«Αυτή η εταιρεία ήρθε εδώ να κάνει μια επένδυση που προκαλεί την υποβάθμιση του τόπου σ’ όλα τα επίπεδα. Ολα τα χρόνια που ξεκίνησε αυτή η ιστορία προσπαθούμε με τους καλύτερους τρόπους, με διαδηλώσεις, με πορείες, να αποτρέψουμε αυτό που θα γίνει στον τόπο μας. Πιστεύουμε ότι ο τόπος μας είναι πιο πλούσιος απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας. Ο τόπος δίνει πολλές ευκαιρίες -έχουμε το Αγιον Ορος δίπλα μας, έχουμε τη θάλασσα, έχουμε βουνό και τον Αριστοτέλη- νομίζω ότι υπάρχει τρόπος να δουλέψει ο καθένας και να κάνει πράγματα».

Ο τρόπος που βρήκε ο κάτοικος της Ιερισσού, Ι.Σ., στον οποίον ανήκουν τα παραπάνω λόγια, είναι μία τυροκομική μονάδα με 25 άτομα προσωπικό και 150-170 οικογένειες που στηρίζονται σ’ αυτήν. Κατά συνέπεια, δεν ανήκει στους αντιδρούντες που κατηγορήθηκαν ως «βολεμένοι» επειδή βιοπορίζονταν από τον τουρισμό της περιοχής. Ηταν, όμως, ένας από τους χιλιάδες ανθρώπους που συμμετείχαν στις κινητοποιήσεις ενάντια στα μεταλλεία, πράγμα το οποίο πλήρωσε με τέσσερις μήνες προφυλάκιση, κατηγορούμενος για τον εμπρησμό του εργοταξίου στις Σκουριές. Ο Ι.Σ. δεν έχει κάποιο ριζοσπαστικό παρελθόν.

«Είμαι 46 χρόνων και δεν συμμετείχα ποτέ σε πορείες, εμείς είμαστε άνθρωποι του χωριού, της δουλειάς, δεν ξέραμε από τέτοια πράγματα». Η αντίδρασή του είχε να κάνει με την προστασία του περιβάλλοντος για τα παιδιά του και με την απουσία πραγματικής διαβούλευσης για τα μεταλλεία. «Μάζεψαν τους εργαζόμενους στα μεταλλεία στον Πολύγυρο, μακριά από εδώ και είπαν “κάναμε διαβούλευση”». Οπως και οι περισσότεροι άνθρωποι που συναντάει κανείς σήμερα επιβαρυμένους με κατηγορίες κάθε είδους στην Ιερισσό, είχε μία λιγότερο ή περισσότερο φυσιολογική ζωή και αυτή ήταν που χρησιμοποιήθηκε εναντίον του. Οταν προσήχθη στον ανακριτή και τον εισαγγελέα το 2013, το κατηγορητήριο εναντίον του αποτελούνταν από 13 αναπάντητες κλήσεις ένα πρωί από την ανήλικη κόρη του ενόσω ο ίδιος βρισκόταν στην εκκλησία. Και παρότι ο ιερέας της ενορίας του διαβεβαίωσε τις Αρχές ότι ήταν όντως στην εκκλησία την ώρα των αναπάντητων κλήσεων, ο λόγος του δεν κατάφερε να αποτρέψει τη φυλάκισή του.

ΕΣΠΑΣΑΝ ΤΗΝ ΠΟΡΤΑ. Παρόμοια είναι και η ιστορία του 27χρονου μεταφορέα, Γ.Π.. «Μας καλούσαν, όπως και όλο το χωριό, στον Πολύγυρο για ανακρίσεις και πηγαίναμε πάντα. Μία φορά δεν μπόρεσα να πάω στην ώρα μου και από εκεί βρέθηκα να σπάνε την πόρτα του σπιτιού μου και να με πηγαίνουν άρον-άρον Θεσσαλονίκη». Η ιστορία του Γ.Π. είχε κάνει έντονο θόρυβο το 2013, όταν η Αστυνομία έσπασε την πόρτα του σπιτιού του στις 3 τα ξημερώματα με τη σύζυγο και τα δύο μικρά παιδιά του να κοιμούνται μέσα, παρότι είχε το κλειδί απ’ έξω στην εξώπορτα και προσφέρθηκε να ανοίξει την πόρτα χωρίς να χρειαστεί να τη σπάσουν. Μετακινήθηκε σκυμμένος με σφιγμένες τις χειροπέδες δεμένες πίσω. Μόλις έφτασε μπροστά στους ανακριτές, μεταφέρθηκε σχεδόν ευθύς στη φυλακή, χωρίς να του εξηγήσει κανείς για τι πράγμα ήταν κατηγορούμενος. Ο οικοδόμος Β.Δ., 48 ετών, πήγαινε πάντα στην Αστυνομία, όποτε είχε κληθεί να καταθέσει.

Και η δική του σύλληψη, όπως και του Γ.Π., έγινε στις τρεις τα ξημερώματα στις 14/4/2013, με τους αστυνομικούς οπλισμένους και κουκουλωμένους να σπάνε την πόρτα του σπιτιού του. Η κόρη και η γυναίκα του κρατήθηκαν σε ένα δωμάτιο επιτηρούμενες από οπλισμένους αστυνομικούς όσο τον μετέφεραν στο όχημα που τον πήγε στο αστυνομικό μέγαρο, όπου τον επισκέφτηκε ο εισαγγελέας. «Δεν υπήρχε λόγος γι’ αυτά. Δεν είχα δώσει ποτέ δικαίωμα». Εκανε, παρ’ όλα αυτά, έξι μήνες φυλακή. «Ισως γι’ αυτό να έγινε: επειδή αγωνιζόμαστε για να έχουν τα παιδιά μας το δάσος, το νερό, την υγεία τους πάνω απ’ όλα».

ΧΩΡΙΣ ΔΙΚΑΙΟΛΟΓΙΑ. Δεν υπήρχε δικαιολογία για την προφυλάκιση κανενός από τους τέσσερις συνολικά που υπέστησαν αυτή την εμπειρία. Είχαν όλοι τους λευκό ποινικό μητρώο, σταθερή δουλειά, σταθερή κατοικία, όπως και η πλειονότητα των κατοίκων της περιοχής που έχουν ξαφνικά βρεθεί να ζουν σκηνές που πριν από το 2012 θα τους ήταν αδιανόητες. Μέχρι πριν από πέντε χρόνια ήταν απλά οικογενειάρχες και εργαζόμενοι, ενώ αρκετοί ψήφιζαν Νέα Δημοκρατία, αλλά στράφηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ όταν συντάχθηκε με την αγώνα τους ενάντια στα μεταλλεία, την ίδια περίοδο που ο Αντώνης Σαμαράς δήλωνε ότι θα προστατεύσει την επένδυση με κάθε κόστος. «Την Ιγγλέζη εμείς την εκλέξαμε» είναι όμως η επωδός που ακούγεται σήμερα από πολλούς Ιερισσιώτες, συνοδευόμενη από διαφορετικό παράπονο κάθε φορά για τη στάση της ίδιας και του κόμματός της. «Από την εποχή που εμφανίστηκε η Eldorado έχουμε 370 διωκόμενους, από τους οποίους οι 74 για κακουργήματα» δηλώνει ο κ. Τόλης Παπαγεωργίου του Παρατηρητηρίου Μεταλλευτικών Δραστηριοτήτων.

Ο ίδιος είχε βρεθεί κατηγορούμενος ως επικεφαλής… εγκληματικής οργάνωσης σε μια δικογραφία στη βάση του νόμου 187Α, υπόθεση η οποία κατέπεσε το περασμένο καλοκαίρι και υποβιβάστηκε στην πιο «απλή» κατηγορία για σύσταση συμμορίας. Δύο από τις τρεις μεγάλες δικογραφίες με τις οποίες διώκονται οι αντιδρούντες κάτοικοι ξεκινούν την επόμενη εβδομάδα. «Στην περιοχή έχουμε τη μεγαλύτερη τράπεζα DNA παγκοσμίως. Εχουν πάρει DNA από 370 κατοίκους. Αυτό δεν έχει γίνει πουθενά στον κόσμο. Εχουν προσάγει στην ασφάλεια Πολυγύρου ακόμα και μαθήτριες Λυκείου από τις οποίες απέσπασαν DNA». Κατά τα ειωθότα στην Ελλάδα, οι περισσότερες τέτοιες διώξεις γίνονται με ταυτοποίηση σε κινητά αντικείμενα, για τα οποία δεν μπορεί να διασταυρωθεί η προέλευση με ασφάλεια, ενώ έχουν αρχίσει να αποκτούν ανεκδοτολογικό χαρακτήρα στην Ιερισσό οι απλές, καθημερινές τηλεφωνικές επικοινωνίες που θεωρήθηκαν «συνθηματικές».

Το σχέδιο και το κατηγορητήριο

«Το σχέδιο ήταν να προκαλέσουν την τοπική κοινωνία, τους ανθρώπους που δεν έχουν εμπειρία για να δημιουργήσουν μια αντίδραση με το θυμικό τους. Δημιουργήθηκε αυτή η αντίδραση και μετά τους κατηγόρησαν χωρίς στοιχεία ότι έκαναν εγκληματική οργάνωση», λέει ο δήμαρχος του Δήμου Αριστοτέλη, Γιώργος Ζουμπάς. «Είμαι πεπεισμένος γι’ αυτό: έγινε με σχέδιο. Αυτές οι εταιρείες όπου πάνε βρίσκουν συνεργάτες -κυβερνήσεις κ.λπ. και δημιουργούν αυτά τα πράγματα γιατί έτσι έχουν την κοινωνία σε ομηρία». Με σχέδιο ή χωρίς, το κλίμα ύστερα από την ανακοίνωση της Eldorado Gold είναι τεταμένο για πολέμιους και υπέρμαχους των μεταλλείων.

Ο υπεύθυνος επικοινωνίας του Σωματείου Μεταλλωρύχων, Γιάννης Βούλγαρης, φοβάται ότι οι εργαζόμενοι «θα μπορούσαν να αντιδράσουν άσχημα και θα είναι άκρως φυσιολογικό», ενώ ο Παναγιώτης Αγγελίδης, εργαζόμενος στο εργοστάσιο εμπλουτισμού της Ολυμπιάδας, δεν αποκλείει, άμα κλείσουν τα εργοστάσια, οι εργαζόμενοι να έρθουν σε αντιπαράθεση με όσους ζητούσαν το κλείσιμο των μεταλλείων. Το πολεμικό αυτό κλίμα μοιάζει αντιθετικό με το πνεύμα του προέδρου της Eldorado όταν δήλωνε στη συνέντευξη Τύπου της περασμένης Δευτέρας ότι «ο καρδιακός παλμός μιας περιοχής είναι οι άνθρωποι της, έτσι όταν χτίζεις ευκαιρίες μαζί, επιτυγχάνεις μαζί». Εχοντας επιβαρυνθεί με μία ολόκληρη βιομηχανία διώξεων εναντίον τους, οι κάτοικοι της Ιερισσού καταγγέλλουν μία προνομιακή μεταχείριση των υπέρμαχων της εταιρείας.

«Είναι δυνατόν να βλέπεις να επιτίθενται σε αστυνομικούς, να κάνουν έφοδο στο υπουργείο και να μη γίνεται ούτε προσαγωγή;» απορεί ένας εξ αυτών που επιθυμεί να κρατήσει την ανωνυμία του, φοβούμενος με όλα αυτά που έχει δει μέχρι τώρα.