Εντοπίσθηκε με απόλυτη ακρίβεια η θέση του ιστορικού ναυαγίου του θρυλικού υποβρυχίου «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» (Υ-1) του Ελληνικού Στόλου, που βυθίστηκε μαχόμενο κατά των Γερμανών στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σε απόσταση 6 ναυτικών μιλίων, βορειοδυτικώς της Σκιάθου και σε βάθος 253 μέτρων, όπως ανακοινώθηκε αρμοδίως από την – με σπουδαίο εθνικό έργο – ιστορική Υδρογραφική Υπηρεσία (ΥΥ) του Πολεμικού μας Ναυτικού.


Αρχικώς, το ναυάγιο του υποβρυχίου «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» είχε εντοπισθεί από το υδρογραφικό-ωκεανογραφικό πλοίο «ΝΑΥΤΙΛΟΣ» της ΥΥ στις 29 Ιανουαρίου 2018, με τη χρήση ηχοβολιστικών πολλαπλής δέσμης και πλευρικής σαρώσεως (Multibeam Sonar Sidescan Sonar/MSSS).
Ακολούθησε η ταυτοποίηση που έγινε από το ίδιο πλοίο το διάστημα από 4 έως 6 Μαΐου 2018 με χρήση υποβρύχιων ρομποτικών καμερών (ROV), σε συνεργασία με το καταδυτικό συνεργείο του γνωστού δύτη μεγάλων βαθών Κώστα Θωκταρίδη, με πλούσιο και πολύτιμο έργο και αυτός, που έχει συνεργαστεί πάμπολλες φορές με το ΠΝ.


Αξίζει να σημειωθεί ότι στην επιχείρηση αναγνωρίσεως του ναυαγίου του θρυλικού υποβρυχίου συμμετείχε και η εταιρία κινηματογραφήσεων “FAOS tv” με τον κατάλληλο εξοπλισμό.

«Το Βασιλικό Πλοίον (Β.Π.) Υ/Β «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» (Υ1) υπήρξε ένα από τα έξι υποβρύχια του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού στη διάρκεια του Μεσοπολέμου και του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Πήρε το όνομά του από τον Έλληνα αξιωματικό του τσαρικού στρατού Λάμπρο Κατσώνη και ήταν το δεύτερο σκάφος του ΠΝ με αυτή την ονομασία.
Παραγγέλθηκε στην Γαλλία από την ελληνική κυβέρνηση το 1925, μαζί με το «ΠΑΠΑΝΙΚΟΛΗΣ» (Υ2), και κατασκευάστηκε κατά τα έτη 1925-1927 στο ναυπηγείο Forge et Chantiers de la Gironde, του Μπορντώ. Παραλήφθηκε στην Χάβρη της Γαλλίας στις 8 Ιουνίου 1928 από τον πρώτο του κυβερνήτη τότε Αντιπλοίαρχο Κωνσταντίνο Αρβανίτη και κατέπλευσε στο Ναύσταθμο Σαλαμίνος στις 21 Ιουνίου 1928, όπου εντάχθηκε στο ΒΝ με το διακριτικό κωδικό "Y1".

Κατά τον Ελληνοϊταλικό πόλεμο (1940-1941), με κυβερνήτη τον τότε Πλωτάρχη Αθανάσιο Σπανίδη ΒΝ, πραγματοποίησε τέσσερις πολεμικές περιπολίες στην Αδριατική. Στις 31 Δεκεμβρίου 1940 βύθισε με το πυροβόλο του το ιταλικό ατμόπλοιο “QUINΤO”, πλησίον των Γιουγκοσλαβικών ακτών. Μετά την κατάληψη της Ελλάδας, τον Απρίλιο του 1941, κατέφυγε με τον υπόλοιπο ελληνικό στόλο στην Αίγυπτο και στην συνέχεια κατέπλευσε στο Πορτ Σουδάν, όπου παρέμεινε για μακρά επισκευή. Στις 2 Ιουλίου 1942, μετά την επανάπλευσή του στην Αίγυπτο, βυθίστηκε από λανθασμένο χειρισμό στο λιμάνι του Πορτ Σάιντ κατά την αποπεράτωση του δεξαμενισμού του. Ανελκύστηκε, επισκευάστηκε και άρχισε περιπολίες στο Αιγαίο, με κυβερνήτη τον τότε Αντιπλοίαρχο Βασίλη Λάσκο.

Στις 2 Απριλίου 1943 βύθισε το ιταλικό βοηθητικό περιπολικό “TERGESTE” στο λιμάνι του Γυθείου. Στις 5 Απριλίου 1943 βύθισε έξω από τον Μέριχα της Κύθνου το ισπανικό ατμόπλοιο “SAN ISIDRO LABRADOR”. Στις 29 Μαΐου 1943 βύθισε κοντά στη Σηπιάδα το ισπανικό ατμόπλοιο “RIGEL”, συλλαμβάνοντας αιχμάλωτο τον καπετάνιο και τέσσερα μέλη του πληρώματος.


Στις 14 Σεπτεμβρίου 1943, ανήμερα του Σταυρού, και ενώ το Υ/Β «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» ανέμενε τη διέλευση εχθρικού πλοίου κοντά στις ακτές του νοτίου Πηλίου, εντοπίστηκε από το γερμανικό ανθυποβρυχιακό UJ-2101 (πρώην ελληνικό ναρκαλιευτικό-ναρκοθετικό Β.Π. «ΣΤΡΥΜΩΝ»). Μετά την ρίψη βομβών βάθους το «ΚΑΤΣΩΝΗΣ» εξαναγκάσθηκε σε ανάδυση και εξόρμηση δια πυροβόλου, αλλά εμβολίστηκε από το διώκτη του, με αποτέλεσμα να βυθιστεί βόρεια της Σκιάθου. Φονεύθηκαν ο κυβερνήτης του Αντιπλοίαρχος Βασίλης Λάσκος και 31 μέλη του πληρώματος, οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία 17, ενώ τρεις κατάφεραν να διαφύγουν κολυμπώντας στο Πήλιο», σύμφωνα με στοιχεία από το «Βικιπίντια».

Αξίζει να σημειωθεί ότι μεταξύ των τριών, οι οποίοι κατάφεραν να αποφύγουν τον θάνατο στον υγρό τους τάφο κατά τη βύθιση του υποβρυχίου και την εν συνεχεία αιχμαλωσία των επιζώντων, ήταν και ο τότε ύπαρχος του σκάφους Υποπλοίαρχος Ηλίας Τσουκαλάς ΒΝ, πατέρα της εξαιρετικής συναδέλφου δημοσιογράφου Μπίλιως Τσουκαλά, ο οποίος μεταπολεμικώς υπήρξε και ο συγγραφεύς του εξαιρετικού βιβλίου «Υ1 – Υποβρύχιον Κατσώνης», στο οποίο περιγράφει τη δράση του υποβρυχίου στη διάρκεια του Β’ ΠΠ.