφει έτσι κι αλλιώς το βλέμμα της. 

Μια από τις ισχυρότερες γυναίκες του πλανήτη, η Άνγκελα Μέρκελ γεννήθηκε στις 17 Ιουνίου 1954. Υπήρξε το αγαπημένο παιδί του καγκελαρίου της Επανένωσης Χέλμουτ Κολ, ο οποίος στις αρχές της δεκαετίας του 1990 τής ανέθεσε υπουργικά καθήκοντα: Αρχικά στο υπουργείο Γυναικείων Θεμάτων και Νεολαίας (1991-1994) και στη συνέχεια στο υπουργείο Περιβάλλοντος (1994-1998).

Η ίδια όμως τα «έσπασε» με τον πολιτικό της μέντορα το 1999, όταν ξέσπασε το σκάνδαλο με τα «μαύρα ταμεία» του κόμματος. Είχε προηγηθεί η ταπεινωτική ήττα του CDU στις εκλογές του 1998 (στην εξουσία ήρθε ο Σοσιαλδημοκράτης Γκέρχαρντ Σρέντερ) και η ανάδειξή της σε γενική γραμματέα του κόμματος. Το CDU πέρασε στην Αντιπολίτευση και «ψαχνόταν».

Το 2000 η Μέρκελ εξελέγη πρόεδρος του CDU με «σοβιετικό» ποσοστό της τάξης του 96%. Ήταν η πρώτη γυναίκα στην ηγεσία που προερχόταν μάλιστα από την άλλοτε Ανατολική Γερμανία. Χρειάστηκε όμως να περιμένει πέντε χρόνια για να κερδίσει τις ομοσπονδιακές εκλογές και να διαδεχθεί τον Σρέντερ σε κυβέρνηση συνασπισμού με το κόμμα του... Σρέντερ. Από εκεί ξεκίνησε μια πορεία που μετρά ήδη 13 χρόνια.

Η Μέρκελ βελτίωσε τις σχέσεις της Γερμανίας με τις ΗΠΑ από τα πρώτα της χρόνια στην εξουσία. Επέμεινε σε δυσάρεστες μεταρρυθμίσεις που είχε ξεκινήσει ο προκάτοχός της και εργάστηκε σταθερά στη λογική του «γερμανο-γαλλικού άξονα» στην ΕΕ.

Μια από τις εμβληματικές της στιγμές ήταν το 2008, όταν μίλησε στην Κνέσετ (το Κοινοβούλιο του Κράτους του Ισραήλ) από το βήμα του οποίου ζήτησε συγγνώμη για το Ολοκαύτωμα. Γερμανικά ακούστηκαν για πρώτη φορά στην Κνέσετ…

Το 2009 σχημάτισε τη δεύτερη κυβέρνησή της, αυτή τη φορά με τους Φιλελεύθερους, τους παλαιούς παραδοσιακούς συμμάχους του CDU. Τότε βρέθηκε αντιμέτωπη με την οικονομική κρίση που ταλάνιζε την Ευρωζώνη και χώρες όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και η Κύπρος. Αυτές ήταν που μπήκαν σε μνημόνια. Άλλες χώρες (Ιταλία, Ισπανία) ταλαιπωρήθηκαν χωρίς μνημόνια. 

Η Μέρκελ και ο υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε επέμειναν με θρησκευτική ευλάβεια στη δημοσιονομική πειθαρχία και τη λιτότητα, γεγονός που τους έφερε απέναντι με τις χώρες και τους λαούς της νότιας Ευρώπης.

Τα ΜΜΕ την «σταύρωναν» καθημερινά, όχι όμως ότι και στη χώρα της δεν υπήρχε πληθώρα δημοσιευμάτων, εκπομπών και ανταποκρίσεων που έτρεφαν τη λογική των «τεμπέληδων του Νότου» σε αντίθεση με τους «εργατικούς του Βορρά».

Πάντως, η επιμονή της στη λιτότητα επιβραβεύθηκε από τους Γερμανούς στις εκλογές του 2013. Το εκλογικό σώμα σχεδόν της έδωσε αυτοδυναμία, βυθίζοντας τους Φιλελεύθερους, που έμειναν εκτός Βουλής.

Η καγκελάριος αναγκάστηκε βέβαια να συνεργαστεί με τους Σοσιαλδημοκράτες, με την ίδια όμως σε θέση ισχύος.

Και ενώ η Γερμανία βρισκόταν σε εξαιρετικά καλή οικονομική φόρμα, ήρθε η προσφυγική κρίση το καλοκαίρι του 2015 να αλλάξει άρδην την εικόνα. Οι εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που έφτασαν στη Γερμανία, αντιμετωπίστηκαν αρχικά θετικά, όμως ο μεγάλος αριθμός δημιούργησε παρενέργειες. «Βούτυρο στο ψωμί» στην αντι-ισλαμική ατζέντα της Εναλλακτικής για την Γερμανία (Afd) που κατηγορούσε για τα πάντα τους πρόσφυγες και τους μετανάστες.

Η Μέρκελ επέμεινε στην πολιτική της και ας εμφανίζονταν στις γειτονικές χώρες πρωθυπουργοί που έκλειναν με φράχτες τα σύνορά τους. Η γκρίνια γιγάντωνε και στο κόμμα της, περισσότερο δε στο αδελφό κόμμα CSU της πανίσχυρης και πλούσιας Βαυαρίας.

Ο λογαριασμός για την καγκελάριο ήρθε στις εκλογές του 2017, όταν το κόμμα της ήρθε μεν πρώτο, αλλά με μεγάλες απώλειες, το SPD βυθίστηκε και η Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD) εκτοξεύθηκε στο 11%.

Χρειάστηκαν έξι μήνες διαπραγματεύσεων με τους Σοσιαλδημοκράτες για να φτιαχτεί κυβέρνηση. Αυτή που υπάρχει και σήμερα και παρακολουθεί αμήχανα τα εκλογικά «Βατερλώ» στις εκλογές των κρατιδίων.

Αυτά ακριβώς τα «Βατερλώ» την οδήγησαν στη μεγάλη απόφαση: Να ανοίξει το δρόμο για έναν νέο ηγέτη στο CDU μετά από 18 ολόκληρα χρόνια.

Για την ιστορία: Η Μέρκελ ισοφάρισε το ρεκόρ του Χέλμουτ Κολ, αφού αναδείχθηκε και εκείνη τέσσερις φορές καγκελάριος. Εκείνος έμεινε 16 χρόνια (1982-1998), εκείνη θα το παλέψει να κλείσει 16 χρόνια το 2021.