Οι εικόνες που εκτυλίχθηκαν στη Βηθλεέµ µε τους Παλαιστίνιους διαδηλωτές από τη Ναζαρέτ και άλλες πόλεις να χτυπούν µε γροθιές το αυτοκίνητο που µετέφερε τον Πατριάρχη Ιεροσολύµων Θεόφιλο Γ’, ο οποίος µετέβαινε στην πόλη που βρίσκεται υπό παλαιστινιακό έλεγχο για τη Λειτουργία των Χριστουγέννων (βάσει του παλαιού ηµερολογίου), φωνάζοντας «προδότη, προδότη» και πετώντας πέτρες και µπουκάλια, σήµαναν συναγερµό στις διπλωµατικές και εκκλησιαστικές Αρχές.

Πληροφορίες, µάλιστα, από την Ιερουσαλήµ αναφέρουν ότι ανάµεσα στους Παλαιστινίους δεν ήταν µόνο χριστιανοί, αλλά και µουσουλµάνοι. Η εξέλιξη αυτή έφερε ξανά στην επιφάνεια δύο ζητήµατα για τα οποία το Πατριαρχείο Ιεροσολύµων έχει τεθεί εδώ και πάνω από µία δεκαετία στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του κράτους του Ισραήλ, του ιορδανικού κράτους, της παλαιστινιακής Ορθόδοξης κοινότητας αλλά και της Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας.

Η διαµαρτυρία, άλλωστε, των Παλαιστινίων δεν ήταν παρά µόνο µία πτυχή των θεµάτων που προκαλούν έντονες ζυµώσεις στα Ιεροσόλυµα, την ιερή πόλη των χριστιανών, των Εβραίων αλλά και των µουσουλµάνων.

ΙΔΙΟΚΤΗΣΙΕΣ

Το πρώτο θέµα που προκαλεί τριβές και στάθηκε η κύρια αιτία για την καθαίρεση και τον υποβιβασµό του προηγούµενου Πατριάρχη, του Ειρηναίου A’, είναι η διαχείριση της ακίνητης περιουσίας του Πατριαρχείου. Οπως αναφέρει το Reuters, το Πατριαρχείο Ιεροσολύµων αποτελεί έναν από τους µεγαλύτερους ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας στους Αγίους Τόπους, µε ξεχωριστή σηµασία. Αρκεί κανείς να αναλογιστεί ότι εµβληµατικά κτίρια του ισραηλιτικού κράτους, όπως η Κνεσέτ (εβραϊκή Βουλή) και η αρχιρραβινία έχουν κτιστεί σε εδάφη του Πατριαρχείου.

Η υπόθεση της ακίνητης περιουσίας ήρθε για ακόµα µία φορά στην επιφάνεια µετά την πρόσφατη πρωτοβουλία του Πατριαρχείου να προχωρήσει στην πώληση οικοπέδων στη ∆υτική Ιερουσαλήµ, ακολουθώντας διαφορετική τακτική από τη µακροχρόνια µίσθωση που γινόταν παλαιότερα και εν πολλοίς συνηθίζεται. Οι εκτάσεις ιδιοκτησίας του Πατριαρχείου είναι υπό ισραηλινή κυριαρχία και περιλαµβάνουν κατοικίες, χώρους αναψυχής και γραφεία. Η αιφνίδια αλλαγή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των οικοπέδων προκάλεσε την αντίδραση των µισθωτών. Τα εδάφη που απέκτησε το Πατριαρχείο από τον 19ο αιώνα, µετά την ανεξαρτησία του Ισραήλ, συµφωνήθηκε να ενοικιαστούν στο JNF (Jewish National Fund) για 99 χρόνια, µε την επιλογή της επέκτασης. Μετά, όµως, την πώλησή τους από το Πατριαρχείο, οι τωρινοί µισθωτές, που είναι εταιρείες, ενδέχεται να κληθούν να επαναδιαπραγµατευθούν τα τιµήµατα ή να αποτρέψουν το ενδεχόµενο εξώσεων από τους νέους ιδιοκτήτες, κάτι που προκάλεσε γκρίνιες, που έφτασαν ακόµα και στην Κνεσέτ.

Το συγκεκριµένο θέµα, µάλιστα, ανέλυσαν εκτενώς σε ρεπορτάζ τους ισραηλινές εφηµερίδες, όπως η οικονοµική «Calcalist», η οποία ανέφερε ότι «το Ελληνορθόδοξο Πατριαρχείο Ιεροσολύµων πούλησε πέρυσι (το 2017) περισσότερα από 200 οικόπεδα στις συνοικίες Talbiya και Nayot σε µυστηριώδη επενδυτικό όµιλο. Οι κάτοικοι των παραπάνω συνοικιών, των οποίων τα ακίνητα υπάγονται σε καθεστώς υπεκµίσθωσης που λήγει σε 30 χρόνια, ανησυχούν ότι οι επιχειρηµατίες θα ζητήσουν υψηλά ποσά για την ανανέωση της υπεκµίσθωσης».

Από την πλευρά του, ο Πατριάρχης Θεόφιλος Γ’ επιχείρησε τον περασµένο Νοέµβριο να στείλει µήνυµα µιλώντας ενώπιον του Κοινοβουλίου του Ισραήλ και ζητώντας σεβασµό και διασφάλιση της ανεξαρτησίας των χριστιανικών εκκλησιών στο ζήτηµα της διαχείρισης των περιουσιακών τους στοιχείων.

ΑΠΑΝΤΗΣΗ

O Πατριάρχης τόνισε, δε, ότι ο σεβασµός στους κανόνες του status quo είναι κρίσιµο στοιχείο στη διατήρηση της ισορροπίας τους Αγίους Τόπους και ζήτησε από τα µέλη του ισραηλινού Κοινοβουλίου να υποστηρίξουν τη θρησκευτική ελευθερία και την αυτονοµία των θρησκευτικών κοινοτήτων στη διαχείριση των υποθέσεών τους. Η τοποθέτησή του ήταν µια απάντηση στην πρόθεση του ισραηλινού Κοινοβουλίου να περάσει νόµο που θα θέτει όρια στη δυνατότητα ελεύθερης διαχείρισης των περιουσιών όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων του Ισραήλ.

Ολα αυτά, µάλιστα, τη στιγµή που το Πατριαρχείο έχασε τη «µάχη» µε την ισραηλινή ∆ικαιοσύνη, που κρατούσε από το 2005 για το ζήτηµα της ακύρωσης των συµφωνιών της εποχής Ειρηναίου, για τα ξενοδοχεία «Imperial» και «Petra» στην παλαιά Πόλη των Ιεροσολύµων, ουσιαστικά στην αραβική πλευρά. Τα δύο ξενοδοχεία είχαν εκµισθωθεί από εταιρεία εβραϊκών συµφερόντων για 99 χρόνια και το Πατριαρχείο είχε προσφύγει εναντίον της συµφωνίας, ζητώντας την ακύρωσή της, κάτι που τελικά δεν έγινε. Η έκδοση της απόφασης προκάλεσε «συναγερµό» στο Πατριαρχείο ενώ ο κ. Θεόφιλος προανήγγειλε ότι θα προσφύγει ακόµα και στο Ανώτατο ∆ικαστήριο του Ισραήλ.

Παράλληλα, προ ηµερών η «Deutsche Welle» αναφέρθηκε στην πώληση 240 διαµερισµάτων στην κεντρική συνοικία της πόλης Γκιβάτ Ορανίµ για 3,3 εκατ. δολάρια σε ανώνυµους επενδυτές από τις Παρθένους Νήσους, µε τους Παλαιστινίους να τονίζουν ότι η ακίνητη περιουσία του Πατριαρχείου αποκτήθηκε ανά τους αιώνες από την παλαιστινιακή χριστιανική κοινότητα.

Το δεύτερο σκέλος που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον είναι ότι οι πλέον σφοδρές αντιδράσεις αναφορικά µε τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων προέρχονται από την (παλαιστινιακή) αραβόφωνη ορθόδοξη κοινότητα. Σύµφωνα µε πηγές, πάγια επιδίωξη των Παλαιστινίων αποτελεί να ενθρονίσουν Πατριάρχη που να προέρχεται από τη δική τους (αραβική) κοινότητα ή, τουλάχιστον, να αποκτήσουν συµµετοχή και συνδιαχείριση στα οικονοµικά.

Ενδεικτικό είναι ότι τον περασµένο Οκτώβριο η Αστυνοµία αναγκάστηκε να εκδώσει περιοριστική εντολή εναντίον του ορθόδοξου Αραβα και πολιτικού ακτιβιστή Ghassan Munair, απαγορεύοντάς του για µία εβδοµάδα την είσοδο στο παλαιστινιακό χωριό Reineh στη Γαλιλαία, λόγω της επίσκεψης του Πατριάρχη Θεόφιλου Γ’ στην περιοχή. Ο Παλαιστίνιος ακτιβιστής, µάλιστα, σύµφωνα µε την ισραηλινή εφηµερίδα «Haaretz», δήλωνε ότι «θέλουν να απελευθερώσουν την Εκκλησία από τον επί ετών ελληνικό έλεγχο». Οι επιδιώξεις των Παλαιστινίων χριστιανών βρίσκονται σε άµεση συνάρτηση και µε τη θέση που εκφράζεται από την Παλαιστινιακή Αρχή ότι τουλάχιστον η Ανατολική Ιερουσαλήµ θα είναι µια ηµέρα η πρωτεύουσα του µελλοντικού τους κράτους.

Το όλο θέµα περιπλέκει ακόµα µία παράµετρος που ακούει στο όνοµα ιορδανικό κράτος, το οποίο παρακολουθεί µακρόθεν τις εξελίξεις στην Ιερουσαλήµ, κρατώντας αποστάσεις, χωρίς προς το παρόν να δείχνει οποιαδήποτε διάθεση εµπλοκής. Σηµειώνεται πως το Πατριαρχείο Ιεροσολύµων αποτελεί ιορδανικό καθίδρυµα και οι εκάστοτε υποψήφιοι πατριάρχες είναι Ελληνορθόδοξοι και φέρουν την ιορδανική υπηκοότητα.

Οργή από την Αθήνα για τις επιθέσεις

Προβληματισμό και οργή έχει προκαλέσει στην Αθήνα η επίθεση εναντίον της αυτοκινητοποµπής που µετέφερε τον Πατριάρχη Ιεροσολύµων στη Βηθλεέµ. Ανώτατος διπλωµάτης, µιλώντας στα «Π», εξέφρασε την άποψη ότι πρέπει να διαφυλαχθεί το ισχύον status quo στα Ιεροσόλυµα και αυτό οφείλει να γίνει αντιληπτό από όλες τις πλευρές, τόσο από τους Ισραηλινούς όσο και από τους Παλαιστινίους. «Το Πατριαρχείο είναι ένα σηµαντικό µέσο προκειµένου να εξασφαλιστεί η ειρηνική συνύπαρξη όλων στους Αγίους Τόπους», επισήµανε ο διπλωµάτης, o οποίος παρακολουθεί εκ του σύνεγγυς τις εξελίξεις στην περιοχή. Η αρµόδια διεύθυνση (A6) του υπουργείου Εξωτερικών, η ∆ιεύθυνση Θρησκευµάτων, ο γ.γ. του υπουργείου, ∆ηµήτρης Παρασκευόπουλος, αλλά και ο ίδιος ο Νίκος Κοτζιάς βρίσκονται σε διαρκή συνεργασία το τελευταίο διάστηµα, προκειµένου να χαµηλώσουν οι τόνοι στα Ιεροσόλυµα.

Η συνεργασία τους µε τον Πατριάρχη Θεόφιλο Γ’ είναι ιδιαίτερα καλή, και µάλιστα ο υπουργός Εξωτερικών συναντήθηκε τον Οκτώβριο µαζί του στο περιθώριο της ∆ιεθνούς ∆ιάσκεψης για τον Θρησκευτικό και Πολιτιστικό Πλουραλισµό και την Ειρηνική Συνύπαρξη στη Μέση Ανατολή. Στη συζήτηση που έκαναν τονίστηκε η ανάγκη υπεράσπισης και διατήρησης του υφιστάµενου καθεστώτος µε βάση την νοµιµότητα και τη διαφάνεια. «Τα ολοένα και αυξανόµενα περιστατικά αµφισβήτησης του Πατριαρχείου καθιστούν απολύτως αναγκαία την προστασία του status quo», ανέφερε χαρακτηριστικά ο ανώτατος διπλωµάτης. Αξίζει, δε, να σηµειωθεί ότι η επίθεση στην αυτοκινητοποµπή που µετέφερε τον Πατριάρχη υποχρέωσε την Αθήνα να διαµηνύσει προς την παλαιστινιακή πλευρά ότι δεν προστάτεψε επαρκώς το ελληνικό διπλωµατικό αυτοκίνητο. Στο πλαίσιο αυτό έχει εκφραστεί από το υπουργείο Εξωτερικών προς το Πατριαρχείο Ιεροσολύµων η ετοιµότητα να παρέχει οποιαδήποτε επιπλέον υποστήριξη χρειαστεί µέσα στο επόµενο διάστηµα.