Ο Τόνι Μπάρμπερ είναι σήμερα ένας από τους εξέχοντες δημοσιογράφους στην Ευρώπη: Γέννημα-θρέμμα του Λονδίνου και απόφοιτος της Οξφόρδης, έχει εργαστεί στο Reuters, τον «Independent» και τους «Financial Times», όπου είναι σήμερα αρχισυντάκτης στο ευρωπαϊκό τμήμα και αρθρογράφος. Με αφορμή τη συμμετοχή του αυτές τις ημέρες στο 9ο Οικονομικό Φόρουμ των Δελφών, μας μίλησε για τις ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου, το Μεταναστευτικό-Προσφυγικό και την ελληνική οικονομία.


Κύριε Μπάρμπερ, ποιο είναι το διακύβευμα στις φετινές ευρωεκλογές; Οδεύει η Ευρώπη προς μια δεξιά στροφή και τι μπορεί να σημαίνει αυτό για το μέλλον της;

 Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν έχει την πλήρη γκάμα των δυνάμεων που τυπικά απολαμβάνουν τα εθνικά Κοινοβούλια στις Δημοκρατίες. Οι Ευρωπαίοι ψηφοφόροι, οι περισσότεροι εκ των οποίων γνωρίζουν λίγα πράγματα για το Ευρωκοινοβούλιο, ενστικτωδώς το αντιλαμβάνονται αυτό. Αυτό εξηγεί τη σχετικά χαμηλή συμμετοχή στις ευρωεκλογές. Εξηγεί επίσης γιατί οι ψηφοφόροι συχνά ρίχνουν περισσότερες «ψήφους διαμαρτυρίας» απ’ ό,τι συνήθως στα αντισυμβατικά ή εξτρεμιστικά κόμματα.

Στον βαθμό που πηγαίνουν να ψηφίσουν, ένας μεγάλος αριθμός πολιτών έχουν ζητήματα εθνικά, όχι ευρωπαϊκά, στο μυαλό τους στις ευρωεκλογές. Για όλους αυτούς τους λόγους, τα αποτελέσματα των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δεν είναι απαραίτητα ένας καλός οδηγός για τις πολιτικές τάσεις στην Ευρώπη. Οι εκλογές έχουν ωστόσο σημασία, γιατί το Ευρωκοινοβούλιο έχει σημαντική επιρροή σε ζητήματα όπως το εμπόριο, η ρύθμιση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και η κλιματική αλλαγή – αν και όχι στην εξωτερική πολιτική με την παραδοσιακή έννοια, που παραμένει ένας τομέας για τις εθνικές κυβερνήσεις. Μια αύξηση της υποστήριξης για τα κόμματα της σκληρής Δεξιάς μπορεί συνεπώς να επηρεάσει τις ευρωπαϊκές πολιτικές σε αυτούς τους τομείς όπου το Ευρωκοινοβούλιο ασκεί μια επιρροή.

Οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι θα υπάρξει αύξηση στην ψήφο στη σκληρή Δεξιά, αλλά και ότι τα δύο βασικά κόμματα θα συνεχίσουν να είναι η μετριοπαθής Κεντροδεξιά και η Κεντροαριστερά. Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τα κεντροδεξιά κόμματα να ψηφίζουν μαζί με αυτά της σκληρής Δεξιάς στο νέο Ευρωκοινοβούλιο, για να εμποδίσουν ή να καθυστερήσουν την πρόοδο, για παράδειγμα, στα μέτρα απέναντι στην κλιματική αλλαγή. Μια άνοδος της σκληρής δεξιάς ψήφου θα μπορούσε επίσης να είναι σημαντική αν οδηγήσει στον ορισμό ορισμένων μελών της σκληρής Δεξιάς στην επόμενη Ευρωπαϊκή Επιτροπή και αν συνδυαστεί με επιτυχίες της σκληρής Δεξιάς σε διάφορες εθνικές εκλογές αργότερα φέτος και μέχρι το 2027, έτος των επόμενων γαλλικών εκλογών.


Η Ρωσία θα επιχειρήσει να εμπλακεί και να επηρεάσει τις ευρωεκλογές;

Αυτές τις μέρες, μπορούμε με ασφάλεια να βασιστούμε στο ότι η Ρωσία θα παρέμβει πρακτικά σε όλα όσα κάνει η Ευρωπαϊκή Ένωση…


Έχουν αποτύχει οι πολιτικές της Ε.Ε. στο Μεταναστευτικό κατά τη γνώμη σας; Τι πρέπει να γίνει στο εξής;

Κάποιες από τις εθνικές κυβερνήσεις της Ε.Ε. έχουν σημειώσει μια σχετική επιτυχία στο να λειτουργούν συστήματα εισόδου για νόμιμους μετανάστες, οι οποίοι χρειάζονται, για να γεμίσουν τα μεγάλα κενά στην αγορά εργασίας. Όπως και η ίδια η Ε.Ε., ωστόσο, είναι λιγότερο επιτυχημένες στο να ανακόψουν τις αφίξεις παράνομων μεταναστών. Οι αφίξεις αυτές τώρα είναι σε επίπεδα που δεν έχουμε δει από την κρίση του 2015-2016 στη Μεσόγειο.

Επιπλέον, η Ε.Ε. και οι κυβερνήσεις έχουν αγωνιστεί να εφεύρουν ένα νέο, αποτελεσματικό σύστημα ασύλου, ώστε να μειώσουν τους θανάτους παράνομων μεταναστών στη Μεσόγειο και να βρουν τρόπους να μοιράσουν τους πρόσφυγες δίκαια μεταξύ των κρατών-μελών. Η ουσία, ωστόσο, είναι ότι οι κοινωνίες των κρατών-μελών της Ε.Ε. αποτελούνται ως επί το πλείστον από γηρασμένο πληθυσμό, όπου πολλοί άνθρωποι προτιμούν να εργάζονται λιγότερο. Η αναλογία μεταξύ νέων και ηλικιωμένων «γέρνει» σημαντικά υπέρ των ηλικιωμένων.

Συνεπώς, η νόμιμη μετανάστευση στην Ε.Ε. θα συνεχιστεί σε αρκετά υψηλά επίπεδα για το προβλεπτό μέλλον. Η διαχείριση του πολιτικού και κοινωνικού αντίκτυπου της νόμιμης μετανάστευσης θα είναι εξίσου σημαντική με τον έλεγχο της παράνομης μετανάστευσης.


Ποια πιστεύετε πως πρέπει να είναι η στάση της Ε.Ε. απέναντι στην Τουρκία και στον Ταγίπ Ερντογάν;

Από μια αυστηρά γεωπολιτική σκοπιά, η Ε.Ε. έχει ισχυρό συμφέρον σε μια συνεργάσιμη Τουρκία, σε σχέση με ζητήματα όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, η ασφάλεια στη Μέση Ανατολή και τη Βόρειο Αφρική και το Προσφυγικό-Μεταναστευτικό. Τα πρόσφατα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών στην Τουρκία δείχνουν ότι η Ε.Ε. πρέπει να φροντίσει να κρατήσει διαύλους επικοινωνίας ανοιχτούς με την αντιπολίτευση, όπως και με τον πρόεδρο Ερντογάν και την κυβέρνησή του.


Πώς βλέπετε την πρόοδο που έχει σημειώσει η ελληνική οικονομία;

Μεγάλα βήματα έχουν γίνει από το 2016 για να σταθεροποιηθεί η ελληνική οικονομία, έπειτα από μια κρίση χρέους, στη διάρκεια της οποίας διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις και οι διεθνείς πιστωτές τους έκαναν συχνά λάθη. Σήμερα πλέον υπάρχει πολύ μεγαλύτερη εμπιστοσύνη των διεθνών επενδυτών στην Ελλάδα. Από την άλλη, βαθιά ριζωμένα προβλήματα, που επηρεάζουν την οικονομική απόδοση της Ελλάδας, δεν έχουν εξαφανιστεί, συμπεριλαμβανομένων ζητημάτων ανεπάρκειας της Δημόσιας Διοίκησης. Παρόλο που η Ελλάδα έχει ξεπεράσει τη Γερμανία σε όρους οικονομικής ανάπτυξης τα τελευταία χρόνια, αυτό αντανακλά περισσότερο τις δυσκολίες της Γερμανίας, όχι τα ισχυρά σημεία της Ελλάδας.


Εργάζεστε στον έντυπο Τύπο για σχεδόν τέσσερις δεκαετίες τώρα. Υπάρχει μέλλον για τις εφημερίδες;

Μακροπρόθεσμα, σχεδόν κανένα μέλλον. Αλλά το «μακροπρόθεσμα» δεν είναι ακόμη εδώ. Κάποιοι δημοσιογραφικοί οργανισμοί, όπως οι «Financial Times», βρίσκουν ότι αξίζει ακόμη και είναι επικερδές να συνεχίζουν να παράγουν έντυπες εκδόσεις, όσο μπορούν να υπολογίζουν σε υψηλής ποιότητας διαφήμιση. Αλλά το ισοζύγιο της παραγωγής έχει μετακινηθεί με τρόπο μη αναστρέψιμο στις διαδικτυακές εκδόσεις.


Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα «Παραπολιτικά»