Από χθες ο πολιτισμός της Ελλάδας έγινε φτωχότερος. «Ο Δήμος Μούτσης έφυγε ψάχνοντας για διέξοδο (…) Ένας από τους σημαντικότερους συνθέτες της μεταπολεμικής εποχής, με αναντικατάστατη συμβολή στην ανανέωση του ελληνικού τραγουδιού. Αφήνει πίσω του έργο που χαρακτηρίζεται από την αδιάλειπτη επεξεργασία των εκφραστικών του μέσων και από διαρκή πειραματισμό σε νέους ήχους, καταλήγοντας σε άψογη όσμωση του λαϊκού με το σύγχρονο». Τα παραπάνω, μεταξύ άλλων, ανακοίνωσε η υπουργός Πολιτισμού, Λίνα Μενδώνη, εκφράζοντας τα συλλυπητήριά της στην οικογένεια του τεράστιου Δήμου Μούτση για την απώλειά του, στα 86.

Ποιος ήταν ο Δήμος Μούτσης

Αν επιχειρήσουμε να τον γνωρίσουμε καλύτερα από τη μουσική του, θα συναντήσουμε έναν σκεπτόμενο άνθρωπο που είχε αναλάβει να γιατρέψει τις ψυχές των Ελλήνων. Με τον μοναδικό του τρόπο. Συνεργάστηκε με τους Νίκο Γκάτσο, Μάνο Ελευθερίου, Κώστα Τριπολίτη, Βίκυ Μοσχολιού, Γρηγόρη Μπιθικώτση, Μανώλη Μητσιά, Δημήτρη Μητροπάνο, Νάνα Μούσχουρη, Δήμητρα Γαλάνη, Άλκηστι Πρωτοψάλτη - την «dream team» του ελληνικού πενταγράμμου. Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1938, μεγάλωσε στη Νέα Σμύρνη, αγαπούσε τη μουσική από παιδί κι άρχισε να τη μελετάει από επτά ετών. Για να ολοκληρώσει τις μουσικές σπουδές του στο Ωδείο Αθηνών στα 21.

Τότε απέσπασε και το πρώτο βραβείο ως σολίστ στο βιολί. Στα μέσα της δεκαετίας του 1960 γνώρισε τον Νίκο Γκάτσο και τον Μάνο Χατζιδάκι, ενώ από το 1967 ο Γκάτσος άρχισε να του εμπιστεύεται στίχους του. Το χαρακτηριστικό στη μουσική του ήταν η μελωδία του βιολιού, σαν το σήμα κατατεθέν του. Υπήρξε ο πρώτος Έλληνας συνθέτης, μετά τον Μίκη Θεοδωράκη, που μελοποίησε ποίηση. Ειδικά για την «Τετραλογία» του είχε προσθέσει και συνθεσάιζερ, στοιχείο σίγουρα ριζοσπαστικό για την εποχή που δημιούργησε, αν και, όπως είχε πει ο ίδιος, ήταν περισσότερο για λόγους οικονομίας.

Σπουδαία κομμάτια

Το πρώτο τραγούδι που έγραψε ήταν το «Βρέχει ο Θεός», που ερμήνευσε ο Σταμάτης Κόκοτας. Να θυμηθούμε ορισμένα ακόμα σπουδαία του κομμάτια; «Μη μου χτυπάς τα μεσάνυχτα την πόρτα», «Πειραιώτισσα», «Σ’ έβλεπα στα μάτια» με τη Βίκυ Μοσχολιού, «Αύριο πάλι» και «Με ένα παράπονο» με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και τον πρωτοεμφανιζόμενο Μανώλη Μητσιά. Το 1970 ο Μάνος Χατζιδάκις ανέθεσε στον Δήμο Μούτση την ενορχήστρωση και μουσική διεύθυνση των τραγουδιών του στον δίσκο «Επιστροφή», σε στίχους Νίκου Γκάτσου, με ερμηνευτές τον Γρηγόρη Μπιθικώτση και την πρωτοεμφανιζόμενη τότε Δήμητρα Γαλάνη. Είναι η εποχή που ο Δήμος Μούτσης γράφει αξέχαστες επιτυχίες όπως «Αυτά τα χέρια» και «Στην Ελευσίνα μια φορά».

Σταθμός στην πορεία του ο «Άγιος Φεβρουάριος», που κυκλοφόρησε το 1972, σε στίχους Μάνου Ελευθερίου και ερμηνεία Δημήτρη Μητροπάνου και Πετρή Σαλπέα, δίσκος που θεωρείται ότι άνοιξε νέους δρόμους στην ελληνική δισκογραφία. Ακολούθησε ο «Συνοικισμός Α» με τις φωνές των Αντώνη Καλογιάννη - Βίκυς Μοσχολιού, και κομμάτια όπως «Άσπρα, κόκκινα, κίτρινα, μπλε», «Έτσι είν’ η ζωή», «Στο παράθυρο αγναντεύοντας», «Ο χορός της λεβεντιάς». Το 1973 κυκλοφορούν οι «Στροφές», ενώ στη μεταπολίτευση έρχονται οι «Μαρτυρίες», το 1975 παρουσιάζει την «Τετραλογία», έναν πρωτοποριακό κύκλο μελοποιημένης ποίησης σε ποιήματα Καβάφη, Καρυωτάκη, Σεφέρη και Ρίτσου.

Για να ακολουθήσει το 1976 η «Εργατική συμφωνία», το 1979 το «Δρομολόγιο» και το 1981 το «Φράγμα». Το 1983 με το «Ενέχυρο» δείχνει την πρόθεσή του για σόλο πορεία. Το 1987 ακολουθεί το «Να!» με τραγούδια όπως «Το όνειρο» και «Μια φυσαρμόνικα που κλαίει». Το 1990 λανσάρει τον δίσκο «Ταξιδιώτης του παντός» με τη Νάνα Μούσχουρη. Ήταν και ο τελευταίος δίσκος που έγραψε για άλλο ερμηνευτή και δεν κράτησε για τον ίδιο. Το 1994 επέστρεψε με το «Για πούλημα λοιπόν!», πάλι με στίχους και ερμηνεία δική του.

Από την πλευρά μας, θα τον θυμόμαστε σε ένα μοναδικό live το 1999 στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού όταν μοιράστηκε τη σκηνή με τους Δημήτρη Μητροπάνο - Δήμητρα Γαλάνη. Φώτα. Χειροκρότημα. Σκοτάδι. Μέσα σε όλα βέβαια, υπήρξε και μια απόπειρα αμαύρωσης του ονόματός του. Στις ευρωεκλογές του 2019 υπήρξε υποψήφιος ευρωβουλευτής με το ΜέΡΑ25. Ο ίδιος κομματικός σχηματισμός ανέστειλε την κομματική ιδιότητα του καλλιτέχνη εξαιτίας μίας καταγγελίας σεξουαλικής παρενόχλησης από τη Λυδία Σέρβου. Η γυναίκα τον κατονόμασε ως δράστη σεξουαλικής επίθεσης που ισχυρίστηκε πως δέχθηκε στα 15. Υποστήριξε ότι, κατόπιν μεσολάβησης του πατέρα της, ο συνθέτης τη δέχτηκε στο σπίτι του για να την ακροαστεί, κλείδωσε και επιχείρησε να την κακοποιήσει σεξουαλικά.

Ο ∆ήµος Μούτσης είχε απαντήσει µέσω του δικηγόρου του: «Αναφορικά µε δηµοσιεύµατα που αφορούν στο πρόσωπό του, ο ∆ήµος Μούτσης δηλώνει ότι οι απαντήσεις του θα δοθούν όπου και όπως νοµικά προβλέπεται». Τελικά, η υπόθεση σταµάτησε εκεί.

Ο άνθρωπος

Ο ίδιος ζούσε στο Νέο Ηράκλειο µε τη γυναίκα του, ∆ήµητρα. Είχε ανακαλύψει τον κόσµο της τεχνολογίας, απολαµβάνοντας να βρίσκει θησαυρούς στο YouTube, όπως ασπρόµαυρα ντοκουµέντα µε τον Λέοναρντ Μπερνστάιν να διευθύνει. Τελειοµανής και ο ίδιος, θαύµαζε τα «ιερά τέρατα», όπως έλεγε, ενώ δεν έκρυβε τον θαυµασµό του για τον Λεωνίδα Καβάκο. Το παράπονό του ήταν ότι ήθελε να µάθει βιολοντσέλο, αλλά έµαθε βιολί. Του άρεσε να µαγειρεύει και να ζωγραφίζει. Να παίζει µπιλιάρδο και να συλλέγει κρασιά που δεν έπινε. Άκουγε συµφωνική µουσική, Πινκ Φλόιντ, Μάλερ και Μποµπ Μάρλεϊ. Απολάµβανε να διαβάζει ποίηση, κυρίως ποιητές στη γλώσσα τους. Ο ίδιος δεν ήξερε καλά αγγλικά (γιατί δεν του άρεσε η Αγγλία), αλλά γαλλικά, αγαπούσε το Παρίσι, θα ήθελε να είχε περάσει κάποια χρόνια της ζωής του εκεί... ∆εν του άρεσε η θάλασσα, θα ήθελε να ήταν λιγότερο αντιδραστικός. Του άρεσε να παρακολουθεί ποδόσφαιρο και τένις. Αν και Πειραιώτης, υπήρξε φανατικός οπαδός της ΑΕΚ, «από θέµα αγωγής, όχι καταγωγής». Ως δηµιουργός υπήρξε αυστηρός µε τους τραγουδιστές. «Τους διάλεγα προσεκτικά, ήθελα να ερµηνεύουν µε συγκεκριµένο τρόπο. Όχι από εγωισµό, αλλά για να υπηρετούν πιστά το τραγούδι», είχε πει σε παλιότερη συνέντευξή του. Μία φράση του για το τέλος; «Άντεξα δυο πράγµατα στη ζωή µου. Να µην κοροϊδέψω ποτέ κανένα και να µην πέσω στη ρουτίνα. Τα τραγούδια µου τελικά παρέµεναν πάντα πάνω από µένα».